Σύνθεση απόψεων από την Διαδικτυακή Ομάδα[1] “Γονείς που διεκδικούν δημόσια παράλληλη στήριξη”[2]– Παρουσιάζει ο Νίκος Αρβανίτης
Σε θεωρητικό επίπεδο, όπως προκύπτει και από την κείμενη νομοθεσία[3], το δημόσιο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα στηρίζει την εκπαίδευση των αναπήρων ατόμων (ΑμΑ) και των ατόμων με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες (ΑμΕΕΑ), υιοθετώντας σιγά-σιγά την παιδαγωγική της ένταξης. Τα τελευταία χρόνια γίνεται προσπάθεια για τη συνεκπαίδευση των μαθητών και μαθητριών με αναπηρίες και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες: α) με τον θεσμό της Παράλληλης Στήριξης & των Τμημάτων Ένταξης στα γενικά σχολεία, και β) σε συστεγαζόμενα γενικά & ειδικά σχολεία.
Σε πρακτικό επίπεδο, στην Ελλάδα, που μόνο χειρόγραφες βεβαιώσεις υπάρχουν, δεν μπορούμε να γνωρίζουμε την επιδημιολογία του αυτισμού και των άλλων αναπτυξιακών διαταραχών , ενώ το επίσημο κράτος με τις νομοθετημένες – πλέον- μνημονιακές υποχρεώσεις προσπαθεί να καλύψει τα ελλείμματα στις ειδικές θεραπείες και την ειδική αγωγής με πρακτικές «ιδρυματοποίησης» τους αντιμετωπίζοντας το πλήθος των διαταραχών ως μία απλή κοινή ασθένεια. Σε συνδυασμό με την «σιωπή» των γονέων και των άμεσα ενδιαφερομένων, βρισκόμαστε στα τρομακτικά μεγέθη ενός «αόρατου παιδικού πληθυσμού» με διαταραχές και σίγουρες μελλοντικές μαθησιακές δυσκολίες που το επίσημο κράτος αλλά και η κοινωνία ολόκληρη θα κληθεί να αντιμετωπίσει.
Σύμφωνα με πρόσφατα επιδημοδιολογικά δεδομένα σε κάθε 10.000 παιδιά που γεννιούνται τα 50 με 58 συμπεριλαμβάνονται στο φάσμα αναπτυξιακών διαταραχών αυτιστικού τύπου.Συνεπαγωγικά, στην Ελλάδα των περίπου 10.000.000 ανθρώπων υπερβαίνουν τις 50.000. Ένας κόσμος ολόκληρος, στην πλειοψηφία του «αόρατος» για την ελληνική Πολιτεία.[4]
Τα άτομα με αναπηρίες αποτελούν το 9,3% του συνολικού πληθυσμού της χώρας. Κι σε αυτό τον τομέα είναι χαρακτηριστική η απουσία ουσιαστικής κρατικής μέριμνας, που θα ξεκινά από την πρόληψη της αναπηρίας, μέχρι την αποκλειστικά δημόσια και δωρεάν έγκαιρη θεραπεία και αποκατάσταση, με ό, τι αυτό συνεπάγεται με τη χρήση όλων των σύγχρονων επιτευγμάτων της επιστήμης και της τεχνολογίας.
Το προσφάτως δημοσιοποιηθέν πόρισμα της επιστημονικής επιτροπής για θέματα Ειδικής Αγωγής και Θεραπείας[5] κάνει λόγο για 1.600 διαταραχές, άρα αντιλαμβάνεται κανεί το εύρος της ειδικής αγωγής και των προβλημάτων που αντιμετωπίζει ο μέσος οικογενειακός προϋπολογισμός των οικογενειών εκείνων που προσπαθούν να εφαρμόσουν προγράμματα πρώϊμης παρέμβασης και να ακολουθήσουν τα προτεινόμενα θεραπευτικά πρωτόκολλα[6] ξοδεύονται χρήματα που είναι πολλαπλάσια του ποσού που δικαιολογεί σήμερα ο ΕΟΠΥΥ οι άλλοι ασφαλιστικοί φορείς.
Πάνω από 200.000 παιδιά με αναπηρία ή μαθησιακές δυσκολίες σε όλη τη χώρα, παραμένουν εκτός των δομών της Ειδικής Αγωγής , με τραγικές συνέπειες για την πορεία της ζωής τους αλλά και των οικογενειών τους. Διότι αναγκάζονται να καταφεύγουν στον ιδιωτικό τομέα και αν δεν μπορούν να ανταποκριθούν οικονομικά, δεν ολοκληρώνουν τα θεραπευτικά πρωτόκολλα. Κι ενώ έτσι έχει η κατάσταση φέτος το 2018 για τις θεραπείες των παιδιών στην Ειδική Αγωγή το κονδύλι των 110 εκατομμυρίων μειώθηκε στα 60 εκατομμύρια και οι γονείς είναι απλήρωτοι για 15 μήνες, με αποτέλεσμα να έχουν σταματήσει τις θεραπείες των παιδιών. Επίσης δε προστέθηκαν νέες περικοπες που θα πληρώνουν οι οικογένειες, καθώς με την εφαρμογή των κανονισμών του ΕΟΠΥΥ, μια σειρά από θεραπείες που δικαιολογούνταν έχουν μειωθεί δραστικά, έχουν αυξηθεί δε τα ποσοστά συμμετοχής σε φάρμακα και βοηθήματα. [7]
Αντλώντας στοιχεία από πλήθος δημοσιογραφικών αναφορών, αντιλαμβανόμαστε και μία πρόσθετη δυσκολία που αντιμετωπίζει η σημερινή Ελληνική Οικογένεια στην εφαρμογή της συγκεκριμένης μορφής εκπαιδευτικής υποστήριξης, την Παράλληλη Στήριξη. Για το προηγούμενο σχολικό έτος είχαν 5.300 αιτήματα για Παράλληλη Στήριξη και προσελήφθησαν συνολικά 2.500.
Σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Παιδείας, φέτος τα αιτήματα για Παράλληλη Στήριξη σε όλη την Ελλάδα έφθασαν τα 5.600, αλλά εκτιμάται ότι τους επόμενους μήνες άγγιξαν τα 6.000. Στις 5 Σεπτεμβρίου τοποθετήθηκαν μόλις 1.377 εκπαιδευτικοί στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση και 287 στη Δευτεροβάθμια, ενώ σε δεύτερη φάση τον Νοέμβριο αναμενόταν να εγκριθούν 1.116 πιστώσεις ακόμη για το συγκεκριμένο πρόγραμμα με την τελευταία «δόση» προσλήψεων να γίνεται τον Μάρτιο, ένα τρίμηνο πριν την λήξη των μαθημάτων… Συνολικά φέτος υπάρχει πρόβλεψη να προσληφθούν 2.780 αναπληρωτές για την Παράλληλη Στήριξη. Αυτό σημαίνει ότι 3.220 παιδιά σε όλη την Ελλάδα μένουν χωρίς Παράλληλη Στήριξη, επειδή η κυβέρνηση δεν εγκρίνει τα απαραίτητα κονδύλια για το συγκεκριμένο πρόγραμμα που καλύπτει κυρίως το φάσμα του αυτισμού και της υπερκινητικότητας.
Σύμφωνα με το υπουργείο Παιδείας, φέτος οι πιστώσεις για την Παράλληλη Στήριξη έχουν αυξηθεί, καθώς τις προηγούμενες δυο χρονιές είχαν εγκριθεί 2.200 και 2.482 θέσεις αντίστοιχα, ενώ φέτος φθάνουν τις 2.780. Ωστόσο, και πάλι χιλιάδες παιδιά μένουν χωρίς Παράλληλη Στήριξη.
Να επισημανθεί ότι οι ελλείψεις σε δομές Ειδικής Αγωγής αφήνουν αβοήθητα τα νήπια και τα προνήπια με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, δυσκολεύουν ακόμα περισσότερο τη λειτουργία του Νηπιαγωγείου, ενώ η πρώιμη παρέμβαση είναι σχεδόν ανύπαρκτη.
Τα Τμήματα Ένταξης είναι τελείως ανοργάνωτα. Υπάρχουν τεράστιες ελλείψεις σε εξειδικευμένο προσωπικό, σε δομές, προγράμματα, υλικά και κυρίως καθοδήγηση και εποπτεία του όλου οικοδομήματος.
Επιπλέον, σε περιοχές πληθυσμιακά και κοινωνικοοικονομικά τόσο ανομοιογενείς και μάλιστα φτωχές, όπως ο νομός Ροδόπης, όπου οι οικογένειες κατώτερων κοινωνικο-πολιτισμικών στρωμάτων υποφέρουν από την κρίση και την ανεργία, τα παιδιά αυτών των οικογενειών και συνάμα μαθητές με δυσκολίες μάθησης και εκπαιδευτικές ανάγκες μπορούν, να στηριχθούν σημαντικά μέσα από αυτή τη δομή.[8]
Πρόσθετους προβληματισμούς δημιουργεί και ο μηχανισμός επιλογής και στελέχωσης των εκπαιδευτικών δομών όπου έχουμε περιπτώσεις διορισθέντων (αναπληρωτών) οι οποίοι δεν έχουν καμία προπαίδευση και επαφή με τον χώρο του επιστημονικού τους αντικειμένου![9]
Η Ειδική Αγωγή είναι ο πλέον παραμελημένος τομέας της Παιδείας μας. Αν εξετάσουμε την ποιότητα της «ειδικής εκπαίδευσης» στη χώρα μας, θα δούμε ότι δεν έχει καμία σχέση με την αντίστοιχη στις χώρες της Ευρώπης. [10] Ειδικά αυτή που παρέχεται στην πλειοψηφία των παιδιών μέσα σε κοινές τάξεις μοιάζει περισσότερο με φύλαξη παρά με ισότιμη εκπαίδευση και στηρίζεται σε αναπληρωτές και ωρομίσθιους, ανειδίκευτους, δασκάλους.
