Γράφει η Έφη Καραπούλη, Εκπαιδευτικός στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση Ροδόπης
Η γνώση της ιστορίας της ιδιαίτερής μας πατρίδας εκτός από ηθικό χρέος είναι και μέσο αυτοπροσδιορισμού και συγκρότησης ταυτότητας. Ωστόσο, η μελέτη, η ανασύνθεση και η ανάδειξή της έχει παραμεληθεί από τους επίσημους κρατικούς φορείς και απλώς επαφίεται στον πατριωτισμό μεμονωμένων ιδιωτών και πολιτιστικών συλλόγων. Περιορίζεται δε από τη συνήθη οικονομική δυσπραγία, τη γενικότερη αδιαφορία και τον ερασιτεχνισμό. Για εμάς τους Θρακιώτες, που οι πρόγονοί μας είναι των περισσότερων πρόσφυγες, η έννοια της ταυτότητας δεν έχει την ίδια ένταση όπως των Κρητικών ή των Ποντίων. Γιατί οι δικοί μας πρόγονοι χωνεύτηκαν στον τόπο που κατοικούμε μέσα στην ομοιογένεια, που διαμορφώθηκε μετά τα τραυματικά γεγονότα της Μικρασιατικής Καταστροφής, εξαιτίας της μεγάλης διασποράς και της ανάγκης για προσαρμογή και επιβίωση. Για αυτό και η συσπείρωσή μας γύρω από την τοπική ιστορία και λαογραφία θα συνέβαλλε στη διαμόρφωση μιας «νέας θρακικής συνείδησης».
Οι μάχιμοι εκπαιδευτικοί από φύση και θέση επιφορτιζόμαστε με ένα μεγάλο μέρος της ευθύνης να συμβάλλουμε με τις δυνάμεις, την έμπνευση, τις πρωτοβουλίες και τις δράσεις μας στην ανάδειξη της τοπικής ιστορίας και στη διαμόρφωση ανάλογης ευαισθητοποιημένης συνείδησης στη νέα γενιά. Και πάλι, βεβαίως, στην πρώτη γραμμή της επιχείρησης τίθενται οι φιλόλογοι και δη οι εξειδικευμένοι στην ιστορία. Ως καθ’ ύλην αρμόδιοι και γνωρίζουμε το αντικείμενο και τη σχετική μεθοδολογία και είμαστε σε θέση να φέρουμε σε πέρας ένα τέτοιο εγχείρημα. Αν, λοιπόν, είναι να επιχειρηθεί η εισαγωγή της τοπικής ιστορίας στο αναλυτικό πρόγραμμα των σχολείων μας, ας γίνει ουσιαστικά και σωστά, αλλιώς θα παραμείνει ένα ακόμη κενό γράμμα.
Με την εισήγηση αυτή, επιθυμούμε αφενός να μοιραστούμε την προσωπική εμπειρία των τριών τελευταίων χρόνων εμπλοκής μας στο ζήτημα της διδακτικής της τοπικής ιστορίας με όσους συμμερίζονται την ίδια ανησυχία και ευαισθησία. Από την άλλη, ορμώμενοι από την αποθησαυρισμένη διδακτική πείρα, καταθέτουμε συγκεκριμένες προτάσεις, ελπίζοντας αυτές να συνεισφέρουν στον προβληματισμό και στο διάλογο γύρω από το ζήτημα.
