Πολιτική παρέμβαση Ε. Στυλιανίδη: “Η παράταξη πρέπει να ξανασυνατηθεί με την κοινωνία και να προσδιορίσει το νέο ιδεολογικοπολιτικό της στίγμα”

7 Φεβρουαρίου 201509:46

Ευχαριστώ θερμά τους διοργανωτές της σημερινής εκδήλωσης, την οποία κρίνω ως ιδιαίτερα σημαντική, διότι οργανώνεται από το χώρο της εργασίας. Στην κρίσιμη σήμερα εθνική και ευρωπαϊκή συγκυρία, έχει μεγάλη αξία η συνάντηση σε πανευρωπαϊκό επίπεδο και η επί της ουσίας συνεννόηση μεταξύ των χώρων της εργασίας, της αγοράς, της τεχνοκρατίας και της πολιτικής.

Ξεκινώντας την τοποθέτησή μου, νιώθω εξ’ αρχής την ανάγκη να ξεκαθαρίσω τις θεμελιώδεις αρχές, τους δύο πυλώνες πάνω στους οποίους εδράζεται η φιλοσοφία, η νοοτροπία, η πολιτική και τα όνειρά μου για την πατρίδα μου, την Ελλάδα:

1. Πιστεύω βαθιά στην αναγκαιότητα των μεταρρυθμίσεων, που θα μας επιτρέψουν να πρωταγωνιστήσουμε σε ένα κόσμο που αλλάζει με ασύλληπτες ταχύτητες.
Πιστεύω όμως εξίσου ισχυρά, ότι αυτές οι μεταρρυθμίσεις σε μια σύγχρονη Δημοκρατία πρέπει να γίνονται μαζί με την κοινωνία και όχι με την κοινωνία απέναντι.

2. Καμία αλλαγή, καμία μεταρρύθμιση, καμία πολιτική δεν πρόκειται να πετύχει όταν είναι σε βάρος των πολλών και αφορά ή σκανδαλωδώς ωφελεί τους πολύ λίγους, μεταβάλλοντας το πολίτευμα από Δημοκρατία σε οικονομική και πολιτική αριστοκρατία.

Μου ζητήθηκε να περιγράψω και να αναλύσω την οικονομική, κοινωνική και εντέλει πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα, όπως αυτή διαμορφώνεται σήμερα, μετά την εκδήλωση της μεγαλύτερης μεταπολεμικής οικονομικής κρίσης, που έζησε η Ε.Ε..

Με την τοποθέτησή μου θα επιδιώξω να απαντήσω στα παρακάτω ερωτήματα:
1.Ποιες είναι οι αδυναμίες που επέδειξε η Ε.Ε.;
2.Ποια λάθη των ελληνικών κυβερνήσεων κατέστησαν την Ελλάδα «αδύναμο κρίκο» της ευρωπαϊκής αλυσίδας;
3.Ποιες αστοχίες της εφαρμοζόμενης πολιτικής καθυστέρησαν την αντιμετώπιση της κρίσης και εξέθεσαν τη Γερμανία -σε αρκετές περιπτώσεις άδικα-, στα μάτια των λαών του ευρωπαϊκού νότου, παρότι σηκώνει το μεγαλύτερο βάρος της προσπάθειας για ανάκαμψη της Ευρώπης;
4.Ποιες είναι οι επιπτώσεις όλων των παραπάνω στην πραγματική οικονομία της Ελλάδας;
5.Ποιες είναι οι συνέπειες της κρίσης στην ελληνική κοινωνία;
6.Πώς επηρεάζει αυτό τις πολιτικές εξελίξεις και τι κινδύνους ή ευκαιρίες δημιουργεί για το κοινό μας μέλλον;

1. Οι Αδυναμίες της Ε.Ε.:

Η Ευρώπη, κυρίες και κύριοι, έχασε μια σημαντική ευκαιρία να διαδραματίσει το ρόλο της Παγκόσμιας Ήρεμης Αναπτυξιακής Δύναμης το 2001, όταν δεν κατάφερε να ψηφίσει ένα Ευρωπαϊκό Σύνταγμα.

Ο επώδυνος συμβιβασμός μεταξύ Ευρωπαϊστών και Ευρωσκεπτικιστών, οδήγησε στη Νομισματική Ένωση, χωρίς όμως αντίστοιχη Δημοσιονομική, Οικονομική και βεβαίως Πολιτική Ένωση.

