Η Ρωσία μπορεί να είναι στρατιωτική υπερδύναμη, υστερεί όμως σε οικονομικό μέγεθος ως ΑΕΠ και επειδή δεν αποτελεί βιομηχανική χώρα με εξαγωγικό προσανατολισμό, κατά κύριο λόγο η οικονομία της βασίζεται στην εξαγωγή ενέργειας, ορυκτών και σιτιρών.
Επειδή αυτό το γνωρίζει η ηγεσία της, όλα τα προηγούμενα χρόνια επεδίωξε να κεφαλαιοποιήσει αυτά τα πλεονεκτήματα προωθώντας αντίστοιχα συμβόλαια με την ΕΕ και επιδιώκοντας την μονοπωλιακή ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης, στοιχείο που θα επιδρούσε καθοριστικά και στις πολιτικές αποφάσεις. Χαρακτηριστικές περιπτώσεις αυτής της ενεργειακής διπλωματίας του Πούτιν υπήρξαν η απρόσφορη απόπειρα υλοποίησης στο νότο αρχικά του South Stream παρακάμπτοντας τον Βόσπορο και του Turkish Stream αργότερα μέσω Τουρκίας- Ελλάδας ή Τουρκίας-Βουλγαρίας.
Στο βορά αντίστοιχα επιδιώχθηκε και επετεύχθη η λειτουργία του Nord Stream 1 και η κατασκευή του Nord Stream 2, χωρίς όμως ο δεύτερος να λειτουργήσει ποτέ λόγω της κρίσης.
Με την υφιστάμενη κατάσταση η Ευρώπη εισήγαγε από τη Ρωσία το 2021 κατά την έκθεση του ΙΕΑ 155 δις κ.μ. αέριο που αντιστοιχεί στο 45% των αναγκών της ΕΕ κι αυτό χωρίς την ενεργοποίηση του Nord Stream 2. Είναι σαφές, ότι η πολιτική ενεργειακής αυτάρκειας της Γερμανίας επηρέασε καθοριστικά σε όλες τις φάσεις την γερμανική πολιτική σκηνή και επηρεάστηκε από αυτήν. Η μετάβαση του πρώην καγκελαρίου Γκέρχαρντ Σρέντερ στην ηγεσία της ρωσικής εταιρείας ROSNIEFT και στην διοίκηση του NORD STREAM 2, η ανοχή της Χριστιανοδημοκρατικής Κυβέρνησης Μέρκελ προκειμένου να στηριχθεί η γερμανική βιομηχανία με φθηνή ενέργεια και ορυκτές πρώτες ύλες από τη Ρωσία, διευκόλυναν την επιθετική Ρωσική ενεργειακή διπλωματία που ενοχλεί τη Δυτική Συμμαχία και πυροδότησαν την πολιτική αλλαγή που ανέδειξε ως νέους πρωταγωνιστές τη σημερινή Υπουργό Εξωτερικών και υποψήφια των Πρασίνων κ. Μπέρμποκ που τοποθετούνταν προεκλογικά κατά του 2ου αγωγού καθώς και τον προεκλογικά μετριοπαθή Σοσιαλδημοκράτη Σολτζ που όμως δε δίστασε να αλλάξει το αμυντικό δόγμα της Γερμανίας μετά από πολλές δεκαετίες, κλείνοντας τον NORD STREAM 2 και αποφασίζοντας για πρώτη φορά μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο να ξαναεξοπλίσει το Γερμανικό στρατό και να δαπανήσει για το ΝΑΤΟ το 2% του ΑΕΠ.
Ανάλογο πολιτικό σκηνικό είχαμε το 2009 και στην Ελλάδα, όταν η πτώση της κυβέρνησης Καραμανλή και η άνοδος του Γ. Παπανδρέου ακύρωσε τον πετρελαιαγωγό Μπουργκάζ- Αλεξανδρούπολη και έστειλε οριστικά στις καλένδες την Ρωσική πρόταση για τον South Stream. Στην περίπτωση βέβαια της Ελλάδας υπήρξε τελικό αποτέλεσμα, διότι το πολιτικό κόστος που πλήρωσε ενσυνείδητα η τότε κυβέρνηση Κ. Καραμανλή, εντέλει απέφερε εθνικό όφελος, διότι η Ελλάδα, ενώ ήταν πλήρως αποκλεισμένη πριν από τον ενεργειακό χάρτη με το αγωγό NABUCCO να την παρακάμπτει, επέτυχε με τη διπλωματία των αγωγών να μπει στο διεθνή Χάρτη ως Χώρα Διέλευσης με την κατασκευή του αγωγού TAP και IGB καθώς και με την πλωτή εξέδρα της Αλεξανδρούπολης.