Όλα αυτά βέβαια μέχρι το 2020, που ολοκληρώνεται η χρηματοδότηση απ’ το ΕΣΠΑ[11], μετά τί; Ήδη έχει αρχίσει να συζητείται σε επιστημονικούς, εκπαιδευτικούς, πολιτικούς κύκλους η κατάργηση του θεσμού και αντικατάστασή του από άλλες μορφές “στήριξης” με μικρότερο κόστος. Η αλήθεια είναι πως μέχρι σήμερα ο θεσμός υπολειτουργεί, αλλά ακόμα και έτσι πολλά παιδιά και οικογένειες έχουν ωφεληθεί.
Χρησιμοποιώντας έννοιες όπως «συνεκπαίδευση», συμπερίληψη», «προώθηση της ένταξης», «ίσες ευκαιρίες στην εκπαίδευση»[12], τμήμα του εκπαιδευτικού κόσμου αλλα και θεωρητικών της εκπαίδευσης και της παιδαγωγικής σε συνεργασία με μερίδα του πολιτικού προσωπικού της χώρας επιχειρεί να αναδιατάξει το εκπαιδευτικό σκηνικό στην ειδική αγωγή σε βάρος των μορφωτικών δικαιωμάτων των παιδιών. Η τροπολογία ακολουθεί τις οδηγίες της ΕΕ για την υποβάθμιση των σταθερών δομών της ειδικής εκπαίδευσης, με άλλοθι το επιχείρημα της πλήρους ένταξης μαθητών με αναπηρίες και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στα γενικά σχολεία. Καλλιεργεί αντιλήψεις για το ότι η διαφοροποιημένη διδασκαλία αποτελεί την πανάκεια για τις εκπαιδευτικές ανάγκες όλων των μαθητών στο όνομα της συνεκπαίδευσης, συμπερίληψης.
Στοχοποιεί τους μαθητές με αναπηρία που υποστηρίζονται σε δημόσιες και δωρεάν δομές ειδικής αγωγής και επιδιώκει τη μείωση του κρατικού κόστους για την εκπαίδευσή τους. Η τροπολογία αλλάζει εντελώς το χαρακτήρα και τον προσανατολισμό των τμημάτων ένταξης, αφού χρεώνει στους εκπαιδευτικούς που υπηρετούν στη δομή αυτή ρόλο part time παράλληλης στήριξης μικρότερου αριθμού μαθητών σε κάθε σχολική μονάδα. Μειώνει τον εκπαιδευτικό χρόνο και τις στοχευμένες εκπαιδευτικές παρεμβάσεις που αντιστοιχούν σε κάθε μαθητή που υποστηρίζεται στο Τμήμα Ένταξης.
Δυστυχώς, η παρεχόμενη από το Υπουργείο Παιδείας Ειδική Αγωγή είναι ελλιπέστατη ποσοτικά και ποιοτικά και στην ουσία δεν αποτελεί κομμάτι του εκπαιδευτικού συστήματος της χώρας μας. Συνήθως οι διάφορες ρυθμίσεις, διακηρύξεις, νομοθετικές διατάξεις ή ο σχεδιασμός αναλυτικών προγραμμάτων και βιβλίων που γίνονται από το Υπουργείο Παιδείας, αφορούν το γενικό πληθυσμό των παιδιών, χωρίς να υπολογίζονται σε αυτόν οι μαθητές με ειδικές ανάγκες.
Κλείνουμε την «ολιστική» προσέγγιση του ζητήματος με την αναφορά μας στην Ετήσια Έκθεση για την Εκπαίδευση 2017-18 όπου ειδικά φέτος εκπονήθηκε από τη ΓΣΕΕ σε συνεργασία με το «Παρατηρητήριο Θεμάτων Αναπηρίας» της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ατόμων με Αναπηρία (ΕΣΑμεΑ) και έχει ως θέμα: «Βασικά μεγέθη Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης: Διακρίσεις και Ανισότητες στην Εκπαίδευση και στην Εργασία». Η παρουσίαση εστίασε σε στοιχεία για τη θέση της Ελλάδας συγκριτικά με την ΕΕ-28 και σε αντιπαραβολή με τα άτομα χωρίς αναπηρία, σε ό,τι αφορά:
α) τους «εκπαιδευτικούς δείκτες» της περιόδου αναφοράς 2010-2016 όπου αναδείχτηκε η ανισότητα ως προς την πρόσβαση στην εκπαίδευση των ατόμων με αναπηρία στη χώρα μας. Η συγκεκριμένη πληθυσμιακή ομάδα παρουσιάζει σημαντικά υψηλότερες πιθανότητες να σταματήσει τη φοίτησή της στις χαμηλότερες βαθμίδες της εκπαίδευσης σε σχέση με τα άτομα χωρίς αναπηρία, καταγράφοντας σημαντικά χαμηλότερο μορφωτικό επίπεδο, υψηλότερα ποσοστά πρόωρης εγκατάλειψης της εκπαίδευσης & κατάρτισης και υψηλότερες τιμές στο δείκτη NEETs.
β) Τους «δείκτες ανεργίας και απασχόλησης» με τη χώρα μας –σύμφωνα με τα στοιχεία του 2013– να κατέχει τον υψηλότερο δείκτη ανεργίας για τα άτομα με περιορισμό/αναπηρία ηλικίας από 16 έως & 64 ετών (37,2%) στην ΕΕ-28 και ταυτόχρονα τον 2ο χαμηλότερο δείκτη απασχόλησής τους στη συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα (30,5%).