Στην Ε.Ε. χτίσαμε ένα σκάφος για ήρεμα ταξίδια, χωρίς να το εξοπλίσουμε κατάλληλα, ώστε να μπορεί να συνεχίσει το ταξίδι και μέσα στις καταιγίδες που θα ακολουθούσαν. Όταν λοιπόν ξέσπασε μια παγκόσμια οικονομική καταιγίδα, ήμαστε υποχρεωμένοι γρήγορα και εν κινήσει, να κάνουμε τις απαιτούμενες αλλαγές, επιδιώκοντας περισσότερη Ευρώπη.
Δυστυχώς όμως δεν είναι τόσο εύκολο όσο παλιά:

Πρώτον, διότι έχει αυξηθεί σημαντικά ο ευρωσκεπτικισμός λόγω της κρίσης, δίνοντας χώρο σε εθνικιστικά και φασιστικά κινήματα, που προάγουν τον εθνικό απομονωτισμό στα κράτη μέλη.
Δεύτερον, διότι έχει κλονιστεί σοβαρά η εμπιστοσύνη μεταξύ των κρατών, δημιουργώντας απόσταση στη σχέση Βορρά – Νότου.

Τρίτον, διότι διαταράχτηκε η Κοινωνική Συνοχή, αμφισβητήθηκε η αρχή της Ευρωπαϊκής Αλληλεγγύης και ταρακουνήθηκε το θεμέλιο της Ευρωπαϊκής Ιδέας, που είναι η Κοινωνική Οικονομία της Αγοράς.

Οι πολίτες, βλέποντας κυρίως στον ευρωπαϊκό νότο τους φτωχούς να γίνονται φτωχότεροι και τους πλούσιους πλουσιότεροι, την ώρα που συνθλίβεται λόγω των φόρων και των οριζόντιων περικοπών η μεσαία τάξη, δυσκολεύονται πλέον να πιστέψουν στην Ευρώπη και μετακινούνται προς τα άκρα με απρόβλεπτες συνέπειες.

Όλα αυτά συνηγορούν σε ένα συμπέρασμα, ότι: το πρόβλημα της Ευρώπης και φυσικά της Ελλάδας είναι πρωτίστως πολιτικό και δευτερευόντως οικονομικό.

Η ανεπάρκεια της Ε.Ε. να απαντήσει στην κρίση φάνηκε, τόσο από την απουσία Ευρωπαϊκών Οίκων Αξιολόγησης, την ώρα που οι αντίστοιχοι αμερικανικοί υποβάθμιζαν τις οικονομίες κρατών – μελών (Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία, Γαλλία, κ.α.), όσο και από την απουσία Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Διάσωσης, που μας οδήγησε αναγκαστικά στην αγκαλιά του έμπειρου ΔΝΤ, το οποίο διέθετε τη σχετική τεχνογνωσία.

Έτσι, μπορεί ο κ. Schäuble να είπε στον Αμερικανό συνάδελφό του ότι “το Ευρώ είναι οικογενειακή μας υπόθεση” απ΄ τη μία, απ’ την άλλη όμως η Γερμανία άνοιξε την πόρτα σε έναν αξιόπιστο μεν μηχανισμό διάσωσης, που έχει όμως πλήρη άγνοια του Ευρωπαϊκού Κεκτημένου και της Ευρωπαϊκής Νοοτροπίας.

Για όσους έχουμε διαπραγματευτεί με την τρόικα, είναι προφανής η δυσκολία που έχουν οι μη Ευρωπαίοι τεχνοκράτες να κατανοήσουν τους κανόνες λειτουργίας της Ε.Ε. και την αντίληψη και τη νοοτροπία των ευρωπαϊκών κοινωνιών.

Δεν πρέπει λοιπόν να αιφνιδιάζεται η Γερμανική Κυβέρνηση, όταν ακούει προτάσεις για κόψιμο νέου χρήματος, έκδοση ευρωομολόγου ή κούρεμα χρέους, ακόμα κι αν αυτοί που το προτείνουν δε θα κληθούν οι ίδιοι να πληρώσουν το λογαριασμό.
Για τη δημιουργία και τη διαχείριση της μέχρι τώρα κατάστασης έχουμε κάνει όλοι λάθη, τόσο η Ελλάδα, όσο και η Γερμανία.

