Άρθρο του Ευριπίδη Στ. Στυλιανίδη, βουλευτή Ροδόπης για το περιοδικό ΕΠΙΚΑΙΡΑ
Στη σημερινή συγκυρία έχει μεγάλη αξία η συνάντηση και η συνεννόηση σε πανευρωπαϊκό επίπεδο των χώρων της εργασίας, της αγοράς, της τεχνοκρατίας και της πολιτικής. Nιώθω εξ’ αρχής την ανάγκη να ξεκαθαρίσω τους δύο πυλώνες πάνω στους οποίους εδράζεται η φιλοσοφία, η νοοτροπία, η πολιτική και τα όνειρά μου για την πατρίδα μου, την Ελλάδα:
Με την τοποθέτησή μου θα επιδιώξω να απαντήσω στα παρακάτω ερωτήματα:
Η Ευρώπη έχασε μια σημαντική ευκαιρία να διαδραματίσει το ρόλο της Παγκόσμιας Ήρεμης Αναπτυξιακής Δύναμης το 2001, όταν δεν κατάφερε να ψηφίσει ένα Ευρωπαϊκό Σύνταγμα.
Ο επώδυνος συμβιβασμός μεταξύ Ευρωπαϊστών και Ευρωσκεπτικιστών, οδήγησε στη Νομισματική Ένωση, χωρίς όμως αντίστοιχη Δημοσιονομική, Οικονομική και βεβαίως Πολιτική Ένωση.
Τώρα πια δεν είναι τόσο εύκολο όσο παλιά:
Πρώτον, διότι έχει αυξηθεί σημαντικά ο ευρωσκεπτικισμός λόγω της κρίσης, δίνοντας χώρο σε εθνικιστικά και φασιστικά κινήματα. Δεύτερον, διότι έχει κλονιστεί σοβαρά η εμπιστοσύνη μεταξύ των κρατών, δημιουργώντας απόσταση στη σχέση Βορρά – Νότου.
Τρίτον, διότι διαταράχτηκε η Κοινωνική Συνοχή, αμφισβητήθηκε η αρχή της Ευρωπαϊκής Αλληλεγγύης και ταρακουνήθηκε το θεμέλιο της Ευρωπαϊκής Ιδέας, που είναι η Κοινωνική Οικονομία της Αγοράς.
Οι πολίτες, βλέποντας κυρίως στον ευρωπαϊκό νότο τους φτωχούς να γίνονται φτωχότεροι και τους πλούσιους πλουσιότεροι, την ώρα που συνθλίβεται λόγω των φόρων και των οριζόντιων περικοπών η μεσαία τάξη, δυσκολεύονται πλέον να πιστέψουν στην Ευρώπη.
Όλα αυτά συνηγορούν σε ένα συμπέρασμα, ότι: το πρόβλημα της Ευρώπης και φυσικά της Ελλάδας είναι πρωτίστως πολιτικό και δευτερευόντως οικονομικό.
Η ανεπάρκεια της Ε.Ε. να απαντήσει στην κρίση φάνηκε, τόσο από την απουσία Ευρωπαϊκών Οίκων Αξιολόγησης, την ώρα που οι αντίστοιχοι αμερικανικοί υποβάθμιζαν τις οικονομίες κρατών – μελών (Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία, Γαλλία, κ.α.), όσο και από την απουσία Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Διάσωσης, που μας οδήγησε αναγκαστικά στην αγκαλιά του έμπειρου ΔΝΤ, το οποίο διέθετε τη σχετική τεχνογνωσία.
Έτσι, μπορεί ο κ. Schäuble να είπε στον Αμερικανό συνάδελφό του ότι “το Ευρώ είναι οικογενειακή μας υπόθεση” απ΄ τη μία, απ’ την άλλη όμως η Γερμανία άνοιξε την πόρτα σε έναν αξιόπιστο μεν μηχανισμό διάσωσης, που έχει όμως πλήρη άγνοια του Ευρωπαϊκού Κεκτημένου και της Ευρωπαϊκής Νοοτροπίας.
Για όσους έχουμε διαπραγματευτεί με την τρόικα, είναι προφανής η δυσκολία που έχουν οι μη Ευρωπαίοι τεχνοκράτες να κατανοήσουν τους κανόνες λειτουργίας της Ε.Ε. και τη νοοτροπία των ευρωπαϊκών κοινωνιών.
Δεν πρέπει λοιπόν να αιφνιδιάζεται η Γερμανική Κυβέρνηση, όταν ακούει προτάσεις για κόψιμο νέου χρήματος, έκδοση ευρωομολόγου ή κούρεμα χρέους, ακόμα κι αν αυτοί που το προτείνουν δε θα κληθούν οι ίδιοι να πληρώσουν το λογαριασμό.