γ) τους «δείκτες φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού» στα άτομα με αναπηρία όπου η Ελλάδα καταγράφει υψηλές τιμές την περίοδο αναφοράς 2010-2013, ενώ οι κοινωνικές μεταβιβάσεις στο εισόδημα των ατόμων αυτών και των οικογενειών τους -παρόλο που αποδεικνύονται πολύτιμες για την καταπολέμηση της φτώχειας (χωρίς αυτές ο δείκτης του κινδύνου φτώχειας εκτοξεύεται από το 26,7% στο 61,7%)- φαίνεται να μην λειτουργούν αντισταθμιστικά στις υψηλές δαπάνες τους για επιπλέον υποστήριξη και ειδικό εξοπλισμό. Σε κάθε περίπτωση όμως αποτελούν τον καθοριστικό παράγοντα προκειμένου να μην οδηγηθούν τα 3/5 των ατόμων με αναπηρία κάτω από το όριο της φτώχειας.[13]
Συνοψίζοντας, πιο σημαντικό απ’ όλα πρέπει να θεωρούμε την ανάγκη που διαφαίνεται και είναι επιτακτική πια, της επιμόρφωσης και κατάρτισης των εκπαιδευτικών της γενικής αγωγής στα θέματα των παιδιών με αναπηρία, με διαταραχή, με μαθησιακή δυσκολία, που φοιτούν στα γενικά σχολεία, καθώς και η δημιουργία διαύλων συνεργασίας ανάμεσα στους εκπαιδευτικούς της παράλληλης στήριξης και τους εκπαιδευτικούς της γενικής εκπαίδευσης, όταν αυτοί συνυπάρχουν στο τυπικό σχολικό πλαίσιο.
Η ουσιαστική συνεργασία όλων των εμπλεκομένων (σχολείου, οικογένειας, θεραπευτών) είναι εκείνη που θα επιφέρει το μέγιστο στην πρόοδο, την εξέλιξη, αλλά και στη μελλοντική αυτονόμηση του παιδιού με αναπηρία ή και με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες.
Τέλος διάχυτη είναι η ανησυχία όσον αφορά το μέλλον του θεσμού της παράλληλης στήριξης, εφόσον το 2020 σταματάει η χρηματοδότηση του θεσμού από το ΕΣΠΑ και για τη συνέχισή του θα απαιτηθεί η έγκριση της χρηματοδότησής του στον κρατικό προυπολογισμό.
Σκέψεις και Προτάσεις Γονέων Που Διεκδικούν Παράλληλη Στήριξη
Παράλληλη στήριξη στην Ελλάδα του 2018: ο τρόπος που εφαρμόζεται αποτελεί παγκόσμια πρωτοτυπία (αρνητική φυσικά). Ακόμα και όταν ο δάσκαλος της παράλληλης στήριξης φτάσει στο σχολείο των παιδιών μας (γιατί και αυτό δεν είναι σίγουρο ότι θα γίνει) τότε από τις 30 διδακτικές ώρες εβδομαδιαίως θα βρίσκεται εκεί συνήθως για 6-8-10 ώρες την εβδομάδα. Αντί να είναι εκεί με την έναρξη της σχολικής χρονιάς , η τοποθέτησή του γίνεται συνήθως με 2-3-4 και 5 μήνες καθυστέρηση -φέτος οι τελευταίες τοποθετήσεις έγιναν με τρίμηνες συμβάσεις εκπαιδευτικών το Μάρτιο. Το υπάρχον εκπαιδευτικό σύστημα μας εμπαίζει θεωρώντας ότι τα παιδιά μας είναι για παράδειγμα αυτιστικά τις 6, τις 8, τις 10 ώρες εβδομαδιαίως ενώ τις υπόλοιπες διδακτικές ώρες είναι νευροτυπικά και δεν το ξερουμε…
Αυτή η αντιμετώπιση απ’ την πολιτεία οδηγεί τις οικογένειες των συγκεκριμένων παιδιών να αντιμετωπίζουν τραγικές καταστάσεις . Κάποιοι γονείς αναγκάζονται να εγκαταλείπουν τις εργασίες τους και να κάνουν οι ίδιοι παράλληλη στήριξη στα παιδιά τους, άλλοι αναγκάζονται να παίρνουν τα παιδιά τους νωρίτερα απ’ το σχολείο στις 10:00 ή στις 11:00 το πρωί ή να τα στέλνουν τις μισές μέρες της εβδομάδας. Άλλοι γονείς είναι εγκλωβισμένοι στα σπίτια τους και περιμένουν να ειδοποιηθούν απ’ το σχολείο, ώστε να σπεύσουν κάθε φορά που το παιδί αντιμετωπίζει θέματα που οι εκπαιδευτικοί δε μπορούν να διαχειριστούν και κάποιοι αναγκάζονται να πληρώνουν 500-700 ευρώ μηνιαίως για ιδιωτική παράλληλη στήριξη. Υπάρχουν βέβαια και εκείνα τα παιδιά που οι γονείς τους είτε δεν ενδιαφέρονται, είτε δεν έχουν αντιληφθεί τη σοβαρότητα της κατάστασης και βρίσκονται παρατημένα, παρκαρισμένα θα λέγαμε καλύτερα, στο προαύλιο, στους διαδρόμους και σε όλους τους κοινόχρηστους χώρους του σχολικού κτηρίου και περιφέρονται μόνα τους βάζοντας σε σοβαρό κίνδυνο τη σωματική τους ακεραιότητα. Σε κάθε περίπτωση τα παιδιά που στερούνται ειδικής εκπαιδευτικής αγωγής οδηγούνται στην αμάθεια και μαζί με τις οικογένειές τους είναι ευάλωτα στον κοινωνικό αποκλεισμό, τον κοινωνικό ρατσισμό, την περιθωριοποίηση και την κάθε λογής βία.