2. Ποια ήταν τα διαχρονικά λάθη των Ελληνικών Κυβερνήσεων που κατέστησαν την Ελλάδα «αδύναμο κρίκο» της ευρωπαϊκής αλυσίδας;

Γι αυτά ευθύνονται όλα τα κόμματα που άσκησαν εξουσία και δια των πράξεων ή των παραλείψεών τους, συνέβαλαν σ’ αυτά. Ευθύνονται όμως και δυνάμεις της τότε αντιπολίτευσης, που χρησιμοποιώντας την κοινωνική τους επιρροή ή τον καταχρηστικό συνδικαλισμό, εμπόδισαν μεταρρυθμίσεις ή καινοτόμες πολιτικές να εφαρμοστούν έγκαιρα. Τα βασικά λάθη που προκάλεσαν τις στρεβλώσεις της ελληνικής οικονομίας είναι:
1.Η δημιουργία ενός μεγάλου και σπάταλου κράτους.
2.Η στροφή από την πραγματική στην εικονική οικονομία με τις υποθέσεις του Χρηματιστηρίου, του πλαστικού χρήματος, του υπερβολικού δανεισμού και των άστοχων επιδοτήσεων
3.Η έλλειψη ουσιαστικής προετοιμασίας για την ένταξή μας στο ευρώ. Όταν η Καγκελάριος, κ. Merkel, ασκούσε κριτική στο προεκλογικό ντιμπέιτ προς τον κ. Steinbrück, ουσιαστικά κατέκρινε έμμεσα και τη διακυβέρνηση των Ελλήνων σοσιαλιστών πριν το 2004, που δεν είχε προετοιμάσει σωστά την ένταξη στο ευρώ.
4.Η διεθνοποίηση του ελληνικού προβλήματος από την κυβέρνηση ΓΑΠ με την ένταξη στο μνημόνιο και την είσοδο του ΔΝΤ στα εσωτερικά της Ευρώπης. Ο διαχωρισμός της Ελλάδας απ΄ τον υπόλοιπο νότο, η άρνηση του σχεδίου Ackermann και η μετέπειτα μεταρρυθμιστική απραξία, μας μετέτρεψαν από αδύναμο κρίκο σε Αχίλλειο πτέρνα της ευρωζώνης και μας απομόνωσαν διεθνώς.

Εκτός όμως από την κριτική προς τους πολιτικούς, οφείλουμε να μιλήσουμε με ευθυκρισία και για την “οικονομική αριστοκρατία” και τις ευθύνες της.

Σ’ αυτό το σημείο θα μου επιτρέψετε να συμφωνήσω απόλυτα με τον κ. Schäuble, ο οποίος υποστήριξε ευθέως παλαιότερα ότι: «μια οικονομική ελίτ που έγινε στο παρελθόν παντοδύναμη διαμέσου του Ελληνικού Κράτους και της πολιτικής διαπλοκής, την ώρα της κρίσης γύρισε την πλάτη προς τους Έλληνες. Απέσυρε δεκάδες δις καταθέσεων απ΄το τραπεζικό σύστημα προς τα μπαούλα ή το εξωτερικό, συχνά δεν πλήρωνε φόρους -ως όφειλε- αφήνοντας τα βάρη να τα σηκώσουν πάλι οι ίδιοι ευσυνείδητοι των μεσαίων και κάτω δοκιμαζόμενων τάξεων και δεν ανταπέδωσε στο ελάχιστο τη στήριξη προς την πραγματική οικονομία που δοκιμάζεται. Το μόνο που έκανε και συνεχίζει να κάνει αυτή η ελίτ των καρτέλ, είναι να υπερασπίζεται αδίστακτα τη δεσπόζουσα θέση της στην εσωτερική αγορά, αδιαφορώντας συχνά για την εξαθλίωση και την ταπείνωση ενός πληγωμένου, αλλά περήφανου λαού».

3. Ποιες ήταν οι αστοχίες και οι καθυστερήσεις της εφαρμοζόμενης πολιτικής που εξέθεσαν τη Γερμανία στα μάτια του ευρωπαϊκού νότου;

Η Γερμανία δε συνειδητοποίησε από την αρχή τον ηγετικό ρόλο, που κλήθηκε να διαδραματίσει για λογαριασμό όλης της Ευρώπης.
1.Αντέδρασε αμήχανα, χάνοντας πολύτιμο χρόνο.
2.Άνοιξε με ευκολία την πόρτα της Ευρωζώνης στο ΔΝΤ για να καλύψει την έλλειψη μηχανισμού διάσωσης με ότι σημαίνει αυτό, ενώ είχε τη δυνατότητα να αντιμετωπίσει διαφορετικά το ελληνικό ζήτημα αν υιοθετούσε το Σχέδιο Διάσωσης που είχε ετοιμάσει η Deutsche Bank, όπως πρόσφατα αποκάλυψε στο Βήμα και την Καθημερινή (5/10/14 και 12/12/14) ο τότε Πρόεδρος Josef Ackermann αποφεύγοντας την περιπέτεια του Μνημονίου και την ανάμιξη του ΔΝΤ στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι.
3.Καθυστέρησε να ενεργοποιήσει την Αρχή της Ευρωπαϊκής Αλληλεγγύης, φοβούμενη προεκλογικά το εσωτερικό πολιτικό κόστος.
4.Δε μπόρεσε εξ’ αρχής να γεφυρώσει αποτελεσματικά τον ορθολογισμό του Βορρά με το συναισθηματισμό του Νότου, δημιουργώντας την εντύπωση ότι μετακινείται απ΄ τη γενικώς αποδεκτή φιλοσοφία του H. Kohl που έλεγε ότι “Μόνο μια ισχυρή Ευρώπη εγγυάται μια δυνατή Γερμανία” σε μια αναχρονιστική και απειλητική αντίληψη για μια “Γερμανική Ευρώπη”.

