Την ημέρα των εκλογών αρκετοί ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ κοινοποιούσαν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τα έντονα συναισθήματά τους για τη συμμετοχή τους με την ψήφο τους στη νίκη της Αριστεράς 70 χρόνια μετά την ήττα. Από κάτω, στη θέση των σχολίων, υπήρχαν αγωνιστικοί χαιρετισμοί με πιο χαρακτηριστικό το «ψυχή βαθιά». Εξάλλου ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας, με τις αναφορές του στον Άρη Βελουχιώτη, από νωρίς φρόντισε να συνδέσει την ανάληψη εξουσίας με τις ανεκπλήρωτες επιδιώξεις του εμφυλίου.
Υπό κανονικές συνθήκες θα θεωρούταν παρανοϊκός όποιος θρηνούσε για μια ήττα η οποία μας γλίτωσε από την τύχη των βόρειων γειτόνων μας: της Αλβανίας και της Βουλγαρίας. Όμως, στη σημερινή Ελλάδα υπάρχουν αρκετοί που ενώ ενδιαφέρονται για την ανάκτηση της χαμένης ευημερίας δεν αντιλαμβάνονται ότι αυτή είναι εφικτή μόνο στον κόσμο της ελεύθερης οικονομίας. Έτσι συνδέουν τις προσδοκίες τους με την κομμουνιστική πολιτική που όπου κι αν εφαρμόστηκε –χωρίς καμιά εξαίρεση– έφερε φτώχεια, ανελευθερία και δυστυχία.
Από πολλούς δεν έχουν κατανοηθεί οι αιτίες της κρίσης και το χρονικό της χρεοκοπίας. Αυτό το γεγονός δημιούργησε ένα πλήθος αγανακτισμένων το οποίο ήταν έτοιμο να δεχτεί απίστευτες θεωρίες συνωμοσίας και εξωπραγματικές ερμηνείες των πραγμάτων. Επιστρατεύτηκαν, λοιπόν, δύο κατηγορίες δοξασιών: η ταξική και η εθνική.
Ενώ το κράτος χρεοκόπησε λόγω της κάθετης αύξησης των δαπανών για την εξυπηρέτηση των πελατειακών δικτύων, η κρίση αποδόθηκε στην αδηφαγία των τραπεζών. Τη στιγμή που οι Έλληνες τραπεζίτες έχαναν τις μετοχές τους και ο έλεγχος των τραπεζών περνούσε στο κράτος, τη στιγμή που οι περισσότερες επιχειρήσεις είχαν μεγάλες ζημιές, εδώ ακούγαμε ότι η κρίση έγινε για να κερδίσουν οι καπιταλιστές. Από την άλλη, τα μεσαία στρώματα που επλήγησαν από την κρίση άρχισαν να συμπεριφέρονται σαν να μην έχουν να χάσουν τίποτε, νομίζοντας ότι έγιναν προλετάριοι.
Η εθνική δοξασία γύρω από την κρίση μιλούσε για τη διεθνή συνωμοσία εναντίον της Ελλάδας, για τοκογλύφους, για κατακτητές. Τώρα που έγιναν οι εκλογές, αυτοί που μίλαγαν για κατοχή κεφαλαιοποίησαν τα κέρδη και ορκίστηκαν υπουργοί. Δεν αισθάνθηκαν, όμως, την ανάγκη να εξηγήσουν πώς οι υποτιθέμενοι κατακτητές επέτρεψαν να γίνει η κυβερνητική αλλαγή.
Εκείνοι που πήγαν και ψήφισαν με την πεποίθηση ότι θα συμμετέχουν στη ρεβάνς του εμφυλίου βρέθηκαν με μια κυβέρνηση στην οποία συμμετέχει ένα ακροδεξιό, εθνικιστικό, αντιεβραϊκό κόμμα. Ένα κόμμα που ο αρχηγός του, αφού στο παρελθόν είχε επιδοθεί στη συστηματική συκοφαντία, βγήκε ωφελημένος από την κρίση, παρότι ήταν υπουργός στις κυβερνήσεις Καραμανλή που χρεοκόπησαν την χώρα.
ΣΥΡΙΖΑ και Ανεξάρτητοι Έλληνες συναντήθηκαν στις πλατείες των αγανακτισμένων. Έκτοτε τα συμφέροντά τους ταυτίστηκαν και άρχισαν να λειτουργούν συμπληρωματικά. Όσο περισσότερο διακινούσαν τις εξωφρενικές θεωρίες για την κρίση τόσο πιο αποδεκτές γίνονταν. Η αντιμνημονιακή απάτη φέρνει κέρδη, αλλά, όπως κατάλαβε και ο Αντώνης Σαμαράς (που επίσης την εκμεταλλεύτηκε), στο τέλος έχει μεγάλο κόστος.
Κατά την προεκλογική περίοδο ο συντονισμός ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ υπήρξε αποτελεσματικός. Ο ΣΥΡΙΖΑ ξεκινούσε τις κατηγορίες για εξαγορά βουλευτών και ο Καμμένος έστηνε παραστάσεις (σαν αυτή του Χαϊκάλη) για να τις αποδείξει. Η κυβερνητική συνεργασία τους ήταν προσυμφωνημένη γιατί, εκτός από τον πολιτικό καιροσκοπισμό, τους ενώνει η απέχθεια προς την ανοιχτή κοινωνία και η συμπάθεια για αυταρχικούς ηγέτες, όπως ο Πούτιν.
Τσίπρας και Καμμένος ταυτίζονται στο λαϊκισμό και τη δημαγωγία. Κυρίως μοιράζονται την ίδια περιφρόνηση για την πραγματικότητα. Ο πρώτος διακηρύττει ότι «πάνω απ’ όλα είναι η πολιτική. Όλα τα σενάρια, όλες οι μελέτες, όλες οι αναλύσεις, τα papers που μπορεί να μας κάνουν οι καλύτεροι οικονομολόγοι, μπορούμε να τα πετάξουμε στον κάλαθο των αχρήστων, γιατί αυτό που επιβάλλει τη στάση των πραγμάτων είναι οι συσχετισμοί δύναμης και η πολιτική βούληση» (3/4/13). Ο άλλος έχει από καιρό κατασκευάσει ένα δικό του κόσμο μέσα στον οποίο ανακάλυψε ότι οι Εβραίοι δεν πληρώνουν φόρους στην Ελλάδα.
Η πραγματικότητα, όμως, εκδικείται. Με το καλημέρα οι αγορές, αντί να χορεύουν στο ρυθμό του νταουλιού, προξένησαν ζημιά πολλών δισεκατομμυρίων στο χρεοκοπημένο ελληνικό κράτος. Οι μετοχές που απέκτησε το ελληνικό δημόσιο για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών (με χρήματα που δανείστηκε) έχασαν το μεγαλύτερο μέρος της αξίας τους. Την ίδια στιγμή εκτοξευτήκαν και τα επιτόκια των ελληνικών ομολόγων. Τι σημασία όμως έχουν μερικά δισεκατομμύρια για αυτούς που θέλουν να αλλάξουν ολόκληρη την Ευρώπη;
πηγή: athensvoice.gr
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies, για την συλλογή στατιστικών στοιχείων και την διασφάλιση της καλύτερης εμπειρίας σας.
Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τη χρήση των cookies. Tι είναι τα Cookies;