Γιώργος Βήχας (καρδιολόγος): Αντί να κάνουν προσλήψεις, αποδυναμώνουν τις πρωτοβάθμιες δομές

7 Απριλίου 202013:44

Στην προηγούμενη μεγάλη κρίση για τη χώρα μας, ήταν από τους ανθρώπους που βγήκαν μπροστά, από τους γιατρούς που δεν κλείστηκαν στο γραφείο, αλλά στις πολιτικές ισοπέδωσης της κοινωνίας αντιπαρέταξε το παράδειγμα μιας κοινωνίας που αντιστέκεται, που δρα συλλογικά και στην οποία ενδιαφέρεται ο ένας για τον άλλον. Εμπνευστής του Μητροπολιτικού Κοινωνικού Ιατρείου Ελληνικού (ΜΚΙΕ), ο Γιώργος Βήχας κατάφερε μέσα από μια αυτοοργανωμένη δομή πρωτοβάθμιας φροντίδας να υποστηρίζονται κάθε μήνα περισσότεροι από 1.000 άνθρωποι που βρίσκονται σε ανάγκη.

Η συνεισφορά της δομής, που μέχρι το 2015 είχε δεχτεί μέσα σε μια τριετία 41.000 επισκέψεις, ξεχάστηκε γρήγορα. Πώς αλλιώς να εξηγηθεί η επιμονή της σημερινής κυβέρνησης να προχωρήσει σε έξωση του ιατρείου από τον χώρο που βρίσκεται, χωρίς πρώτα να έχει βρει ένα άλλο σημείο για τη μεταφορά του όπως αρχικά είχε δεσμευτεί; Έστω κι έτσι όμως, η δομή του ΜΚΙΕ, ακόμη και σήμερα, δείχνει τον δρόμο για το πώς θα έπρεπε να λειτουργούν τα πράγματα. Την ώρα που το κράτος αδυνατεί να παράσχει ακόμη και τα βασικά μέσα προστασίας στο σύνολο των γιατρών και νοσηλευτών, παρέδωσε δεκάδες προστατευτικές μάσκες στο Κέντρο Υγείας Δάφνης και Αγίου Δημητρίου. Την ώρα που το κράτος τού κάνει έξωση, ανακοίνωσε ότι προσφέρει τον εξοπλισμό του στο υπουργείο Υγείας για να υποστηριχθεί το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό.

Δυστυχώς, η κυβέρνηση δεν έχει στην ίδια εκτίμηση την πρωτοβάθμια φροντίδα. Στη μάχη για τον κορωνοϊό, αντί να επιστρατεύσει και να προσλάβει γιατρούς για την ενίσχυση του δημοσίου συστήματος Υγείας, περιορίζεται σε μπαλώματα, μεταφέροντας το προσωπικό των πρωτοβάθμιων δομών στα νοσοκομεία.

Τους κινδύνους αυτής της πολιτικής υπογραμμίζει με συνέντευξή του στην “Αυγή” της Κυριακής ο Γιώργος Βήχας, αναφέροντας ότι θα πρέπει να υπάρχει μέριμνα και για τους υπόλοιπους ασθενείς, εκείνους που δεν είναι άρρωστοι με κορωνοϊό και οι οποίοι κινδυνεύουν να γίνουν οι παράπλευρες ανώνυμες απώλειες της πανδημικής κρίσης, τις οποίες κανείς ποτέ δεν θα καταμετρήσει, για τις οποίες κανείς δεν θα βγει ποτέ στις 6 το απόγευμα να κάνει ανακοινώσεις.

Θα ήθελα να ξεκινήσουμε από την πρωτοβουλία του ΜΚΙΕ, του οποίου είστε μέλος, να διαθέσει εξοπλισμό στη διάθεση του υπουργείου Υγείας, των γιατρών και νοσηλευτών. Αξιοποιήθηκε τελικά η προσφορά σας;

Δεν αξιοποιήθηκε η προσφορά. Εκτός από τη δημόσια ανακοίνωση που βγάλαμε, στείλαμε συγκεκριμένα στο υπουργείο και στην Υγειονομική Περιφέρεια Αττικής την πρότασή μας, ωστόσο δεν υπήρξε κάποια ανταπόκριση. Μάλιστα, μέσα σε αυτά που προσφέραμε περιλαμβάνονταν χρήσιμα υλικά για τις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας, όπως τραχειοσωλήνες.