Αυτή η καθυστέρηση έδωσε χώρο και επιχειρήματα, τόσο στους Ευρωσκεπτικιστές, όσο και στους αρνητές της Ενωμένης Ευρώπης, που έσπευσαν να δαιμονοποιήσουν εκ νέου τη Γερμανία.

Για μεγάλο διάστημα ο “αντιαμερικανισμός” που κυριάρχησε στην Ελλάδα λόγω Χούντας και Κυπριακού, αντικαταστάθηκε από “αντιγερμανισμό” λόγω οικονομικής εξαθλίωσης, παρ’ ότι στην προσπάθεια εξυγίανσης και ανάκαμψης, η Κυβέρνηση Merkel διαδραματίζει το σημαντικότερο ρόλο.

4. Ποιες είναι όμως οι επιπτώσεις της κρίσης και της διαχείρισής της στην πραγματική οικονομία της Ελλάδας;

Το διάστημα που μεσολάβησε από το 2012 μέχρι σήμερα, η συγκυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου έκανε βήματα κυρίως στην κατεύθυνση της δημοσιονομικής πειθαρχίας.
1.Μείωσε θεαματικά τις δημόσιες δαπάνες
2.Πέτυχε πρωτογενές πλεόνασμα
3.Επιβράδυνε την ύφεση
4.Καθήλωσε τον πληθωρισμό στο ιστορικό χαμηλό των τελευταίων ετών
5.Άρχισε να αποπληρώνει ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις
6.Βελτίωσε κατά 15 θέσεις την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας μας διεθνώς

Δηλαδή, πέτυχε τους ενδιάμεσους στόχους, που ήταν:

Α. Η αποφυγή μιας άτακτης χρεοκοπίας και
Β. Η παραμονή της Ελλάδας στο σκληρό πυρήνα της Ε.Ε.

Μεγάλος πρωταγωνιστής αυτής της εθνικής προσπάθειας ήταν ο ίδιος ο ελληνικός λαός, ο οποίος παρότι είδε το εισόδημά του να συρρικνώνεται κατά 40%, το βιοτικό του επίπεδο να κλονίζεται και τη ζωή του να αλλάζει ραγδαία, επέδειξε απίστευτη ωριμότητα, υπομονή και πίστη στην προσπάθεια.

Η πρωτόγνωρη οικονομική κρίση δικαιολογεί κατ’ αρχήν έκτακτες πολιτικές μικρής διάρκειας, που αποκλίνουν από τα συνήθη και βραχυπρόθεσμα στοχεύουν στην αποκατάσταση της δημοσιονομικής πειθαρχίας, στη μείωση των δημοσίων δαπανών, στον ισοσκελισμό των προϋπολογισμών και διευκολύνουν την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος.

Στην περίπτωση της Ελλάδας όμως η 6ετής διάρκεια της αυστηρής αυτής πολιτικής, έχει στεγνώσει την αγορά από ρευστότητα και έχει εξαντλήσει τη δύναμη των επιχειρήσεων, την υπομονή των νοικοκυριών, αρχίζοντας να προσλαμβάνει διαστάσεις ακόμα και ανθρωπιστικής κρίσης.
Είναι χαρακτηριστικές οι υπερβολές και οι αστοχίες κυρίως στο πεδίο της φορολογικής πολιτικής που εφαρμόστηκε. Χαρακτηριστικά αναφέρω, τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα ο φόρος για τους μισθωτούς αυξήθηκε 7 φορές, για τους ελεύθερους επαγγελματίες 9 φορές. Τα ακίνητα επιβαρύνθηκαν κατά 800% παραπάνω και όλα αυτά όταν το εισόδημα μειώθηκε κατά 40%.
Συνέπεια: το σύνολο των οφειλομένων φόρων ανέρχεται σε € 67,9 δις, τα οφειλόμενα δάνεια στις τράπεζες στα € 77 δις και οι οφειλόμενες εισφορές στα ασφαλιστικά ταμεία στα € 15 δις. (Στοιχεία Οκτωβρίου 2014)

Πτυχές της εφαρμοζόμενης πολιτικής απειλούν λόγω της υπερβολής των τεχνοκρατών, αντί να θεραπεύσουν τις στρεβλώσεις του ελληνικού συστήματος, να καταστρέψουν τους βασικούς πυλώνες της Κοινωνικής Οικονομίας της Αγοράς και να διαλύσουν τον αξιακό κώδικα της φιλελεύθερης ιδεολογίας.