Η αμερικανική εξωτερική πολιτική πολύ νωρίς διέγνωσε της εργαλειοποίηση της ενεργειακής διπλωματίας από την κυβέρνηση Πούτιν, προκειμένου να εξαρτήσει την ΕΕ από τη Ρωσία και διατύπωσε το σύγχρονο δόγμα ενεργειακής ασφαλειας, κυρίως μετά από τις ρωσικές προκλήσεις που ήδη από τότε είχαν εκδηλωθεί στην Ουκρανία. Σύμφωνα με αυτό το δόγμα πρέπει πάντα να διασφαλίζονται εναλλακτικές πηγές ενέργειας, δηλ από διαφορετικές αγορές, εναλλακτικές μορφές ενέργειας, δηλ πετρέλαιο, αέριο, ηλιακή, αιολική,πυρηνική κλπ και εναλλακτικοί δρόμοι ενέργειας, ώστε ποτέ μια αγορά να μην εξαρτάται μονοπωλιακά από ένα κράτος. Στο δόγμα ενεργειακής ασφαλειας προσχώρησε αμέσως η Ελλαδα επιδεικνύοντας γρήγορα αντανακλαστικά, με στόχο τη διασφάλιση της ενεργειακής αυτάρκειας σε βαθμό τουλάχιστον μεγαλύτερο από τη Γερμανία, η οποία εξαρτήθηκε κατά 55% από το ρωσικό αέριο, σχεδίασε την εξέλιξη της βιομηχανίας της στη βάση του NORD STREAM 2 και των εισαγόμενων ορυκτών από τη Ρωσία για την κατασκευή μπαταριών και δεν προέβλεψε τη δημιουργία αποθηκευτικών υποδομών.
Αντίθετα η μικρή Ελλάδα από πολύ νωρίς κατασκεύασε επί Α.Πεπονή τον τερματικό σταθμό αερίου στη Ρεβυθούσα προκειμένου να εισάγει αέριο και από τη Βόρειο Αφρική, τον οποίο ενίσχυσε ο Δ.Σιούφας. Επίσης το 2006 ως Υφυπουργός Εξωτερικών της Κυβέρνησης Κ. Καραμανλή αρμόδιος και για τα θέματα ενεργειακής διπλωματίας και παράλληλα με τις διαπραγματεύσεις με τη Ρωσία πρότεινα εκτός από την επέκταση της Ρεβυθούσας την δημιουργία πλωτής εξέδρας αεριοποίησης στην Αλεξανδρούπολη και την αξιοποίηση του υπογείου θύλακα στον Πρίνο από όπου αντλήθηκε πετρέλαιο, ως αποθηκευτικού χώρου υγροποιημένου αερίου, ώστε η Ελλάδα να αποκτήσει ενεργειακή αυτάρκεια τέτοια που θα την προστατεύει από εφήμερες ενεργειακές κρίσεις και θα εγγυάται την ενεργειακή της ανεξαρτησία και ασφάλεια.
Αυτή η πολιτική επιλογή δικαιώθηκε νωρίς, διότι μόνο η τρίτη δεξαμενή στη Ρεβυθούσα και η ενίσχυση του Ελληνικού εμπορικού στόλου μεταφοράς LNG και CNG είχε ως αποτέλεσμα το 46,18% της εγχώριας κατανάλωσης να προέλθει από 8 διαφορετικές Χώρες-Πηγές Ενέργειας καλύπτοντας εγκαίρως τη μια πτυχή του νέου δόγματος ενεργειακής ασφάλειας.