Ως προς το πρώτο θέμα, προτάσσουμε την αξιοποίηση της δυνατότητας που προσφέρει το μάθημα της ιστορίας κατά τη διδασκαλία του στην τάξη. Στο πλαίσιο αυτό, αναφορά στην τοπική ιστορία ευκαιριακά γίνεται κατά την επεξεργασία των σχετικών ενοτήτων των σχολικών εγχειριδίων, οπότε ο διδάσκων αφιερώνει ανάλογα με την οικονομία του χρόνου, τη διάθεση και τις δυνατότητές του όσο μπορεί στην παρουσίαση της όψης της τοπικής ιστορίας, της σχετικής με την υπό εξέταση περίοδο. Επιχειρήσαμε, λοιπόν, να καλύψουμε το έλλειμμα που προκύπτει από την παραπάνω πρακτική και το κενό που δημιουργήθηκε εξ αρχής, εξαιτίας της ανισότιμης προβολής της ιστορίας των ετεροχθόνων και των λεγόμενων «νέων χωρών» από την επίσημη εκδοχή της ιστορίας, αυτής που διαβάζουμε στα σχολικά εγχειρίδια, εφαρμόζοντας εναλλακτικές μεθόδους.
Κατ’ αρχήν, συμμετέχοντας επί διετία σε ένα πιλοτικό πρόγραμμα διδασκαλίας της ιστορίας, φορείς του οποίου είναι το Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών και το Πρόγραμμα της Άννας Φραγκουδάκη, επιχειρήσαμε να κάνουμε εκτενέστερες αναφορές στα κεφάλαια που αφορούν την ιστορία της Θράκης, με παράλληλη προβολή αρχειακού και φωτογραφικού υλικού στην τάξη, σχετικού με τις χαμένες πατρίδες, με την ιστορία επιμέρους εθνικών συνόλων, όπως είναι οι Πόντιοι οι Θρακιώτες και οι Μικρασιάτες, δίνοντας έμφαση στην προσφυγική σύνθεση του πληθυσμού της Ελληνικής Θράκης και στο περιεχόμενο της έννοιας της προσφυγιάς, με την ανάθεση εργασιών στους μαθητές για τις ιδιαίτερες πατρίδες των οικογενειών τους, την επιστράτευσή τους στην αναζήτηση οικογενειακών κειμηλίων και την παρουσίασή τους στην τάξη και μέσω της διασύνδεσης των υπό εξέταση όψεων της ιστορίας με τη λαογραφία της κάθε αναφερόμενης περιοχής.
Το σκεπτικό του Προγράμματος είναι ότι ένας ελκυστικότερος τρόπος διδασκαλίας κάνει το μάθημα πιο ενδιαφέρον στους μαθητές, ότι η βιωματική και διερευνητική μάθηση ενισχύει τη μνήμη, ότι η προβολή ποικίλων πηγών κάνει την αίσθηση και την οπτική της ιστορίας πολύπλευρη, ότι η παροχή πολλών ερεθισμάτων καλλιεργεί το πνεύμα και το καθιστά κριτικό και ευρύ. Για το λόγο αυτό επιχειρούμε σταθερά τη διασύνδεση της Ιστορίας με τη λογοτεχνία, τη ζωγραφική, τον κινηματογράφο, τη μουσική, τη δημοσιογραφία. Παράλληλα, αξιοποιούμε τη χρήση της νέας τεχνολογίας και το Διαδίκτυοως χώρο άντλησης πληροφοριών. Έτσι οι μαθητές κινητοποιούνται σε δικές τους δημιουργικές αναζητήσεις και εργασίες, συνεπώς γίνονται ενεργά υποκείμενα και μεταβάλλουν επί το θετικό την αντίληψη που είχαν για την ιστορία και το μάθημα. Στόχος είναι η ανακάλυψη της ιστορίας και η βίωσή της ως ιστορίας προσωπικής από τους ίδιους τους μαθητές, η προβολή της μικροϊστορίας και της σημασίας της στη συγκρότηση της μακροϊστορίας και της εθνικής ιστορίας, η κατανόηση της στάσης των ατόμων και των χαρισματικών προσωπικοτήτων/ηγετών.