Για παράδειγμα:

Α. το ζήτημα των ομολογιούχων που εμπιστεύτηκαν το κράτος τους και καταστράφηκαν έπληξε καίρια την Αρχή της Τραπεζικής Πίστης,

Β.  η μη παροχή ρευστότητας προς την αγορά από τις “ανακεφαλαιοποιημένες” χάρη στο κράτος τράπεζες, θίγει ευθέως τη δυνατότητα του “επιχειρείν”, η οποία επιδεινώνεται περαιτέρω από τη μείωση μισθών, συντάξεων και γενικότερα της αγοραστικής δύναμης και της καταναλωτικής διάθεσης των πολιτών.

Γ. η εξοντωτική φορολόγηση των ακινήτων σε αρκετές περιπτώσεις θίγει το Συνταγματικό Δικαίωμα της Ιδιοκτησίας στο σκληρό του πυρήνα, ενώ οι υπερβολικές αυξήσεις σε άλλους φορολογικούς συντελεστές π.χ. εισοδήματος, ΦΠΑ, ειδικός φόρος κατανάλωσης στο πετρέλαιο, φόρος επιτηδεύματος, υποχρέωση προκαταβολής 55% για επαγγελματίες κλπ, τελειώνουν κάθε επιχειρηματική κινητικότητα, προκαλώντας παράλυση στην αγορά, θέματα επιβίωσης στους οικογενειακούς προϋπολογισμούς και σταδιακή κατάρρευση στην εθνική οικονομία, λόγω γεωμετρικής αύξησης των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το δημόσιο.

Η φιλελεύθερη αρχή “Οι φόροι σκοτώνουν τους φόρους” δικαιώνεται πλήρως και η κατάσταση της Πραγματικής Οικονομίας επιδεινώνεται. Παρά τις διεθνείς παραδοχές για πρωτογενές πλεόνασμα, η Εθνική Οικονομία κινδυνεύει με εσωτερική κατάρρευση, αν δεν οργανωθεί επειγόντως μια Στροφή στην Πραγματική Οικονομία με κεντρική Ιδέα μια Νέα Φορολογική Επανάσταση.

5. Ποιες είναι οι συνέπειες της κρίσης στην ελληνική Κοινωνία;

Σύμφωνα με την ΕΛ.ΣΤΑΤ., κατά το β’ τρίμηνο του 2014 το ποσοστό ανεργίας παρότι μειώθηκε πάνω από 1% τον τελευταίο χρόνο, παραμένει υψηλά, στο 26,6%, δηλ. 1.280.101 άνεργοι.
Στις ηλικίες δε 15-24 ετών, ανέρχεται στο 52%. Πολλά νοικοκυριά είναι χωρίς κανένα εργαζόμενο και χωρίς πόρους.
Παράλληλα εμφανίζεται δραματική μείωση αποδοχών και ο κατώτατος μισθός βρίσκεται κάτω από το επίπεδο του 2000.

Σύμφωνα με την «Έκθεση για τη φτώχεια» του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής (Σεπτ. 2014), 2,5 εκ. Έλληνες βρίσκονται κάτω από το επίπεδο της φτώχειας με βάση το εισόδημα του μεσαίου νοικοκυριού (το 60%) και 3,8 εκ. άτομα βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας λόγω υλικών στερήσεων και ανεργίας.

Κατά τη Eurostat, βρισκόμαστε στη χειρότερη θέση μεταξύ των 28, όσον αφορά στον κίνδυνο φτώχειας και συγκαταλεγόμαστε στην ομάδα των ευρωπαϊκών χωρών με τη μεγαλύτερη φτώχεια (23,1%) μαζί με Ισπανία, Βουλγαρία και Ρουμανία.

Τέλος, σύμφωνα με την έρευνα του ΟΟΣΑ (2013), είμαστε στην τέταρτη χειρότερη θέση μεταξύ 35 χωρών με βάση τους δείκτες ευημερίας και ποιότητας ζωής.

6. Πως επηρεάζει αυτό τις πολιτικές εξελίξεις και τι κινδύνους ή ευκαιρίες δημιουργεί για το κοινό μας μέλλον;

Οι πολίτες στον Ευρωπαϊκό νότο είδαν τους φτωχούς να γίνονται φτωχότεροι απ΄ τη μια στιγμή στην άλλη και τους πλούσιους να γίνονται πλουσιότεροι, την ώρα που η μεσαία τάξη συνθλίβεται λόγω φόρων, οριζόντιων περικοπών, έλλειψης ρευστότητας στην αγορά και απουσίας έμπρακτης κοινωνικής δικαιοσύνης. Αυτό είχε ως συνέπεια τη ριζοσπαστικοποίηση της πολιτικής τους συμπεριφοράς και τη μετατόπισή τους στα άκρα.

