Λένε, πως όταν οι καιροί σκοτεινιάζουν, οι άνθρωποι αναζητούν την χαμένη τους ισορροπία, κάνοντας σπονδές αγάπης στον παρελθόντα χρόνο. Σε αλλοτινές, ωραίες εποχές, πριν από την απομόνωση και την ευτέλεια του ατομισμού. Τραβούν σεβαστικά τα δαντελένια κουρτινάκια της μνήμης τους και περιδιαβαίνουν νοερά στο χθες, που δόμησε την ύπαρξή τους. Ένα χθες, αυτάρκες σε ομορφιά. Τότε που οι γιαγιάδες ακόμη διηγούνταν παραμύθια, τότε που οι μύθοι κατοικούσαν με σιγουριά στις ψυχές των ανθρώπων και οι θρύλοι κυκλοφορούσαν ανεμπόδιστοι και περιωπής στις ζωές των ανθρώπων.
Όταν, λοιπόν, ο Τέλης ο Κελεσίδης και ο Στέλιος ο Νικολάου, φίλοι ακριβοί και πολύτιμοι συνοδοιπόροι μου σε διαδρομές πολιτιστικών αναζητήσεων, μου πρότειναν να παρουσιάσω το βιβλίο του Τέλη «Ιδού η Ροδόπη μας», δέχτηκα με περισσή χαρά και με ικανοποίηση αντάμα. Χαρά και ικανοποίηση, γιατί ένας σύλλογος του τόπου μας, ο Εύξεινος Πόντος, επέλεξε ν’ ανασύρει θύμησες μακρινές, αλλά όχι λησμονημένες, μέσα από τις σελίδες ενός βιβλίου. Και με την συνδρομή της μουσικοχορευτικής μας παράδοσης ν’ ανασυνθέσει τις ψηφίδες του πολύμορφου τοπίου , που συγκροτεί τις ρίζες της ύπαρξης μας. Τραγουδώντας, έτσι, τη δική του γλυκιά ραψωδία σ’ όλα όσα μπορούν να μας στηρίξουν στους αμαυρωμένους και δυσοίωνους χρόνους που διανύουμε.
Όταν πήρα για πρώτη φορά στα χέρια μου το βιβλίο του Τέλη, συνειδητοποίησα ευθύς εξ αρχής, πριν ακόμη ολοκληρώσω την ανάγνωσή του, ότι είχα μπροστά μου μια πολύτιμη ψηφίδα ιστορικής καταγραφής και αποτύπωσης της κατακερματισμένης μνήμης του τόπου μας. Μια ψηφίδα για τη γενέθλια γη της Ροδόπης, για τις θύμησες και τις μυρωδιές που κουβαλάν τα μικράτα μας, για την αρχετυπική αίσθηση της καταγωγής.
Αυτή, που εμπεριέχεται μαγικά σε μονοπάτια, ποταμούς, βρύσες, λησμονημένα πηγάδια και μαγικές τουλούμπες. Σε χαμένους οικισμούς, σε αριστοκρατικά αστικά αρχοντικά, σε δρόμους και σε γέφυρες, που μας συνδέουν μυστηριακά και άρρηκτα με το παρελθόν της προέλευσης και μ΄ ένα σύμπαν που κανείς μας πιστεύω ότι δε θέλει να εκχωρήσει: το σύμπαν των μικρών κι αλληλέγγυων κοινοτήτων, που σ’ αυτό, τα ονόματα των δρόμων περιέκλειαν τις ευαισθησίες των ανθρώπων κι έτσι, προσδιόριζαν «με υπεροχή κι επάρκεια» τα όνειρα και τις ζωές τους.
Σ’ ένα ανάλογο σύμπαν μας ξεναγεί ο Τέλης με το βιβλίο του. Εκεί, όπου σμίγουν μυσταγωγικά οι γραπτές μαρτυρίες και οι προφορικοί μύθοι για τα τοπωνύμια και τις ονομασίες όλων όσων οριοθέτησαν την ύπαρξη της Ροδόπης μας: χωριών, λόφων, ρεμάτων, γειτονιών, μαχαλάδων, κτιρίων.
Με επιστημονική δεινότητα και ακαταπόνητη επιμονή ο Τέλης επιχειρεί να μας βγάλει για λίγο – όσο διαρκεί η ανάγνωση του βιβλίου του – από τα ασφαλή στερεότυπα της εποχής μας. Που εξυμνούν και εξαίρουν την ένταξη του σύγχρονου ανθρώπου σ’ ένα αστικά διαμορφωμένο περιβάλλον, αποκομμένο βίαια από τη γοητεία του συνυπάρχειν με τη φύση και τον άυλο κόσμο.