Στο ίδιο πλαίσιο επιχειρήθηκε η διασύνδεση των εξεταζόμενων ιστορικών γεγονότων με τη λογοτεχνία και το ιστορικό μυθιστόρημα. Το αυτοβιογραφικό ιστορικό μυθιστόρημα και τα απομνημονεύματα αποτελούν ούτως ή άλλως πρωτογενείς ιστορικές πηγές, προσιτές και ελκυστικές για επεξεργασία. Παράλληλα προσελκύουν τους μαθητές στη φιλαναγνωσία και συμβάλλουν στην αποκατάσταση της σχέσης των μαθητών με τη λογοτεχνία, που τόσο λείπει ως συνήθεια και επιλογή από τη ζωή τους στην ηλεκτρονική εποχή. Επιπλέον, ο συσχετισμός των ιστορικών γεγονότων με τη λογοτεχνική τους αποτύπωση από πεζογράφους και ποιητές, σύγχρονους με τα γεγονότα, δημιουργεί εκτός των άλλων ένα συγκινησιακό υπόβαθρο ευνοϊκό για τη γνωστική πρόσληψη. Τέλος, ενισχύει τη μνήμη και την παιδευτική επίδραση που ασκεί το μάθημα στις νεανικές συνειδήσεις. Έτσι αξιοποιήθηκαν ο Στρατηγός Μακρυγιάννης, ο Νικόλαος Κασομούλης, η Πηνελόπη Δέλτα, ο Στρατής Μυριβήλης, αλλά και ξένοι συγγραφείς, όπως ο Χάινε Μαρία Ρεμάρκ και ο Έρνεστ Χέμινγουέι. Στο τέλος της κάθε ενότητας εξάγονται ανθρωπιστικά συμπεράσματα για τη φύση του ανθρώπου, την καταστροφικότητα των πολέμων, την προσφυγιά, την εθνική αυτογνωσία, τις επιπτώσεις του διχασμού, την αξία της δημοκρατίας και το καταδικαστέο του ολοκληρωτισμού.
Ως προς την προβολή της τοπικής ιστορίας, η επιλογή ιστορικών μυθιστορημάτων γίνεται με γνώμονα όχι μόνο το περιεχόμενο και την ποιότητα του έργου τους αλλά και με την καταγωγή του συγγραφέα. Προτιμούνται οι συγγραφείς του βορειοελλαδικού χώρου, ώστε να προβληθεί στους μαθητές ο λόγος και η σκέψη μιας γενιάς και ενός γεωγραφικού βεληνεκούς, που δεν εκφράζει απαραιτήτως και αναγκαστικά το κέντρο. Έτσι το σχολικό έτος 2010-11 επιλέχθηκαν αποσπάσματα από τα Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη, του Κολοκοτρώνη και του Κασομούλη, από τα «Μυστικά του Βάλτου» της Πηνελόπης Δέλτα, τη «Ζωή εν Τάφω» του Στρατή Μυριβήλη και την «Ιστορία ενός Αιχμαλώτου» του Στρατή Δούκα. Δόθηκαν στους μαθητές να διαβαστούν κατά τη διάρκεια των διακοπών των Χριστουγέννων και ανατέθηκε σε αυτούς σύντομη παρουσίαση του περιεχομένου τους, υπό την κατεύθυνση στοχευμένων ερωτήσεων. Στο τέλος της παρουσίασης γινόταν σύντομη αναφορά αντίστοιχα στα τεκταινόμενα στη Θράκη την ίδια εποχή. Το εγχείρημα σημείωσε επιτυχία και πολλοί μαθητές διάβασαν ολόκληρα τα έργα ενώ άλλοι δανείστηκαν και άλλα βιβλία από τη σχολική βιβλιοθήκη και από λίστα προτεινόμενων βιβλίων που τους είχε διανεμηθεί.