Γι αυτά ευθύνονται όλα τα κόμματα που άσκησαν εξουσία και δια των πράξεων ή των παραλείψεών τους, συνέβαλαν σ’ αυτά. Ευθύνονται όμως και δυνάμεις της τότε αντιπολίτευσης, που χρησιμοποιώντας την κοινωνική τους επιρροή ή τον καταχρηστικό συνδικαλισμό, εμπόδισαν μεταρρυθμίσεις ή καινοτόμες πολιτικές να εφαρμοστούν έγκαιρα. Τα βασικά λάθη που προκάλεσαν τις στρεβλώσεις της ελληνικής οικονομίας είναι:
Όταν η Καγκελάριος, κ. Merkel, ασκούσε κριτική στο προεκλογικό ντιμπέιτ προς τον κ. Steinbrück, ουσιαστικά κατέκρινε έμμεσα και τη διακυβέρνηση των Ελλήνων σοσιαλιστών πριν το 2004, που δεν είχε προετοιμάσει σωστά την ένταξη στο ευρώ.
Εκτός όμως από την κριτική προς τους πολιτικούς, οφείλουμε να μιλήσουμε με ευθυκρισία και για την “οικονομική αριστοκρατία” και τις ευθύνες της.
Θα συμφωνήσω απόλυτα με τον κ. Schäuble, ο οποίος υποστήριξε ευθέως ότι: «μια οικονομική ελίτ που έγινε στο παρελθόν παντοδύναμη διαμέσου του Ελληνικού Κράτους και της πολιτικής διαπλοκής, την ώρα της κρίσης γύρισε την πλάτη προς τους Έλληνες. Απέσυρε δεκάδες δις καταθέσεων απ΄το τραπεζικό σύστημα προς τα μπαούλα ή το εξωτερικό, συχνά δεν πλήρωνε φόρους -ως όφειλε- αφήνοντας τα βάρη να τα σηκώσουν πάλι οι ίδιοι ευσυνείδητοι των μεσαίων και κάτω δοκιμαζόμενων τάξεων και δεν ανταπέδωσε στο ελάχιστο τη στήριξη προς την πραγματική οικονομία που δοκιμάζεται. Το μόνο που έκανε και συνεχίζει να κάνει αυτή η ελίτ των καρτέλ, είναι να υπερασπίζεται αδίστακτα τη δεσπόζουσα θέση της στην εσωτερική αγορά, αδιαφορώντας συχνά για την εξαθλίωση και την ταπείνωση ενός πληγωμένου, αλλά περήφανου λαού».
Η Γερμανία δε συνειδητοποίησε από την αρχή τον ηγετικό ρόλο, που κλήθηκε να διαδραματίσει και:
Για μεγάλο διάστημα ο “αντιαμερικανισμός” που κυριάρχησε στην Ελλάδα μεταπολιτευτικά, αντικαταστάθηκε από “αντιγερμανισμό” λόγω της οικονομικής εξαθλίωσης, παρ’ ότι στην προσπάθεια εξυγίανσης και ανάκαμψης, η Κυβέρνηση Merkel διαδραματίζει το σημαντικότερο ρόλο.
Το διάστημα που μεσολάβησε από το 2012 μέχρι σήμερα, η συγκυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου έκανε βήματα κυρίως στην κατεύθυνση της δημοσιονομικής πειθαρχίας.
Δηλαδή, πέτυχε τους ενδιάμεσους στόχους, που ήταν:
α) Η αποφυγή μιας άτακτης χρεοκοπίας &
β) Η παραμονή της Ελλάδας στο σκληρό πυρήνα της Ε.Ε.
Η πρωτόγνωρη οικονομική κρίση δικαιολογεί έκτακτες πολιτικές μικρής διάρκειας με σκοπό την αποκατάσταση της δημοσιονομικής πειθαρχίας.
Στην περίπτωση της Ελλάδας όμως η 6ετής διάρκεια της αυστηρής αυτής πολιτικής, έχει αρχίσει να προσλαμβάνει διαστάσεις ακόμα και ανθρωπιστικής κρίσης.
Πτυχές της εφαρμοζόμενης πολιτικής απειλούν αντί να θεραπεύσουν τις στρεβλώσεις του ελληνικού συστήματος, να καταστρέψουν τους βασικούς πυλώνες της Κοινωνικής Οικονομίας της Αγοράς και να διαλύσουν τον αξιακό κώδικα της φιλελεύθερης ιδεολογίας.