Ποια είναι η κατάσταση αυτή τη στιγμή στα νοσοκομεία;

Υπάρχει αυξανόμενη τάση στα περιστατικά που νοσούν και εκείνων που νοσούν πιο βαριά και διασωληνώνονται, αλλά ακόμη είναι υπό έλεγχο τα πράγματα, αν και οριακά. Το επόμενο διάστημα θα αυξηθεί κι άλλος ο αριθμός των σοβαρών περιστατικών, το σημαντικό όμως είναι να μην υπάρξει εκθετική αύξηση όπως συνέβη σε Ιταλία και Ισπανία. Αυτό που κερδήθηκε όμως, ο χρόνος, χάρη στα έγκαιρα μέτρα που πήραμε, δεν αξιοποιήθηκε και δεν αξιοποιείται για να οργανωθεί το σύστημα Υγείας. Κι αυτό που με προβληματίζει πάρα πολύ είναι ότι σχεδιάζουν την όποια οργάνωση του συστήματος Υγείας προσαρμόζοντάς την στις ελλείψεις του συστήματος. Δηλαδή οι ελλείψεις είναι αυτές που καθορίζουν τον σχεδιασμό και όχι η ανάπτυξη των δυνατοτήτων εκείνων που χρειάζονται για την αντιμετώπιση της επιδημίας. Τα αποτελέσματα αυτής της λογικής τα βλέπουμε στην πρωτοβάθμια Υγεία. Αντί να κάνουν διορισμούς, αποδυναμώνουν την πρωτοβάθμια Υγεία από γιατρούς και νοσηλευτές, με σκοπό να στελεχώσουν τα νοσοκομεία.

Υπάρχει η αίσθηση ότι τη γλιτώσαμε από τον ιό. Ποια είναι η δική σας εικόνα;

Νομίζω ότι πρέπει να περιμένουμε. Σίγουρα τα έγκαιρα μέτρα βοηθούν ώστε να μην έχουμε τις ίδιες εικόνες μ’ εκείνες που είδαμε σε Ιταλία, Ισπανία, Αγγλία, Ολλανδία και Αμερική. Αλλά ποτέ σε μια πανδημία δεν μπορείς να είσαι απόλυτα σίγουρος για το πώς θα πάει. Υπάρχουν απρόβλεπτοι παράγοντες. Το σίγουρο είναι ότι θα κορυφωθεί μέσα στον Απρίλιο και προς τα τέλη του μήνα θα γνωρίζουμε πόσο. Έχω την αίσθηση ότι δεν θα ζήσουμε τις ίδιες τραγικές στιγμές που ζει η Ιταλία, ίσως όμως να είναι μια ελπίδα περισσότερο.

Διαπιστώνετε να καλύπτονται οι ελλείψεις στο όνομα της ειδημοσύνης και επιστημοσύνης; Θα έπρεπε ο κ. Τσιόδρας να μιλήσει ανοιχτά για τα προβλήματα;

Η θέση του κ. Τσιόδρα δεν είναι πολιτική, αλλά επιστημονική. Και έχει όλα αυτά τα στοιχεία που πρέπει να έχει ο επιστημονικός λόγος. Είναι ήρεμος, αλλά δεν συνιστά να εφησυχάσουμε. Αυτό που θα περίμενα όμως εγώ να εντοπίσει είναι τις αδυναμίες του συστήματος Υγείας. Δεν ξέρω αν τις εντοπίζει στις κατ’ ιδίαν συζητήσεις με τους υπεύθυνους του υπουργείου Υγείας. Στον δημόσιο λόγο όμως δεν το κάνει. Θα περίμενα, ως λειτουργός Υγείας, να πιέζει και δημοσίως την ηγεσία του υπουργείου Υγείας να δώσει προστατευτικά μέσα στους γιατρούς. Σε αντίθεση δηλαδή με ό,τι κάνει ο υφυπουργός Υγείας Βασίλης Κοντοζαμάνης, ο οποίος καθησυχάζει επανειλημμένα την κοινή γνώμη λέγοντας ότι δεν υπάρχει κάποιο πρόβλημα. Ως λειτουργός Υγείας και γιατρός θα έπρεπε να εντάσσει και κάποια ζητήματα στον δημόσιο λόγο. Είναι ώρα ευθύνης για όλους. Κυρίως γι’ αυτούς που υπηρετούμε στην Υγεία. Ο δημόσιος λόγος έχει βαρύτητα.

Τελικά, χρειαζόμαστε ή όχι περισσότερα τεστ; Θα είχαμε καλύτερη αντιμετώπιση του φαινομένου; Ακούγεται, ακόμη κι επίσημα, η άποψη ότι και να τα κάναμε, δεν έχει νόημα αν δεν γνωρίζουμε πώς να τα αξιοποιήσουμε.

Εδώ, για να πω την αλήθεια, δεν έχω καταλήξει. Αυτό που έχω να πω είναι πως αυτή τη στιγμή δεν γίνονται τεστ όχι τόσο από μια επιστημονική άποψη, που κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν χρειάζονται, όσο από το γεγονός ότι δεν υπάρχει η δυνατότητα. Είναι απαράδεκτο να λέγεται δημοσίως λοιπόν το αντίθετο από κυβερνητικούς παράγοντες, από αυτούς δηλαδή που αδυνατούν να τα κάνουν.

Έπειτα, τα 30 εκατομμύρια που δόθηκαν στα ιδιωτικά διαγνωστικά κέντρα θα έπρεπε να δοθούν στη δημόσια πρωτοβάθμια Υγεία και να γίνονται τα τεστ στις δικές της δομές, σε όλα αυτά τα Κέντρα Υγείας. Νομίζω ότι αυτή η ενέργεια, πέρα από το πρακτικό σκέλος του ζητήματος, υποβαθμίζει και συμβολικά τη δημόσια Υγεία.