Το σχολικό έτος 2011-2 επιχειρήθηκε η διαπραγμάτευση ενός ολόκληρου έργου από ομάδα μαθητών, σε σπονδυλωτή βιβλιοπαρουσίαση, που κάλυπτε τη λογοτεχνική, την ιστορική και τη λαογραφική διάσταση του έργου. Έτσι το Μάρτιο του 2011 έγινε στο σχολείο η βιβλιοπαρουσίαση του έργου «Αχ, Θράκη μου» του Δημήτρη Μαργαριτόπουλου, που έχει θέμα την ιστορία της Ανατολικής Θράκης και της οριστικής απώλειάς της για το ελληνικό κράτος, το 1922. Τα θέματα που καλύφθηκαν με τις εργασίες των μαθητών ήταν: α) Η Θρακιώτικη Παράδοση: Ήθη, Έθιμα, μουσική, παραδόσεις, β) Ο Ηθογραφικός & Ψυχογραφικός Χαρακτήρας του έργου: σκιαγραφώντας τον πρωταγωνιστή, περιγράφουμε τον Θρακιώτη, γ) Η θέση της Θρακιώτισσας στην οικογένεια & στην κοινωνία δ) Η Ντοπιολαλιά της Ανατολικής Θράκης ε) ΗΣυμμετοχή των Θρακιωτών στονΑπελευθερωτικό Αγώνα 1912-1920, στ) Η Τύχη των Προσφύγων της Ανατολικής Θράκης και ζ) Το Αντιπολεμικό Μήνυμα του Έργου. Στο σχολείο προσκλήθηκε και ο ίδιος ο συγγραφέας, που μίλησε για το έργο του και έκανε εκείνος βιωματικά το μάθημα, ως πρόσφυγας δεύτερης γενιάς. Η εκδήλωση έγινε σε ώρες λειτουργίας του σχολείου, κάλυψε δύο διδακτικές ώρες, υποστηρίχτηκε από αρχειακό φωτογραφικό υλικό που άπτονταν όλων των θεμάτων και την παρακολούθησαν οι μαθητές ολόκληρης της Γ΄ Τάξης με τους συνδιδάσκοντες το μάθημα, το Σύμβουλο Φιλολόγων κο Βλάχο και την Υπεύθυνη Σχολικών Δραστηριοτήτων κα Σχοινά.
Τη φετινή χρονιά το αντίστοιχο εγχείρημα εντάχθηκε στο πλαίσιο των σχολικών πολιτιστικών προγραμμάτων και έτσι παρουσιάστηκε με ομάδα μαθητριών σε ανοιχτή εκδήλωση η «Αηδονόπιτα» του Ισίδωρου Ζουργού. Έχει θέμα τον Αγώνα του 1821, σφαιρωμένο γύρω από τη δεύτερη πολιορκία του Μεσολογγίου και μέσα από την οπτική γωνία ενός Αμερικανού Φιλέλληνα αγωνιστή. Στη φετινή προσπάθεια προστέθηκαν δύο νέες παράμετροι: Η πρώτη ήταν η προβολή των προσώπων, των πρωταγωνιστών της ιστορίας. Αυτών που είναι τα ποιητικά αίτια των ιστορικών γεγονότων και που με τις πράξεις και το ήθος τους μπορούν να αποτελέσουν πρότυπα και να προβάλλουν αξίες ζωής στη νέα γενιά. Η δεύτερη ήταν ο παραλληλισμός των γεγονότων και των ιστορικών προσώπων που αναφέρονται στην «Αηδονόπιτα» ως αντίστοιξη με τα γεγονότα και πρόσωπα της Θράκης, ώστε να σχηματιστεί στο μυαλό μια συνολική εικόνα του επαναστατημένου Βορειοελλαδικού χώρου και μάλιστα περιοχών του που δε δικαιώθηκαν ποτέ εθνικά και ιστορικά. Και πάλι προσκλήθηκε ο συγγραφέας να μιλήσει ο ίδιος για το έργο του και να απαντήσει σε ερωτήσεις των μαθητών. Σημειωτέον ότι οι μαθητές που συμμετείχαν στις βιβλιοπαρουσιάσεις είναι και μέλη της συντακτικής επιτροπής του ετήσιου εντύπου που εκδίδει το σχολείο και έτσι λειτούργησαν και ως δημοσιογράφοι, αποκομίζοντας μια συνολική βιωματική εμπειρία της εμπλοκής τους με την ιστορία. Για τον ίδιο λόγο και τις δύο βιβλιοπαρουσιάσεις πλαισίωνε μουσικά με παραδοσιακά θρακιώτικα τραγούδια, σχετικά με το περιεχόμενο των βιβλίων, το μουσικό σχήμα του μουσικού και συνθέτη Χρήστου Χατζόπουλου, πολύτιμου συνεργάτη για τις ανάγκες των εκδηλώσεων.
