Θα μπορούσε να βγει και κάτι καλό απ’ αυτή την ιστορία με την Σεντιχά Σουλεϊμάν. Αφού ξεκίνησε η συζήτηση περί μειονοτήτων θα μπορούσε να συνεχιστεί, να προχωρήσει και να τις αναφέρει όλες, να απαριθμήσει τα προβλήματά τους.
Πολλοί όμως φωνάζουν ακριβώς το αντίθετο, να σταματήσει αμέσως, διότι είναι επικίνδυνη. Αν βλέπεις τις μειονότητες σαν εσωτερικό εχθρό, βεβαίως, κάθε αναφορά στην ύπαρξή τους είναι επικίνδυνη, κι η ίδια τους η ύπαρξη ακόμα πιο επικίνδυνη. Αν θεωρείς ότι είναι εν δυνάμει Σουδήτες, που θα δώσουν κάποια στιγμή την αφορμή στην εχθρική χώρα που τους διεκδικεί να εισβάλλει στο έδαφός σου, βεβαίως, τους κάνεις τη ζωή μαύρη, μέχρι να φύγουν, ή να μείνουν και να γίνουν στ’ αλήθεια εχθρός, έστω κι αν δεν είναι εποχή τέτοιων εισβολών. (Αν και δεν ξέρουμε ποτέ τι εποχή είναι, όπως αποδεικνύει ο Πούτιν). Κάθε καταπιεσμένος άνθρωπος μπορεί να γίνει εχθρός ενός αυταρχικού καθεστώτος.
Αν δεν μιλήσουμε τώρα για όλ’ αυτά, που είναι ευρωεκλογές, πότε θα μιλήσουμε; Η Ευρώπη αυτό κάνει, προσπαθεί να δημιουργήσει τις συνθήκες για κάθε εθνότητα, πλειονότητα και μειονότητα, να ζει αρμονικά στην επικράτειά της. Με ειρήνη, πρωτίστως, και με ίσα δικαιώματα. Λοιπόν η στιγμή είναι θαυμάσια να μιλήσουμε για τη μειονότητα Ρομά και για όλες τις άλλες. Πομακική, τουρκική, μακεδονική, βλάχικη, κλπ.
Ουπς, έγραψα ήδη δυο απαγορευμένες λέξεις. Τουρκική και μακεδονική μειονότητα! Ορίστε, πώς να μιλήσεις για κάτι που δεν επιτρέπεται καν να το αναφέρεις με τις λέξεις που αυτοπροσδιορίζεται; Διότι ναι μεν το ελληνικό κράτος διδάσκει τούρκικα στα σχολεία ολόκληρης της μουσουλμανικής μειονότητας (με δική του απόφαση όμως, όχι με πιέσεις του τουρκικού προξενείου, όπως δημιουργήθηκε η εντύπωση), αλλά δεν επιτρέπει να λέγονται Τούρκοι οι μαθητές. Είναι αυτή η παράξενη κατάσταση που δεν κάνει να θίξουμε διότι ο εχθρός καραδοκεί. Δεν μιλάμε γι αυτά, αισθανόμαστε απειλούμενοι, αγοράζουμε όπλα, ύστερα καταρρέουμε οικονομικά, και μόλις πιάσουμε δυο φράγκα ξανααγοράζουμε όπλα. Έτσι τα βρήκαμε, έτσι θα τ’ αφήσουμε. Τα παιδιά μαθαίνουν τούρκικα λοιπόν στο σχολείο, και βεβαίως ελληνικά, και με λίγο ταλέντο και πολλή μελέτη μπορεί να βγουν πολύγλωσσα στο τέλος της εκπαίδευσής τους. Ειδικά αφότου με το «πρόγραμμα εκπαίδευσης μουσουλμανοπαίδων» γίνεται σοβαρή προσπάθεια να μάθουν ελληνικά. Διότι την εποχή της μπάρας (ας την ονομάσουμε έτσι χάριν συντομίας, υπήρχαν ένα σωρό ακόμα θεσπισμένες διακρίσεις μέχρι την τολμηρή αλλαγή πολιτικής που έκανε ο Γιώργος Παπανδρέου επί κυβέρνησης Σημίτη, και δεν ξέρω αν έχουν όλες καταργηθεί), ο στόχος ήταν να μη μαθαίνουν τίποτε. Έχω συναντήσει φοιτητές με εξαιρετικές ικανότητες που μπόρεσαν να μορφωθούν και να γίνουν πολύγλωσσοι χάρις σ’ αυτή τη συγκυρία. Είναι πραγματικά ενδιαφέρουσα κατάσταση. Άλλοι όμως δυσκολεύονται πολύ, και θα ήταν δίκαιο κι ακόμα πιο ενδιαφέρον να διδάσκονται στο σχολείο, εκτός από ελληνικά, τη μητρική τους γλώσσα ο καθένας. Όχι μόνο τούρκικα και όχι μόνο εκεί πάνω, επειδή έτσι λέει η συνθήκη της Λωζάννης. Πομακική, ρομά, σλαβομακεδονική, βλάχικη, αλβανική, όποια είναι αυτή. Κάτι είχε προσπαθήσει να κάνει στο σχολείο της, στην Αθήνα, η Στέλλα Πρωτονοταρίου, όχι με μειονότητα, με τα παιδιά των μεταναστών, να τους διδάσκει τις μητρικές τους γλώσσες, και παύθηκε, κατηγορήθηκε, πέρασε από δίκη, και γενικά υπέφερε αρκετά για να μάθει να κάνει την προοδευτική σε χώρα που σέβεται τις παραδόσεις. Του αυταρχισμού κυρίως.
Έχουμε ευρωεκλογές, είναι καλή στιγμή να θυμηθούμε ότι είμαστε Ευρωπαίοι, που σημαίνει ότι ζούμε ειρηνικά με όλες τις ποικίλες μας ταυτότητες, ότι προσπαθούμε να βρούμε πώς γίνεται κάτι τέτοιο. Με φοβέρες δεν γίνεται. Με ραμμένο στόμα δεν γίνεται. Με απαγορευμένες λέξεις δεν γίνεται. Αν βλέπεις τη μειονότητα σαν εσωτερικό εχθρό, κι αναδεικνύεις καταπιεστικά της χαρακτηριστικά πριν παραδεχτείς την καταπίεση που της ασκείς ως κράτος, πάλι δεν γίνεται. Δεν έχει καν νόημα.
Αντί για τη συνθήκη της Λωζάννης, θα έλεγα να κοιτάζαμε την ίδια τη Λωζάννη. Την Ελβετία γενικότερα. Στη χώρα με τις τέσσερις επίσημες γλώσσες δεν μιλάνε καν για πλειονότητες και μειονότητες, κι ας υπάρχουν περισσότεροι γερμανόφωνοι και πολύ λίγοι ρωμανόφωνοι. Η Ευρώπη έχει πρότυπα. Εμείς πάλι, αν θέλουμε, μπορούμε να συνεχίσουμε να βλέπουμε τον εαυτό μας ως ευαίσθητο, ευερέθιστο, επικίνδυνο και απειλούμενο ταυτόχρονα, Βαλκάνιο. Είναι θέμα απόφασης, πολιτικής βεβαίως.
πηγή: www.protagon.gr
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies, για την συλλογή στατιστικών στοιχείων και την διασφάλιση της καλύτερης εμπειρίας σας.
Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τη χρήση των cookies. Tι είναι τα Cookies;