Πόσο ασφαλείς μπορούν να αισθάνονται οι ασθενείς που δεν έχουν κορωνοϊό; Τι ακριβώς συμβαίνει με τις πρωτοβάθμιες δομές Υγείας;

Αυτό που ρωτάτε είναι πάρα πολύ σημαντικό. Εκτός από τα περιστατικά των ασθενών που έχουν ύποπτα συμπτώματα είτε έχουν βρεθεί θετικοί στον κορωνοϊό, υπάρχει πληθώρα υπολοίπων ασθενών με χρόνια νοσήματα, αλλά και με οξέα, τα οποία φυσικά δεν έχουν σταματήσει να υπάρχουν. Εδώ θα υπάρξει πολύ μεγάλο πρόβλημα. Ήδη από συναδέλφους στην υπόλοιπη Ελλάδα τα μηνύματα που έχουμε είναι ότι παίρνουν γιατρούς και νοσοκόμες από τα Κέντρα Υγείας και τους μεταφέρουν στα νοσοκομεία, με αποτέλεσμα να υπάρχει μεγάλος προβληματισμός τι θα γίνει με τα υπόλοιπα περιστατικά.

Επίσης πρέπει να συνυπολογιστεί και κάτι άλλο, που το είχαμε ζήσει κατά τη διάρκεια της κρίσης και κυρίως τα χρόνια από το 2013 μέχρι και το 2105. Η νοσηρότητα αυξάνει πάρα πολύ λόγω της κρίσης κι αυτή εδώ είναι μια κατάσταση που προκαλεί έντονη ανησυχία. Ήδη βλέπουμε τους πρώτους ασθενείς με απορρυθμισμένη αρτηριακή πίεση ή με ψηλά το ζάχαρό τους. Αρκετοί είναι εκείνοι που σωματοποιούν το άγχος και έχουν αίσθημα δύσπνοιας ή προκάρδια άλγη. Δεν είναι ευτυχώς παθολογικά, αλλά δείχνουν πώς αισθάνεται ο κόσμος με όλα αυτά.

Μπορεί να εκτιμηθεί το μέγεθος των «παράπλευρων» απωλειών λόγω του τρόπου που αντιμετωπίζεται η πανδημία;

Δεν μπορεί να εκτιμηθεί και δεν μπόρεσε ποτέ να εκτιμηθεί. Για παράδειγμα, στην οικονομική κρίση, πόσοι ανασφάλιστοι ασθενείς έχασαν τη ζωής του ή επιδεινώθηκε η υγεία τους, αλλά χάθηκαν μέσα στη ανωνυμία; Έτσι και τώρα είναι αδύνατον να μετρηθούν αυτές οι παράπλευρες παρενέργειες της κρίσης που βιώνουμε και θα αφορούν τους άλλους ασθενείς.

Μαθαίνουμε από συναδέλφους στην Ιταλία ότι αυτού του τύπου οι απώλειες είναι πάρα πολλές. Λόγω της έλλειψης ΜΕΘ, ασθενείς με εμφράγματα και άλλα βαριά νοσήματα νοσηλεύονται σε απλούς θαλάμους. Με ό,τι μπορεί να συνεπάγεται αυτό.

Ποια είναι η κατάσταση στο Κέντρο Υγείας Δάφνης – Αγ. Δημητρίου;

Με τη βοήθεια της δημάρχου Αγίου Δημητρίου Μαρίας Ανδρούτσου, φτιάχτηκε ένα ειδικό ιατρείο στην είσοδο του Κ.Υ., όπου εξετάζουμε σε βάρδιες γιατρών τους ασθενείς που εμφανίζουν ύποπτα κρούσματα. Η προσπάθειά μας είναι πολύ δύσκολη και όχι μόνο δεν υπάρχει βοήθεια αλλά μας δημιουργούν και εμπόδια. Πέρα από τις ελλείψεις στα προστατευτικά μέσα, την Παρασκευή (27.3) μας πήραν και δύο γιατρούς, μία παθολόγο και μία πνευμονολόγο, τις οποίες μετακίνησαν στην «Παμμακάριστο» και στο Κέντρο Υγείας Βύρωνα.

Δύο γιατρούς που ήταν στις βάρδιες και έβλεπαν περιστατικά. Σήμερα (σ.σ.: τη Δευτέρα) πήρα τη συνάδελφο που πήγαν στον Βύρωνα και τη ρώτησα τι είχε κάνει από το πρωί. Μου είπε ότι δεν είχε κάνει απολύτως τίποτα. Δεν είχε ούτε ένα περιστατικό, σε αντίθεση με εμάς που είχαμε δει έξι, το ένα από τα οποία στείλαμε στο νοσοκομείο αναφοράς γιατί υπήρχε έντονη υποψία από την κλινική εξέταση. Αυτή είναι η τραγική ειρωνεία, να μεταφέρεις μια γιατρό από μια δομή που δέχεται ήδη περιστατικά σε ένα χώρο που δεν έχει. Αυτός είναι ο σχεδιασμός τους.

(πηγή:avgi.gr)

Αρθρογράφος