Αναφέραμε στην αρχή της παρούσας εισήγησης την επιθυμία να καταθέσουμε προτάσεις στο διάλογο για την τοπική ιστορία. Πιστεύουμε ότι στο διάλογο αυτό πρέπει να εμπλακεί όχι μόνο η Εκπαίδευση και η πολιτική της ηγεσία αλλά και άλλοι θεσμοί, όπως οι πολιτιστικοί φορείς, η τοπική αυτοδιοίκηση, η Εκκλησία, τα μμε. Η ανασύνθεση και η ανάδειξη της τοπικής ιστορίας πρέπει να γίνει με συστηματική συνολική προσπάθεια και να μην περιορίζεται σε αποσπασματικές ή ερασιτεχνικές απόπειρες αιθεροβαμόνων ή ρομαντικών. Ούτε πρέπει να υλοποιείται σποραδικά στο πλαίσιο κάποιων δοκιμών στο νέο-εισαχθέν project στα σχολικά αναλυτικά προγράμματα ή στο επίπεδο ενός προγράμματος σχολικών δραστηριοτήτων. Βεβαίως, όλα τα παραπάνω και θεμιτά είναι και πολύ χρήσιμα. Αλλά η εμβέλεια και η απήχησή τους είναι περιορισμένες και στερούνται συστηματικότητας.
Αν είναι να αξιοποιηθεί η μέθοδος project, θα ήταν κατά τη γνώμη μας αποδοτικότερη η συνεργασία με το οικείο Πανεπιστήμιο και τις ιστορικές του σχολές. Υπό την επίβλεψη και καθοδήγηση των άξιων ιστορικών του και της Έδρας, θα μπορούσαν να οργανωθούν και να ανατεθούν κύκλοι θεμάτων ανά ιστορική περίοδο, προσφερόμενων για την εκπόνηση μικρών ερευνητικών εργασιών από τους μαθητές των 3 βαθμίδων. Προς εξυπηρέτηση της ίδιας ανάγκης θα μπορούσε να γίνεται και η ανάθεση των (μετα)πτυχιακών εργασιών στους φοιτητές των τμημάτων, οι οποίες μετά την ολοκλήρωσή τους θα αποτελούν τη βιβλιογραφική βάση για τους διδάσκοντες το μάθημα της ιστορίας στις δύο πρώτες βαθμίδες της Εκπαίδευσης. Τον ίδιο σκοπό θα υπηρετούσε και η ενθάρρυνση και προτροπή των μαθητών να συλλέγουν οικογενειακά κειμήλια, που αποτελούν πρωτογενές αρχειακό υλικό, και να παίρνουν συνεντεύξεις από ηλικιωμένους συγγενείς και οικείους. Έτσι και οι μαρτυρίες θα διασωθούν και θα γίνει αντιληπτή σε μικρούς και μεγάλους η ιστορική τους αξία. Η δημοσίευση δε των ερευνητικών εργασιών σε ένα γενικό έντυπο αλλά και ηλεκτρονικά στον ιστότοπο του Πανεπιστημίου και του Δήμου θα γνωστοποιούσε ευρέως τους καρπούς των ερευνητικών προσπαθειών. Στη γνωστοποίηση αυτή θα συνέβαλλε επίσης η παρουσίαση των ερευνητικών εργασιών σε γενική εκδήλωση στο τέλος κάθε σχολικής χρονιάς. Η δράση αυτή μάλιστα θα μπορούσε να γίνει υπό τυποποιημένη μορφή σε όλες τις περιφέρειες της επικράτειας. Στην όλη προσπάθεια θα μπορούσαν να συνεισφέρουν και τα ΓΑΚ ως σημεία αμφίδρομης αναφοράς. Κατόπιν αυτών, το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο και το Υπουργείο