Για παράδειγμα:
α) το ζήτημα των ομολογιούχων που εμπιστεύτηκαν το κράτος τους και καταστράφηκαν έπληξε καίρια την Αρχή της Τραπεζικής Πίστης,
β) η μη παροχή ρευστότητας προς την αγορά από τις “ανακεφαλαιοποιημένες” χάρη στο κράτος τράπεζες, θίγει ευθέως τη δυνατότητα του “επιχειρείν“, η οποία επιδεινώνεται περαιτέρω από τη μείωση μισθών, συντάξεων και γενικότερα της αγοραστικής δύναμης και της καταναλωτικής διάθεσης των πολιτών.
γ) η εξοντωτική φορολόγηση των ακινήτων σε αρκετές περιπτώσεις θίγει το Συνταγματικό Δικαίωμα της Ιδιοκτησίας, ενώ οι υπερβολικές αυξήσεις σε άλλους φορολογικούς συντελεστές π.χ. εισοδήματος, ΦΠΑ, ειδικός φόρος κατανάλωσης στο πετρέλαιο, φόρος επιτηδεύματος, υποχρέωση προκαταβολής 55% για επαγγελματίες κλπ, τελειώνουν κάθε επιχειρηματική κινητικότητα, προκαλώντας παράλυση στην αγορά, θέματα επιβίωσης στους οικογενειακούς προϋπολογισμούς και σταδιακή κατάρρευση στην εθνική οικονομία, λόγω γεωμετρικής αύξησης των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το δημόσιο.
Συνέπεια: το σύνολο των οφειλομένων φόρων ανέρχεται σε € 67,9 δις, τα οφειλόμενα δάνεια στις τράπεζες στα € 77 δις και οι οφειλόμενες εισφορές στα ασφαλιστικά ταμεία στα € 15 δις. (Στοιχεία Οκτωβρίου 2014)
Η φιλελεύθερη αρχή “Οι φόροι σκοτώνουν τους φόρους” δικαιώνεται πλήρως. Παρά τις διεθνείς παραδοχές για πρωτογενές πλεόνασμα, η Εθνική Οικονομία κινδυνεύει με εσωτερική κατάρρευση, αν δεν οργανωθεί επειγόντως μια Στροφή στην Πραγματική Οικονομία με κεντρική Ιδέα μια Νέα Φορολογική Επανάσταση.
Σύμφωνα με την ΕΛ.ΣΤΑΤ., κατά το β’ τρίμηνο του 2014 το ποσοστό ανεργίας παρότι μειώθηκε πάνω από 1% τον τελευταίο χρόνο, παραμένει υψηλά, στο 26,6%, δηλ. 1.280.101 άνεργοι.
Στις ηλικίες δε 15-24 ετών, ανέρχεται στο 52%.
Παράλληλα εμφανίζεται δραματική μείωση αποδοχών και ο κατώτατος μισθός βρίσκεται κάτω από το επίπεδο του 2000.
Σύμφωνα με την «Έκθεση για τη φτώχεια» του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής (Σεπτ. 2014), 2,5 εκ. Έλληνες βρίσκονται κάτω από το επίπεδο της φτώχειας με βάση το εισόδημα του μεσαίου νοικοκυριού (το 60%) και 3,8 εκ. άτομα βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας λόγω υλικών στερήσεων και ανεργίας.
Κατά τη Eurostat, βρισκόμαστε στη χειρότερη θέση μεταξύ των 28, όσον αφορά στον κίνδυνο φτώχειας και συγκαταλεγόμαστε στην ομάδα των ευρωπαϊκών χωρών με τη μεγαλύτερη φτώχεια (23,1%) μαζί με Ισπανία, Βουλγαρία και Ρουμανία.
Τέλος, σύμφωνα με την έρευνα του ΟΟΣΑ (2013), είμαστε στην τέταρτη χειρότερη θέση μεταξύ 35 χωρών με βάση τους δείκτες ευημερίας και ποιότητας ζωής.
Η εκλογική μάχη κρίθηκε στις 25 Ιανουαρίου, η πολιτική όμως συνεχίζεται με διλήμματα που δεν έχουν ακόμα απαντηθεί από τη νέα συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ.
Τα συμπεράσματα των εκλογών έχουν ως εξής:
Η αντικατάσταση της «ήπιας προσαρμογής» του Κώστα Καραμανλή με το «δόγμα του σοκ» του Αντώνη Σαμαρά, την έφερε αντιμέτωπη με την κοινωνία και επιβεβαίωσε την άποψη ότι καμία μεταρρύθμιση δε μπορεί να επιτύχει όταν έχει την κοινωνία απέναντι. Αυτή η εξέλιξη εμπεριέχει την ελπίδα για αυτοκριτική, ανασυγκρότηση του χώρου και επαναπροσδιορισμό του ιδεολογικοπολιτικού του στίγματος προς πιο ανοιχτές, μετριοπαθείς και κοινωνικά δίκαιες αντιλήψεις.