Η εκλογική μάχη κρίθηκε στις 25 Ιανουαρίου, η πολιτική όμως συνεχίζεται με διλήμματα που δεν έχουν ακόμα απαντηθεί από τη νέα συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ.

Τα συμπεράσματα των εκλογών έχουν ως εξής:

1. Η ΝΔ έχασε με 8,5 μονάδες διαφορά διότι απομακρύνθηκε από τον αξιακό κώδικα του ριζοσπαστικού φιλελευθερισμού της Κοινωνικής Οικονομίας της Αγοράς. Αποξενώθηκε από παραδοσιακές αλλά και νέες δυναμικές κοινωνικές της συμμαχίες, όπως η μεσαία τάξη (δηλαδή: οι μικρομεσαίοι, οι αγρότες, οι επιχειρηματίες, οι επιστήμονες, οι νέοι, οι ένστολοι, κλπ.). Εφήρμοσε επί μακρόν με το φανατισμό κάποιων νεοφώτιστων στελεχών, έκτακτες πολιτικές διάσωσης που έπρεπε να έχουν ημερομηνία λήξης και έτσι εγκλωβίστηκε σε μια νεοφιλελεύθερη φιλοσοφία και μερικές φορές σε μια απαράδεκτη ακροδεξιά ρητορική. Δεν υπερασπίστηκε πειστικά το μεσαίο χώρο και αποξενώθηκε από το λαϊκό της πρόσωπο, εμφανίζοντάς το ως δήθεν λαϊκίστικο.
Η αντικατάσταση της «ήπιας προσαρμογής» του Κώστα Καραμανλή με το «δόγμα του σοκ» του Αντώνη Σαμαρά, την έφερε αντιμέτωπη με την κοινωνία και επιβεβαίωσε την άποψη ότι καμία μεταρρύθμιση δε μπορεί να επιτύχει όταν έχει την κοινωνία απέναντι. Αυτή η εξέλιξη εμπεριέχει την ελπίδα για αυτοκριτική, ανασυγκρότηση του χώρου και επαναπροσδιορισμό του ιδεολογικοπολιτικού του στίγματος προς πιο ανοιχτές, μετριοπαθείς και κοινωνικά δίκαιες αντιλήψεις.

2. Η άνοδος της ακροδεξιάς στην τρίτη θέση, οφείλεται σε δυο λόγους :

Α. Επένδυσε πολιτικά στον ανθρώπινο πόνο που έφερε η κρίση, στην ανέχεια, στην ανεργία των νέων, στην εγκληματικότητα, στην ξενοφοβία και
Β. Επιχείρησε να θυματοποιηθεί στα μάτια της κοινής γνώμης εμφανίζοντας ως πολιτική δίωξη τη φυλάκιση των ηγετικών στελεχών της. Κατά την γνώμη μου η Χ.Α. έχτισε πάνω στα λάθη και τις παραλείψεις του πολιτικού συστήματος και εκμεταλλεύτηκε την συστηματική και ισοπεδωτική απαξίωση των πολιτικών από τα ΜΜΕ (διαπλεκόμενα και μη) τα τελευταία χρόνια εναντίον όλων των κομμάτων και όλων των πολιτικών προσώπων χωρίς να ξεχωρίζουν τα θετικά παραδείγματα.

Τέλος-αυτό είναι προσωπική εκτίμηση- θεωρώ λάθος εξαρχής την ποινική αντιμετώπιση της Χρυσής Αυγής από τα πολιτικά κόμματα και τα ΜΜΕ. Η ποινική ευθύνη των φυσικών προσώπων ήταν αρμοδιότητα αποκλειστικά της Δικαιοσύνης. Η Χρυσή Αυγή έπρεπε από κόμματα και ΜΜΕ να αποδομηθεί πολιτικά και ιδεολογικά, γιατί διαφορετικά ήταν αυτονόητη η «θυματοποίηση» και ίσως και η «ηρωοποίηση» του ριζοσπαστικού της λόγου.

Θυμίζω την αποχουντοποίηση κατά την μεταπολίτευση, που ολοκληρώθηκε από ανακοινώσεις – αποφάσεις ενωμοταρχών και εισαγγελέων και έκλεισε με μια μόνο πολιτική δήλωση του Κωνσταντίνου Καραμανλή για τους δικτάτορες: «όταν λέμε ισόβια εννοούμε ισόβια».