Παιδείας θα μπορούσαν, εξοικονομώντας πόρους και αξιοποιώντας συγχρόνως το έμψυχο δυναμικό και τα Πανεπιστήμια του τόπου, να έχουν στη διάθεσή τους ένα έτοιμο υλικό, επαρκές για τη συγγραφή ενός εγχειριδίου για την τοπική ιστορία ανά περιοχή. Στη συνέχεια, η ενσωμάτωση της τοπικής ιστορίας στο αναλυτικό σχολικό πρόγραμμα και όχι όμως με μείωση των διαθέσιμων διδακτικών ωρών του μαθήματος της ιστορίας και σε βάρος της, θα έπρεπε να προταχθεί στο σχεδιασμό των σχολικών αναλυτικών προγραμμάτων. Ούτως ή άλλως η διδασκαλία της ιστορίας είναι υποβαθμισμένη ποικιλοτρόπως και αυτό είναι εθνικά επιζήμιο και δέον να θεραπευθεί.
Η τοπική ιστορία θα μπορούσε τέλος να ενσωματωθεί και στον εορτασμό των εθνικών επετείων στα σχολεία, για να ανανεώσει τις τετριμμένες από τη χρήση και τυποποίηση σχολικές γιορτές. Θα μπορούσε να γίνει στόχος των σχολικών επισκέψεων και των εκδρομών των πολιτιστικών συλλόγων, σε τόπους και σε μνημεία τοπικού ενδιαφέροντος, ώστε να γνωρίσει ο κόσμος την ιστορία του τόπου του και να αποκτήσει συνείδηση του ιστορικού παρελθόντος και του παρόντος που βιώνει ως κάτι το αυτονόητο. Τέτοιες διοργανώθηκαν και πέρυσι από την Εταιρεία Παιδαγωγικών Επιστημών και το Μορφωτικό Όμιλο Κομοτηνής και το καινούργιο σε αυτές ήταν η ενεργός παρουσία των αρχαιολόγων και του Αρχαιολογικού Μουσείου Κομοτηνής και η συνεργασία τους με αντίστοιχους φορείς του Έβρου. Η δράση αυτή θα μπορούσε να υποστηριχθεί και από την Εκκλησία μέσω του θρησκευτικού τουρισμού και με την προβολή μορφών από την εκκλησιαστική ιστορία. Για παράδειγμα, η προβολή του έργου των Μητροπολιτών Χρύσανθου και Κωνστάντιου και του έργου τους θα μπορούσε να γίνει η απαρχή μιας διαφώτισης από πλευράς της, ώστε να μην αποτελούν απλώς ανδριάντες, που κοσμούν κεντρικά σημεία της πόλης, άγνωστων κατά τα άλλα στους δημότες της. Τέλος, τα τοπικά μμε θα μπορούσαν να προβάλλουν συστηματικότερα την όλη προσπάθεια και να αφιερώνουν σταθερή στήλη στις σελίδες τους.
«Πεθαίνει κανείς όταν παύουν να τον θυμούνται», άκουσα κάποτε τη Μαριάννα Κορομηλά, που τόσο αγάπησε τη Θράκη, να λέει στις ραδιοφωνικές της εκπομπές. Συνεχίζοντας τον ειρμό της σκέψης της, συμπληρώνουμε: «πεθαίνει κανείς διπλά, όταν δεν έμαθαν για αυτόν ποτέ».
Έφη Καραπούλη.
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies, για την συλλογή στατιστικών στοιχείων και την διασφάλιση της καλύτερης εμπειρίας σας.
Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τη χρήση των cookies. Tι είναι τα Cookies;