Αλλά τι ακριβώς είναι η παράλληλη στήριξη για μας και τα παιδιά μας;
Συγκεκριμένα λοιπόν η παράλληλη στήριξη παρέχεται σε μαθητές που μπορούν, με κατάλληλη ατομική υποστήριξη, να παρακολουθήσουν το αναλυτικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα της τάξης.
Ο δάσκαλος τώρα της Παράλληλης Στήριξης είναι πολύ περισσότερα από τον άνθρωπο που απλά κάθεται δίπλα τους στο θρανίο και τα βοηθάει καθ’ όλη τη διάρκεια του μαθήματος. Είναι εκείνος που συμβάλλει στην κοινωνικοποίηση, την ενσωμάτωσή τους, που θα τα προστατεύσει από τη σχολική βία, τον ρατσισμό, τον κοινωνικό αποκλεισμό, την περιθωριοποίηση, τον σχολικό εκφοβισμό, είναι ο άνθρωπος που θα γίνει η γέφυρα η οποία θα ενώσει τον κόσμο τους με εκείνον των συμμαθητών τους και που θα συμβάλει αποτελεσματικά στην οριοθέτηση και την προσαρμογή τους, καθώς επίσης και που μέσα στο σχολείο θα δημιουργήσει περιβάλλον συνεργασίας και υποστήριξης για αυτά τα “διαφορετικά” παιδιά.
Η ένταξη των παιδιών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στο γενικό σχολείο μέσω του θεσμού της παράλληλης στήριξης συμβάλει στο να ξεπεραστούν σε μεγάλο βαθμό τα προβλήματα και οι δυσκολίες τους και μακροπρόθεσμα να γίνουν λειτουργικό κομμάτι της κοινωνίας . Στο μέλλον αυτά τα παιδιά μπορούν να ανεξαρτητοποιηθούν, να εργαστούν, να σπουδάσουν και όχι να ζουν στο περιθώριο, με προνοιακά επιδόματα, σε ιδρύματα, με ψυχοφάρμακα ή σε βάρος των αδερφών τους, αν υπάρχουν.
Όλα αυτά βέβαια μέχρι το 2020, που ολοκληρώνεται η χρηματοδότηση απ’ το ΕΣΠΑ[14], μετά τί; Ήδη έχει αρχίσει να συζητείται σε επιστημονικούς, εκπαιδευτικούς, πολιτικούς κύκλους η κατάργηση του θεσμού και αντικατάστασή του από άλλες μορφές “στήριξης” με μικρότερο κόστος. Η αλήθεια είναι πως μέχρι σήμερα ο θεσμός υπολειτουργεί, αλλά ακόμα και έτσι πολλά παιδιά και οικογένειες έχουν ωφεληθεί. Οι ιθύνοντες ισχυρίζονται ότι κάθε χρόνο αυξάνεται ο αριθμός των αιτήσεων για παράλληλη στήριξη και αυτό είναι αλήθεια, αλλά έχει αναρρωτηθεί κανένας : γιατί;
Στην πραγματικότητα ο αριθμός των παιδιών που είναι στο φάσμα του αυτισμού βαίνει δυστυχώς αυξανόμενος, όμως μόνο σε αυτό οφείλεται και η αύξηση των αιτήσεων των παράλληλων στηρίξεων; Οι δικαιούχοι με βάση το νόμο είναι: κωφοί, τυφλοί, αυτιστικοί, όμως κάθε χρόνο όλο και περισσότερα παιδιά διεγνωσμένα με διάσπαση προσοχής και υπερκινητικότητα, δυσπραξία, μαθησιακές δυσκολίες γίνονται δικαιούχοι αυτής της παροχής. Αναρωτιέται εύλογα κανείς: Γιατί; Γιατί παιδιά που οι δυσκολίες τους θα αντιμετωπίζονταν σε τμήματα ένταξης γίνονται δικαιούχοι της παράλληλης στήριξης; Επίσης έχει ελέγξει κανείς αν όλα τα παιδιά που είναι στο φάσμα του αυτισμού χρειάζονται δίπλα τους ένα δάσκαλο της παράλληλης στήριξης ή απλά ένα σχολείο που να μπορεί να τα καταλάβει και να τα διαχειριστεί; Συγκεκριμένα αναφέρομαι στα παιδιά που είναι υψηλά λειτουργικά και δεν έχουν μαθησιακές δυσκολίες, αυτά τα παιδιά αν βρίσκονται σε περιβάλλον που βιώνουν αποδοχή, αγάπη, εμπιστοσύνη τότε μπορούν να τα καταφέρουν αρκετά καλά χωρίς να έχουν διαρκώς κάποιον δίπλα τους.