Και μας υποδεικνύει με τρυφερότητα κι ευαισθησία ότι οι λειμώνες της Πατρώας Γης είναι κατάσπαρτοι από τους ήχους, τις μυρωδιές, τους θρύλους, τις μικρές και άγραφες ιστορίες, που σημάδεψαν ανεξίτηλα το φυσικό και το δομημένο περιβάλλον. Από υψώματα, πεδιάδες, βουνοκορφές και παραλίες, που φιλοξένησαν στο διάβα του χρόνου την γενναιοφροσύνη και την ανεμελιά, συνάμα, της νιότης των προγόνων μας. Από φωτεινούς ορίζοντες, που επέτρεψαν να ξετυλιχτούν ανέφελα και απρόσκοπτα τα όνειρα των ανθρώπων. Όνειρα, που δόμησαν τον «ζείδωρο μύθο» της Ροδόπης μας.
Ξετυλίγει, λοιπόν, ο Τέλης τον μίτο της γνώσης και της συλλογικής μνήμης με οδηγό και «σηματωρό του» το Αλφάβητο. Κάτω από κάθε γράμμα καταχωρεί αναλυτικά τις ονοματολογίες των τόπων, που συναποτελούν τη γεωμορφολογία της Ροδόπης.
Της Ροδόπης του παρελθόντος και του παρόντος χρόνου. Κάθε προσωνύμιο, ακόμη και περιοχών ή μνημείων, που σκέπασε ανεξίτηλα η λήθη του πανδαμάτορα χρόνου, βρίσκει τη θέση του μέσα σ’ αυτό το ιδιόμορφο λεξικό της Αγάπης για τον τόπο. Για έναν τόπο, του οποίου η αρμονία και η ομορφιά αποτυπώνεται εύηχα και εύληπτα στην προσωδία της γλώσσας, στην μελωδικότητα των ονοματοθεσιών του. Για ακούστε, επί παραδείγματι: Αμάραντα, Επισκοπή, Κρυστάλλη, Μυρτίσκη, Ρέμβη, Σύναξη, Σύμβολα, Ταγγαίον, Φιλλιουρής, Χλόη, Ψηλοκορφή, Ωραία Πύλη.
Μέσα από μια διαδικασία ενδελεχούς αλφαβητικής καταγραφής ο Τέλης επιχειρεί να επανατοποθετήσει τη μνήμη και την εναργή θύμηση στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος του αναγνώστη.
Με όχημά του έναν λόγο ευαίσθητο και ρέοντα απευθύνει πρόσκληση ονομαστική σ’ όλους όσοι δεν έπαψαν ποτέ να συγκινούνται και να προσανατολίζουν τ’ ανεμολόγια της ψυχής τους με ιστορίες ακριβές, σαν το χάδι της μαμάς σε τρυφερά, παιδικά μάγουλα, βγαλμένες λες από πολυκαιρισμένα σεντούκια αναπολήσεων και παραμυθιών αγάπης.
Κι αυτή ακριβώς είναι η δεύτερη μεγάλη συνεισφορά του βιβλίου. Κάθε τοπωνύμιο, κάθε ονομασία, υπαρκτή ή θρυλούμενη, συνοδεύεται από μια σύντομη παράθεση στοιχείων ιστορικών, αλλά και μυθολογικών, καθώς και λαϊκών αφηγήσεων, που συνοδοιπορούν στο διάβα του χρόνου, μπλέκονται μαγικά και μας προσφέρουν το υλικό από το οποίο είναι πλασμένη η ψυχή ενός τόπου: αυτό των ενθυμήσεων, των οραμάτων, του νόστου και της γαλήνιας αναπόλησης.
Σ’ έναν κόσμο παγκοσμιοποιημένο, σε εποχές μετέωρες και άτεγκτες, σε κοινωνίες χωρίς το γήτεμα της συνάθροισης και την σαγήνη της ανθρώπινης συνεύρεσης, η νοσταλγική περιήγηση στη γνώση και στην ιστορία μάς προσφέρει τη δυνατότητα να διασωθούμε. Να διασωθούμε από τη θλίψη των μεγάλων διαψεύσεων, από την αμετροέπεια του καιρού μας, από το ανερμάτιστο της ζωής μας. Να δικαιώσουμε – εν τέλει – την ανθρώπινη πεμπτουσία μας, αναθυμούμενοι τις ρίζες μας και αφήνοντας να κυλήσει ένα δάκρυ – φόρος τιμής – για τους νεραϊδότοπους, που όπως λέει ο ποιητής: «τους κόψανε οικόπεδα». Για τα φαντάσματα των ιδανικών της αλληλεγγύης, της συντροφικότητας, της αίσθησης της κοινότητας, που χάθηκαν ανεπιστρεπτί μέσα στην αχλύ του ιστορικού χρόνου.