α) Επένδυσε πολιτικά στον ανθρώπινο πόνο που έφερε η κρίση, στην ανέχεια, στην ανεργία των νέων, στην εγκληματικότητα, στην ξενοφοβία και
β) Επιχείρησε να θυματοποιηθεί στα μάτια της κοινής γνώμης εμφανίζοντας ως πολιτική δίωξη τη φυλάκιση των ηγετικών στελεχών της. Κατά την γνώμη μου η Χ.Α. έχτισε πάνω στα λάθη και τις παραλείψεις του πολιτικού συστήματος και εκμεταλλεύτηκε την συστηματική και ισοπεδωτική απαξίωση των πολιτικών από τα ΜΜΕ (διαπλεκόμενα και μη) τα τελευταία χρόνια εναντίον όλων των κομμάτων και όλων των πολιτικών προσώπων χωρίς να ξεχωρίζουν τα θετικά παραδείγματα.
Τέλος-αυτό είναι προσωπική εκτίμηση- θεωρώ λάθος εξαρχής την ποινική αντιμετώπιση της Χρυσής Αυγής από τα πολιτικά κόμματα και τα ΜΜΕ. Η ποινική ευθύνη των φυσικών προσώπων ήταν αρμοδιότητα αποκλειστικά της Δικαιοσύνης. Η Χρυσή Αυγή έπρεπε από κόμματα και ΜΜΕ να αποδομηθεί πολιτικά και ιδεολογικά, γιατί διαφορετικά ήταν αυτονόητη η «θυματοποίηση» και ίσως και η «ηρωοποίηση» του ριζοσπαστικού της λόγου.
Θυμίζω την αποχουντοποίηση κατά την μεταπολίτευση, που ολοκληρώθηκε από ανακοινώσεις – αποφάσεις ενωμοταρχών και εισαγγελέων και έκλεισε με μια μόνο πολιτική δήλωση του Κωνσταντίνου Καραμανλή για τους δικτάτορες: «όταν λέμε ισόβια εννοούμε ισόβια».
Για να μην επαναληφθεί αυτό που έγινε με το ΠΑΣΟΚ, πρέπει οι υφιστάμενες πολιτικές δυνάμεις να ξεπεράσουν την αδυναμία των παραδοσιακών αρχηγικών κομμάτων και να λειτουργήσουν θεσμικά, προκρίνοντας κανόνες εσωτερικής λειτουργίας που θωρακίζουν την ενότητα, τη συλλογικότητα και την Εσωκομματική Δημοκρατία. Πρέπει όμως και να αντισταθούν στην επιθετική παρέμβαση της Ελληνικής Οικονομικής Ολιγαρχίας στο χώρο της πολιτικής που μέσω της διαπλοκής έχει μάθει να φτιάχνει ή να διαλύει κόμματα, να αναδεικνύει ή να εξαφανίζει πολιτικούς με κριτήριο τα δικά της συμφέροντα και όχι τα συμφέροντα την κοινωνίας, της χώρας ή της Ευρώπης.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Όσες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις και να κάνουμε στην Ελλάδα, αν δεν σπάσουμε το κατεστημένο της διαπλεκόμενης οικονομικής ολιγαρχίας, αν δεν απλώσουμε τις ευκαιρίες σε όλους, αν δεν προστατεύσουμε τη μεσαία τάξη, αν δεν οριοθετήσουμε με αυστηρότητα τη σχέση πολιτικής, αγοράς και τεχνοκρατίας δεν θα πετύχουμε τίποτε.
Αυτό δε μπορεί να επιτευχθεί ούτε με τον κρατισμό της παρωχημένης αριστεράς, ούτε με τον ολιγοπωλιακό καπιταλισμό μιας νεοφιλελεύθερης δεξιάς. Μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσα από την Κοινωνική Οικονομία της Αγοράς που αποτελεί το ιστορικό επίτευγμα της Πολιτικής μας οικογένειας, του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ).
Ο αξιακός κώδικας της Κοινωνικής Οικονομίας της Αγοράς πρέπει να αποτελέσει την πυξίδα, που θα καθοδηγήσει μια Στροφή της πολιτικής μας προς την Πραγματική Οικονομία.
Τα κύρια χαρακτηριστικά αυτής της Στροφής είναι:
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies, για την συλλογή στατιστικών στοιχείων και την διασφάλιση της καλύτερης εμπειρίας σας.
Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τη χρήση των cookies. Tι είναι τα Cookies;