Αν θέλουμε να μειωθεί ο αριθμός των αιτήσεων για παράλληλη στήριξη θα πρέπει να αυξηθεί το επίπεδο της συνεργατικής διδασκαλίας. Το αυτιστικό παιδί είναι υπόθεση όλου του σχολείου, όλων των δασκάλων, όλων των ειδικοτήτων.
Έτσι λοιπόν τα Τμήματα Ένταξης θα πρέπει꞉
-να λειτουργούν με μεγαλύτερη ευελιξία, αυξημένες αρμοδιότητες και αυτονομία, πάντα όμως στα πλαίσια του γενικού σχολείου και οργανικά ενταγμένα σε αυτό,
-να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας που αφορούν ειδικούς παιδαγωγούς, βοηθητικό εκπαιδευτικό προσωπικό, ψυχολόγους, κοινωνικούς λειτουργούς καθώς και θέσεις εργασίας για ειδικότητες όπως λογοθεραπευτές, εργασιοθεραπευτές, φυσιοθεραπευτές για την ολιστική προσέγγιση της ένταξης του μαθητή,
-να υπάρχει μόνιμη και σταθερή δουλειά για το ειδικό προσωπικό, έτσι ώστε να εδραιωθεί η εμπιστοσύνη με τους μαθητές,
-να βελτιωθεί η υλικοτεχνική υποδομή τους έτσι ώστε ν’ ανταποκρίνονται στις ανάγκες των μαθητών,
-τουλάχιστον ένα Τμήμα Ένταξης σε κάθε σχολική μονάδα,
-να ιδρυθούν νέες Σχολικές Μονάδες Ειδικής Εκπαίδευσης.
Γνωρίζετε πόσοι διευθυντές σχολείων αρνούνται να κάνουν εγγραφή σε αυτιστικά παιδιά με το πρόσχημα ότι δε γνωρίζουν τι είναι αυτισμός και ότι το εκει περιβάλλον δεν είναι κατάλληλο για το συγκεκριμένο παιδί; Και θα μας πείτε πως ανεξάρτητα από το τι ισχυρίζονται εκείνοι στην πραγματικότητα είναι υποχρεωμένοι να δεχθούν αυτό το παιδί. Όμως ποιος γονιός, γνωρίζοντας εκ προοιμίου ότι το παιδί του δεν είναι αποδεκτό στον εν λόγο χώρο θα το αφήσει εκεί. Ακόμη όμως και αν το σχολείο δεχθεί να εγγράψει το συγκεκριμένο παιδί τότε για μας τους γονείς αρχίζει ένας μεγάλος Γολγοθάς. Οι εκπαιδευτικοί της γενικής εκπαίδευσης ισχυρίζονται ότι δε γνωρίζουν και πράγματι έτσι είναι διότι επισήμως δε τους έχει δοθεί κανένα είδος κατάρτισης, επιμόρφωσης, εκπαίδευσης σχετικά με την ειδική αγωγή και τις ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. Όμως όταν πια 1 στα 67 παιδιά που γεννιούνται είναι στο φάσμα του αυτισμού τότε ποιος δίνει το δικαίωμα στους εκπροσώπους του εκπαιδευτικού συστήματος να μη γνωρίζουν; Και επιπροσθέτως πως μπορεί ένας γονιός να εμπιστευτεί, τουλάχιστον για 5 ώρες την ημέρα το παιδί του σε ένα χώρο που…δεν γνωρίζει ούτε πως να επικοινωνήσει μαζί του, ούτε πως να το βοηθήσει.
Ετσι λοιπόν ξεκινάμε οι ίδιοι οι γονείς μια προσπάθεια επιμόρφωσης του σχολείου. Τις περισσότερες φορες φυσικά γινόμαστε γραφικοί, κάτι σαν οι “τρελοί του χωριού” και επειδή ακριβώς είμαστε γονείς και άρα συναισθηματικά εμπλεκόμενοι και ιδιαιτέρως συναισθηματικά φορτισμένοι, δεν θεωρούμαστε αξιόπιστοι, έτσι πληρώνουμε οι ίδιοι τους θεραπευτές των παιδιών μας προκειμένου να ενημερώσουν τους εκπαιδευτικούς.
Υπάρχει αυτή τη στιγμη στην Ελλάδα ένα υπέροχο δυναμικό μεσα στα σχολεία που παραμένει εντελώς αναξιοποίητο και ανενεργό και αυτοί είναι ακροβώς οι νηπιαγωγοί, οι δάσκαλοι, οι καθηγητές των γενικών σχολείων στα οποία φοιτούν αυτιστικά παιδιά. Και είναι άνθρωποι κατά κύριο λόγο ευαισθητοποιημένοι, με πολύ διάθεση να προσφέρουν και να σταθούν δίπλα στα διαφορετικά παιδιά και τις οικογένειές τους. Αν μάλιστα τους δοθεί η κατάλληλη επιμόρφωση και κατάρτιση μπορούν σίγουρα να στηρίξουν μεγάλο αριθμό παιδιών χωρίς εκείνα να χρειάζονται εκπαιδευτικό παράλληλης στήριξης δίπλα τους.