3. Ένα άλλο φαινόμενο των τελευταίων εκλογών είναι η διάσπαση και πλήρης κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ και η εμφάνιση ενός απολιτικού ή σωστότερα μεταπολιτικού κόμματος με το όνομα «Ποτάμι». Η αντίληψη «ψηφίστε μας και θα σας πούμε μετά τι θα κάνουμε» συνδυασμένη με την υποψία της μονομερούς εκπροσώπησης συγκεκριμένων επιχειρηματικών συμφερόντων προσθέτει στοιχεία νοσηρότητας στο πολιτικό σύστημα και ενισχύει περισσότερο τον κίνδυνο πολυδιάσπασης και άρα ακυβερνησίας, παρότι προεκλογικά αυτό το «νέο φαινόμενο» εμφανιζόταν ως ο εγγυητής της «ανοιχτής συνεργασίας και άρα της σταθερότητας».

4. Η εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ, η διάσωση των ΑΝΕΛ και ο γρήγορος σχηματισμός συγκυβέρνησης λύνει ίσως προσωρινά το ζήτημα της κυβερνητικής σταθερότητας, δεν απαντά όμως ακόμα στο δίλημμα του προσανατολισμού της χώρας. Η πολιτική μάχη συνεχίζει να είναι ακόμα ανοιχτή. Αν η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ συγκρουσθεί με την Ευρώπη, είναι βέβαιο ότι θα βάλει τη χώρα σε μια απίστευτη περιπέτεια που μπορεί να μας στοιχίσει πολλά. Αν απ΄την άλλη προχωρήσει σε ανακυβίσθηση αθετώντας την προεκλογική ρητορική του ευχάριστου αλλά παραπλανητικού «λεφτά υπάρχουν» ή του «θα κουρέψουμε το χρέος» και ακολουθήσει το στέρεο ευρωπαϊκό δρόμο, τότε το πρόβλημα αφορά όχι στις διεθνείς σχέσεις της χώρας, αλλά στην εσωτερική ενότητα της συγκυβέρνησης και του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι ακόμα νωρίς να κρίνουμε. Η αναμφισβήτητα καλή επικοινωνιακά διαχείριση δεν επηρεάζει την ουσία. Το να ονομάσουμε τα νέα μέτρα, το χρηματοδοτικό κενό, το τρίτο ίσως μνημόνιο «νέα συμφωνία» δεν αλλάζει την ουσία. Και η ουσία είναι μια, ότι η Βουλή πρέπει να αποφασίσει και η Ε.Ε. να χρηματοδοτήσει.

Ευχή όλων μας είναι τα πράγματα να πάνε καλά για την Ελλάδα, ώστε να μην οδηγηθούμε σε πολυδιάσπαση του πολιτικού συστήματος και άρα σε ακυβερνησία. Για να μην επαναληφθεί αυτό που έγινε με τα το ΠΑΣΟΚ, πρέπει οι υφιστάμενες πολιτικές δυνάμεις να ξεπεράσουν την αδυναμία των παραδοσιακών αρχηγικών κομμάτων και να λειτουργήσουν θεσμικά, προκρίνοντας κανόνες εσωτερικής λειτουργίας που θωρακίζουν την ενότητα, τη συλλογικότητα και την εσωκομματική Δημοκρατία. Πρέπει όμως και να αντισταθούν στην επιθετική παρέμβαση της Ελληνικής Οικονομικής Ολιγαρχίας στο χώρο της πολιτικής που μέσω της διαπλοκής έχει μάθει να φτιάχνει ή να διαλύει κόμματα, να αναδεικνύει ή να εξαφανίζει πολιτικούς με κριτήριο τα δικά της συμφέροντα και όχι τα συμφέροντα την κοινωνίας, της χώρας ή της Ευρώπης.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Όσες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις και να κάνουμε στην Ελλάδα, αν δεν σπάσουμε το κατεστημένο της διαπλεκόμενης οικονομικής ολιγαρχίας, αν δεν απλώσουμε τις ευκαιρίες σε όλους, αν δεν προστατεύσουμε τη μεσαία τάξη, αν δεν οριοθετήσουμε με αυστηρότητα τη σχέση πολιτικής, αγοράς και τεχνοκρατίας δεν θα πετύχουμε τίποτε.

Αυτό δε μπορεί να επιτευχθεί ούτε με τον κρατισμό της παρωχημένης αριστεράς, ούτε με τον ολιγοπωλιακό καπιταλισμό μιας νεοφιλελεύθερης δεξιάς που αβαντάρεται από την κρίση. Μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσα από την Κοινωνική Οικονομία της Αγοράς που αποτελεί το ιστορικό επίτευγμα της Πολιτικής μας οικογένειας, του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ).