Οι πρόσφατες εξελίξεις στην Ουκρανία επίσπευσαν και την υλοποίηση των άλλων προτάσεων τις οποίες υιοθέτησε και προχωρά με γρήγορους ρυθμούς η Κυβέρνηση Κ. Μητσοτάκη. Συγκεκριμένα κατασκευάζεται στην Αλεξανδρούπολη η πλωτή εξέδρα αεριοποίηση ΑΣΦΑ Θράκης δυναμικότητας 8,3 δις κ. μ. αερίου, ενώ παράλληλα ο Όμιλος Κοπελούζου Gastrade, η Gaslog Cyprus Investments Ltd, η ΔΕΠΑ Εμπορίας, η Bulgartransgaz και η ΔΕΣΦΑ κατέθεσαν ήδη στη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας αίτηση χορήγησης αδείας ενός δεύτερου σταθμού ΑΣΦΑ Θράκης δυναμικότητας 5,5 δις κ.μ. αερίου. Ο συγκεκριμένος σταθμός θα μπορεί να δέχεται μεγάλες ποσότητες αερίου από διαφορετικές πηγές Β.Αφρική, Ισραήλ, Κύπρο, Αίγυπτο, Χώρες του Κόλπου, ΗΠΑ κλπ μεταφερόμενο από διαφορετικούς δρόμους και να το διοχετεύει στον αγωγό TAP καθώς και στον υπό ολοκλήρωση αγωγό IGB (Κομοτηνή – Βουλγαρία) προμηθεύοντας και την Ευρωπαϊκή ενδοχώρα των Βαλκανίων.
Αντίστοιχη επένδυση αποθήκευσης ετοιμάζει ο όμιλος MOTOR OIL στις εγκαταστάσεις των διυλιστηρίων στην Κόρινθο δυναμικότητας 4 δις κ.μ. Σημαντικό είναι ότι έχει ξεκινήσει ήδη η διαδικασία για την παραχώρηση του χώρου υπόγειας αποθήκευσης στην Καβάλα, τον οποίο διεκδικούν η ENERGEAN καθώς και η κοινοπραξία TERNA – ΔΕΣΦΑ.
Οι εξελίξεις στην Ουκρανία απέδειξαν καθαρότερα στα μάτια της ΕΕ την ορθότητα του Δόγματος Ενεργειακής Ασφάλειας για εναλλακτικές μορφές, εναλλακτικές πηγές και εναλλακτικούς δρόμους ενέργειας. Παράλληλα όμως απέδειξαν τη διορατικότητα και τα αντανακλαστικά της Ελλάδας που από πολύ νωρίς(2005) επεδίωξε και (όχι χωρίς κόστος) πέτυχε να μπει στον διεθνή ενεργειακό χάρτη ως χώρα διέλευσης(Νότιος Ευρωπαϊκός Ενεργειακός Διάδρομος) και στη συνέχεια χωρίς να υποτιμά τη σημασία της ρωσικής ενέργειας, έχτισε και συνεχίζει να χτίζει υποδομές ενεργειακής αυτονομίας και εναλλακτικούς δρόμους μεταφοράς ενέργειας όχι μόνο για τη δίκη της εσωτερική αγορά αλλά και για τα Βαλκάνια και την κεντρική Ευρώπη.
Οι αποφάσεις της Ελληνικής Κυβέρνησης συνεχίζουν και ολοκληρώνουν μια στρατηγική που αναβαθμίζει γεωστρατηγικά την Ελλάδα ως ενεργειακό σταυροδρόμι, δημιουργεί ανάπτυξη και κουμπώνει πλήρως τα εθνικά δίκαια με τα διεθνή συμφέροντα κάτι που συμβάλει και στη θωράκιση της Χώρας.
του Δρ. Ευριπίδη Στ. Στυλιανίδη
Βουλευτή Ροδόπης Νέας Δημοκρατίας, πρώην Υπουργού
Επικ. Καθηγητή Νομικής Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου
Εκπροσώπου της Ελλάδας στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies, για την συλλογή στατιστικών στοιχείων και την διασφάλιση της καλύτερης εμπειρίας σας.
Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τη χρήση των cookies. Tι είναι τα Cookies;