Ένας άλλος τρόπος μείωσης του αριθμού των εκπαιδευτικών παράλληλης στήριξης είναι η διδασκαλία των μαθητών που είναι στο φάσμα του αυτισμού σε μικρά τμήματα διδασκαλίας (10-15 ατόμων). Τα παιδιά αυτά δυσκολεύονται σε χώρους με πολλά άτομα γιατί συνήθως η ακοή και η όσφρησή τους είναι ανεπτυγμένη από 10-100 φορές περισσότερο σε σχέση με τους νευροτυπικούς συνομιλήκους τους. Δυσκολεύονται να αντιληφθούν τη γλώσσα του σώματος, να κατανοήσουν τα πειράγματα των συμμαθητών τους, να ξεχωρίσουν την κυριολεξία από τη μεταφορά. Έτσι λοιπόν με ή χωρίς παράλληλη στήριξη η διδασκαλία των αυτιστικών μαθητών σε τμήματα των 25 παιδιών καθίσταται σχεδόν αδύνατη, με αποτέλεσμα πολλά από τα συγκεκριμένα παιδιά να αποκλείονται της μαθησιακής διαδικασίας.
Στον αντίποδα όλων αυτών βρίσκεται η εισαγωγή νέων ψυχοφαρμάκων και η όλο και συχνότερη προτροπή να δώσουμε στα παιδιά μας (παιδια 5-6-7-8 ετων που ακόμη δεν έχουν δοκιμασθεί και εξαντληθεί όλοι οι άλλοι τρόποι παρέμβασης) φάρμακα για να κάθονται φρόνιμα και να μη δημιουργούν προβλήματα. Ένας αυτιστικός μαθητής στην οικογένεια και στο σχολείο που εκφράζεται με ένταση, θυμό, ακόμη και βίαιες συμπεριφορές, έχει ο ίδιος πρόβλημα, χωρίς ποτέ να εξετάζεται ο τρόπος με τον οποίο αυτό το παιδί αντιμετωπίζεται και υποστηρίζεται στο όποιο πλαίσιο. Ένα παιδί που βιώνει απόρριψη, μέσα σε μια αβοήθητη, τις περισσότερες φορές αγχωμένη, διαλυμένη οικογένεια, που αναγκάζεται να βρίσκεται σε ένα σχολείο υποβαθμισμένο σχολείο με εκπαιδευτικούς που αδυνατούν να το κατανοήσουν και να το διαχειριστούν, ευθύνεται άραγε το ίδιο για τη συμπεριφορά του και η λύση είναι η φαρμακευτική αγωγή;
Τα παιδιά που είναι στο φάσμα του αυτισμού είναι άτομα με αξιόλογες, άνω του μέσου όρου ικανότητες , πολύ χαρισματικά, με εξαιρετική μνήμη, αντίληψη, προσοχή, που όμως για να μπορέσουν να ξεδιπλώσουν αυτές τους τις ικανότητες και μελλοντικά να ζήσουν αυτόνομα και ανεξάρτητα, θα πρέπει να ζουν σε περιβάλλον ηρεμίας αποδοχής, να αισθάνονται την αξία τους , να βιώνουν ικανοποίηση προκειμένου να αλλάξει η τρέχουσα δυναμική που τα θέλει αδύναμα, ανίσχυρα, εξαρτημένα.
Αν θέλουμε να μιλάμε για ολοκληρωμένη θεραπευτική παρέμβαση ο χώρος που πρέπει να στηριχθεί επαρκώς είναι το σχολείο γιατί σαν μικρογραφία της κοινωνίας είναι αυτό που θα βάλει τα θεμέλια στην ανεξαρτησία και την ωριμότητα των παιδιών στην ενήλικη ζωή τους και οι εκπαιδευτικοί μαζί με τους θεραπευτές και την οικογένεια βρίσκονται στην πρώτη γραμμή. Δυστυχώς η στήριξη αυτών των μαθητών στα σχολεία κοστίζει και κοστίζει επειδή αποτελεί τη μοναδική ολοκληρωμένη θεραπευτική παρέμβαση, γιατί για να μπορούν να βρίσκονται εκεί τα παιδιά μας, να εξελίσσονται και να μορφώνονται ισότιμα με τα υπόλοιπα παιδιά της ηλικίας τους θα πρέπει οι εκπαιδευτικοί μας να καταρτισθούν πάνω στα θέματα της αναπηρίας, των μαθησιακών δυσκολιών, των ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών, η διδασκαλία να γίνεται σε μικρά τμήματα και να υπάρχουν δάσκαλοι παράλληλης στήριξης από την έναρξη ως τη λήξη της σχολικής χρονιάς, από την προσέλευση,ως την αποχώρηση των συγκεκριμένων μαθητών στο σχολείο. Αυτός είναι και ο μόνος δρόμος που μπορεί να βγάλει τα παιδιά μας απ’ το περιθώριο, τον αποκλεισμό, το στίγμα και να τα οδηγήσει στη κοινωνική συμμετοχή, την ισότιμη μεταχείριση, την ανεξάρτητη διαβίωση. Η παρέμβαση μέσα στο σχολείο αλλάζει ζωές και βλέπουμε τα παιδιά μας να κάνουν άλματα, να γίνονται θαύματα σε όσους από εμάς έχουμε την τύχη να βιώνουμε επάρκεια δομών και αρμονική συνεργασία με τους συλλόγους διδασκόντων και τους συλλόγους γονέων και κηδεμόνων. Για αυτό και δε μπορώ να δεχθώ ότι οι μεταρρυθμίσεις που προωθούνται, αλλά και οι συζητήσεις που γίνονται σε επιστημονικούς και εκπαιδευτικούς κύκλους πια δεν είναι το κατά πόσον είναι αποτελεσματική η τάδε παρέμβαση, η τάδε παροχή, αλλά με το πόσο κοστίζει.