Η αυστηρή πολιτική της δημοσιονομικής πειθαρχίας, ότι ήταν να επιτύχει το πέτυχε. Δε μας παίρνει άλλο να ανακατανέμουμε τον υφιστάμενο συρρικνωμένο πλούτο. Οφείλουμε να τον αυξήσουμε με εξωστρέφεια και αναπτυξιακές πολιτικές.

Ο αξιακός κώδικας της κοινής μας ιδεολογίας, της Κοινωνικής Οικονομίας της Αγοράς, πρέπει να αποτελέσει από εδώ και εμπρός την πυξίδα, που θα καθοδηγήσει μια Στροφή της πολιτικής μας προς την Πραγματική Οικονομία.

Τα κύρια χαρακτηριστικά αυτής της Στροφής, που έχουν τόσο ανάγκη:
η οικονομία μας για να επιτύχει την ανάκαμψη,
η κοινωνία μας για να διασφαλίσει τη δικαιοσύνη και
η Ελλάδα για να εδραιώσει την ανάπτυξη της,

είναι:
1.η εφαρμογή έξυπνων μεταρρυθμίσεων σε όλους τους τομείς
2.η επιτάχυνση στοχευμένων αποκρατικοποιήσεων
3.η ενίσχυση της ρευστότητας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και της αγοράς γενικότερα
4.μια φορολογική επανάσταση που θα ενθαρρύνει το επιχειρείν, θα προσελκύει ξένες επενδύσεις και θα προστατεύει το ιερό δικαίωμα της ιδιοκτησίας
5.ο επαναπροσδιορισμός των εργασιακών σχέσεων έξω από τα στερεότυπα του παρελθόντος. Ο εργαζόμενος πρέπει να νιώθει κατ’ αναλογία συμμέτοχος στην επιχείρηση που εργάζεται και όπως συμμετέχει στο ρίσκο ή την απώλεια όταν δεν πάει καλά, παραμένοντας απλήρωτος επί μακρόν ή μειώνοντας τις απολαβές του, κατ’ αντιστοιχία με την απώλεια ή το ρίσκο να μοιράζεται και το κέρδος συμβασιοποιημένα όταν φυσικά έρχονται καλύτερες μέρες για την επιχείρηση.
6.η αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της χώρας μας, όπως είναι η ναυτιλία, ο τουρισμός, το εμπόριο, η παιδεία και ο πολιτισμός, το υψηλού επιπέδου ανθρώπινο δυναμικό.

Κυρίες και Κύριοι,

Οι Έλληνες δεν είναι επαίτες. Είναι ένας περήφανος λαός, που σαφώς όπως και οι άλλοι λαοί, διέπραξε λάθη και τα πλήρωσε πολύ ακριβά. Είναι όμως και ένας λαός με εξαιρετικές αρετές, που όταν θέλει κάτι και το πιστεύει πραγματικά, έχει την ικανότητα να το πετυχαίνει πολύ γρήγορα.

Υπάρχουν πολλά ιστορικά παραδείγματα που το επιβεβαιώνουν αυτό, αρκεί να θυμηθεί κανείς ότι μετά από μια Εθνική Καταστροφή το 1922 απ΄ τους Τούρκους, τον ερχομό εκατομμυρίων προσφύγων, δύο παγκόσμιους πολέμους, δύο απομονωτικές δικτατορίες, έναν αιματηρό εμφύλιο και την εθνική τραγωδία της παράνομης εισβολής και κατοχής στην Κύπρο, που συνεχίζει να επηρεάζει ακόμα τις αμυντικές μας δαπάνες, η πατρίδα μας, πολύ γρήγορα νίκησε τη φτώχεια, εδραίωσε τη δημοκρατία, εντάχθηκε στην Ε.Ε. και παραμένει στα 30 ισχυρότερα κράτη του πλανήτη παρά την κρίση.

Οι Έλληνες πιστεύουν βαθιά στη ευρωπαϊκή τους μοίρα και ανακτούν σταδιακά την εθνική τους αυτοπεποίθηση.

Με πράξεις και θυσίες απέδειξαν τα τελευταία χρόνια ότι πιστεύουν στις μεταρρυθμίσεις, διεκδικούν όμως παράλληλα περισσότερο σεβασμό, ενεργοποίηση της Αρχής της Ευρωπαϊκής Αλληλεγγύης και ξεκάθαρες αποφάσεις που θα καθιστούν το ελληνικό χρέος βιώσιμο και θα διευκολύνουν την Ελλάδα να επιστρέψει στην ομαλότητα.

Αρθρογράφος