Κι επιστρέφουν σεβαστικά και σιγανά στις βραδινές αναπολήσεις μας, ξεπηδώντας μέσα από τις σελίδες βιβλίων, όπως αυτό που παρουσιάζουμε σήμερα, υποδεικνύοντάς μας τον «σίγουρο δρόμο» της πορείας στο παρόν και το μέλλον. Επαναφέροντάς μας με μια χιμαιρική διάθεση στις αρχέγονες καταβολές του τόπου, στις καταβολές της ίδιας μας της υπόστασης.
Γιατί, όταν ο Τέλης μας παραθέτει στοιχεία που προσδιορίζουν τις συντεταγμένες μιας περιοχής, ενός κτιρίου ή ενός μνημείου στο διάβα του ιστορικού χρόνου, αυτό που καταφέρνει – εν τέλει – είναι να μας υπομνηματίσει στοχαστικά όλα όσα έγραψε κάποτε ο αγαπημένος μου δημοσιογράφος και ποιητής, ο Στάθης ο Σταυρόπουλος. Ακούστε: «Από παιδάκια το ξέραμε, αλλά τώρα μπορούμε να το πούμε με λόγια ότι από τη σκόνη του δρόμου που περπατήσαμε κι από τη σκόνη του δρόμου που θα περπατήσουμε είμαστε φτιαγμένοι».
Από αυτήν την σκόνη είναι συναρθρωμένη και η ιστορία του τόπου μας. Ένας τόπος, που σμίλεψε με το κάλλος της ψυχής του, το νοσταλγικό παραμύθι της διαδρομής του μέσα στον χρόνο, χάρη στη βοήθεια ανθρώπων με ανοιχτές καρδιές και διορατικό νου, όπως ο Τέλης.
Ένας ενεργός πολίτης, που αφουγκράστηκε με σεβασμό τον σφυγμό της γης της Ροδόπης και συνειδητοποιώντας ότι οι πατρίδες χάνονται, μόνο όταν χαθούν οι θύμησές τους, ξεκίνησε να τις καταγράφει αναλυτικά, συμβάλλοντας, έτσι, καίρια στη συγγραφή του πιο μαγικού μυθιστορήματος: αυτού της ιστορίας της Ροδόπης.
Ένα μυθιστόρημα, που για να γραφτεί χρειάζεται συγγραφικά πονήματα, όπως το εν λόγω που παρουσιάζουμε σήμερα. Πονήματα, που συνιστούν απόρροια μιας σκυταλοδρομίας από τη νοσταλγία στον μύθο κι από κει στην ιστορική αυτογνωσία και στην επίγνωση. Μην επιτρέποντας στη Λησμοσύνη, την κόρη της Νύχτας, σύμφωνα με τους αρχαίους προγόνους μας, να εγκαθιδρυθεί στη συλλογική μνήμη της Γης μας. Κι απομείνουμε τότε, όλοι εμείς οι επίγονοι, χωρίς παρελθόν, άρα και χωρίς ερείσματα για να πορευτούμε προς το μέλλον.
Μία τρίτη, πολύτιμη κι ανεκτίμητη συμβολή του βιβλίου είναι η καταγραφή του συνόλου των τουρκικών τοπωνυμιών, που το 1968 άλλαξαν και στη θέση τους ορίστηκαν να χρησιμοποιούνται ελληνικές ονομασίες. Η αξία αυτής της παράθεσης των μετατροπών έγκειται στο γεγονός ότι αποτελεί περίτρανη απόδειξη της ερευνητικής και της συγγραφικής δεινότητας του Τέλη. Που αντιμετωπίζει τον τόπο και τους ανθρώπους του ως μία ολότητα, δεν κατακερματίζει την ιστορική μνήμη, αλλά την ανασυνθέτει με σεβασμό και ιερατική αφοσίωση στο σκοπό του.
Που δεν είναι άλλος από το να μας αφηγηθεί στοιχειοθετημένα, τεκμηριωμένα, αντικειμενικά και συνολικά «τις κεχριμπαρένιες ιστορίες» της Ροδόπης μας. Εκεί, όπου χωρούν όλα: ήθη, έθιμα, παραδόσεις, γνώσεις, θρύλοι, συναισθήματα, αρχέγονοι μύθοι. Εκεί, όπου συνυπάρχουν αρμονικά οι εκκλησίες με τα τζαμιά, τα μοναστήρια με τους τεκέδες, η Εβραϊκή συναγωγή με την Αρμένικη εκκλησία.