Όταν μιλάμε λοιπόν για αυτά τα παιδιά δεν αναφερόμαστε σε έναν αφηρημένο αριθμό ατόμων, αλλά σε ανθρώπους. Είναι το παιδί μου, το παιδί της Μαρίας, της Ντορέλας, της Δήμητρας, της Σοφίας, της Σταυρούλας, της Κατερίνας. Είναι ο Νικόλας, ο Ταξιάρχης, Αγγελος, ο Αλέξανδρος, ο Χρίστος, ο Κωνσταντίνος, ο Τζίμης, ο Αναστάσης. Είναι ο λόγος που παλεύουμε, που υπάρχουμε και αναπνέουμε. Και αν θέλουμε να μιλάμε για πολιτισμένη κοινωνια θα πρέπει πάνω απ’ όλα να έχουμε μια ανθρώπινη κοινωνία μια κοινωνία που να στηρίζει τον άνθρωπο και όχι τα νούμερα. Και πριν αποφασίσουμε ότι η παραλληλη στήριξη είναι απλά μια μη βιώσιμη επιλογή που επιβαρύνει τον κρατικό προυπολογισμό ας αναρωτηθούμε, αν όλοι όσοι αποφασίζουν για τα δικά μας παιδιά σήμερα, βρίσκονταν στη θέση μας, θα μπορούσαν να εμπιστευτούν τα παιδιά τους σε ένα σχολείο που δε γνωρίζει, με δασκάλους χωρίς καμία κατάρτιση στην ειδική αγωγη, μεσα σε τμηματα 25 μαθητών και χωρίς δάσκαλο παράλληλης στήριξης;
[1] https://www.facebook.com/groups/1624753947548150/
[2] Στις 21-11-2017, 3 γονείς που τα παιδιά τους βρίσκονται στο φάσμα του αυτισμού, δημιούργησαν σε μέσο κοινωνική δικτύωσης την ομάδα που λέγεται “Γονείς που διεκδικούν δημόσια παράλληλη στήριξη”. Η ομάδα σήμερα αριθμεί πάνω από 1300 μέλη, γονείς, θεραπευτές, αλληλέγγυους, και άμεσα ενδιαφερόμενους. Η ομάδα αλληλεπιδρά με αντίστοιχες ομάδες , έχει οργανώσει σειρά δράσεων ευαισθητοποίησης , έχει πραγματοποιήσει επαφές με εκπροσώπους της πολιτικής και πολιτειακής ηγεσίας κι έχει δημιουργήσει βάση δεδομένων με πρωτότυπες καταγραφές και βιωματικές εμπειρίες από μέλη της ομάδας. Από την πρώτη στιγμή είναι στο πλευρό μας ο Σύλλογος Αποφοίτων Τμημάτων Ειδικής Αγωγής (ΣΑΤΕΑ) και η Πανελλήνια Ομοσπονδία Σωματείων – Συλλόγων Ατόμων με Σακχαρώδη Διαβήτη (ΠΟΣΣΑΣΔΙΑ).
[3] http://www.dsanet.gr/Epikairothta/Nomothesia/n3699_08.htm
[4] https://www.komotinipress.gr/ta-pedia-mias-aoratis-elladas-ke-gonis-tous-apetoun/
[5] https://www.komotinipress.gr/to-porisma-tis-epistimonikis-epitropis-gia-themata-idikis-agogis-ke-therapias/
[6] https://www.komotinipress.gr/o-ikogeniakos-proipologismos-tis-idikis-agogis/
[7] https://www.komotinipress.gr/na-min-exisothi-idiki-agogi-ta-analosima/
[8] https://www.komotinipress.gr/kravgi-tis-rodopis-gia-tin-idiki-agogi-ke-siopi-ton-tagon/
[9] http://www.alfavita.gr/arthron/anakoinoseis/satea-epistoli-pros-ton-yp-paideias-gia-tin-eidiki-agogi
[10] https://www.kanep-gsee.gr/wp-content/uploads/2018/05/ETEKTH_2017-28.pdf
[11] http://anaptyxi.gov.gr/Default.aspx
[12] https://pjp-eu.coe.int/en/web/inclusive-education/home
[13] https://www.kanep-gsee.gr/wp-content/uploads/2018/05/ETEKTH_2017-28.pdf
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies, για την συλλογή στατιστικών στοιχείων και την διασφάλιση της καλύτερης εμπειρίας σας.
Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τη χρήση των cookies. Tι είναι τα Cookies;