«Κεχριμπαρένιες ιστορίες», που μας προσφέρουν απλόχερα την ασφαλή αίσθηση του προσανατολισμού. Μέσα σ’ έναν κόσμο, που έχει στερέψει επικίνδυνα από παραμύθια αγάπης και συνέχειας, βιβλία όπως το «Ιδού η Ροδόπη μας» αποτελούν πυξίδα για να ξαναβρούμε τον δρόμο προς τα όνειρα. Τον δρόμο του ξορκίσματος της βαρβαρότητας, της απομόνωσης, της ισοπέδωσης και της έκπτωσης των αξιών.
Κι αν – εν τέλει – όπως λεν οι ποιητές: «όλα στο χαρτί μένουν» αυτό το εγχείρημα της έγγραφης αποτύπωσης ενός σημαντικού κομματιού της Ιστορίας του τόπου μας αποτελεί σημείο αναφοράς για όλους αυτούς που αναζητούν συνειδητά την ταυτότητά της ύπαρξής τους μέσα σε παλιές ιστορίες. Ιστορίες, κιτρινισμένες από το διάβα του καιρού, που, όμως, μέσα τους κρατούν σαν φυλαχτό ακριβό και πολύτιμο το ήθος και τις αξίες μιας άλλης εποχής, με αγαθότητα και μεγαλοψυχία.
Τελειώνοντας αυτήν την σκιαγράφηση αγάπης του βιβλίου μας, επιτρέψτε μου ν’ απευθύνω τις προτροπές μου – που ευελπιστώ να αποτελέσουν και εμψυχωτικές παραινέσεις – προς τον συγγραφέα: Τέλη, να είσαι πάντα γερός και ως «αεί παις» να συνεχίσεις ν’ ανασκαλίζεις τους οραματισμούς και τις μνήμες των ανθρώπων, αποτυπώντάς τες στο χαρτί. Να αντέχεις να διανύεις τις επίμονες και κοπιώδεις διαδρομές των πνευματικών σου αναζητήσεων και να προσφέρεις απλόχερα και μεγαλόθυμα στη γη της Ροδόπης τα ανεκτίμητης αξίας αποτελέσματα αυτού του υπέροχου κάματου. Να παραμείνεις ένας συνειδητοποιημένος ρέκτης, αποθησαυριστής πληροφοριών, γνώσεων και μαγικών απόηχων του παρελθόντος.
Έτσι, γιατί έχουμε ανάγκη από ανθρώπους σαν εσένα, προκειμένου να μην παραδώσουμε στα παιδιά μας μια πατρίδα θεμελιωμένη πάνω στη λησμονιά και στεριωμένη με τα υλικά της απομυθοποίησης και της απόταξης κάθε τι ωραίου και τρυφερού.
Γιατί, καθώς περνούν τα χρόνια, αποκτάμε, πλέον, ξεκάθαρη την επίγνωση ότι το δρόμο προς τ’ άστρα τον βρίσκουμε μόνο με οδηγό μας τα χρώματα από τα προσκλητήρια ενθύμησης όλων όσων ζωγράφισαν με ομορφιά το παρελθόν αυτού του τόπου.
«Φίλοι μ’ καλωσορίσατε», λοιπόν, όπως σαγηνευτικά μας τραγούδησε ο πολυαγαπημένος φίλος μας και αθεράπευτα ψυχωμένος Θρακιώτης, ο Θεοδόσης ο Αμπατζιάνης. Καλωσορίσατε στο σύμπαν της συγγραφικής περιδιάβασης του Τέλη στην Ιστορία της Ροδόπης.
Κι αν, όπως σημειώνει στον εξαιρετικό πρόλογό του ο καθηγητής του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου μας, ο Γεράσιμος ο Κέκκερης: «μια τεχνική για να περιηγηθείς έναν τόπο είναι να αφήνεις στο δρόμο σου πέτρες ή χαρτάκια ή άλλα ετερόκλητα σημάδια», ας αφεθούμε ν’ ακολουθήσουμε τα ίχνη όλων αυτών που άφησε στο συγγραφικό του διάβα ο Τέλης.
Ίχνη γνώσεων, πληροφοριών, ενθυμήσεων, άδολης και απερίφραστης – εν κατακλείδι- αγάπης προς τον τόπο μας.
Σας ευχαριστώ πολύ!
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies, για την συλλογή στατιστικών στοιχείων και την διασφάλιση της καλύτερης εμπειρίας σας.
Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τη χρήση των cookies. Tι είναι τα Cookies;