Είναι κάποιες γωνιές της Πελοποννήσου που, όσα κι αν έχεις ακούσει γι’ αυτές, όσο και αν νομίζεις ότι τις ξέρεις, δεν παύουν να σε εκπλήσσουν όταν τελικά αποφασίσεις να αφιερώσεις χρόνο για να τις εξερευνήσεις.
Σωστά, αλλά και όχι. Διότι μπορεί τα βενετσιάνικα κάστρα τους να συγκεντρώνουν τους προβολείς της δημοσιότητας επάνω τους, κι ό,τι μένει να το πιστώνονται οι όντως καταπληκτικές παραλίες της περιοχής, αλλά αυτή η περιγραφή δεν χωράει τη νησιώτικη φινέτσα της Κορώνης. Δεν χωράει, επίσης, τα χρώματά της, τις κατακόκκινες κεραμιδοσκεπές της, τις τόσο παράξενες για παραθαλάσσιο οικισμό, τα περίτεχνα σφυρήλατα μπαλκόνια της, τα στενά σοκάκια της που θυμίζουν λίγο από την παλιά πόλη του Ναυπλίου και λίγο από νησί.
Δεν χωράει το χαμόγελο των ανθρώπων της, που δεν τους έχει κακομάθει (ακόμα;) ο τουρισμός και δεν αντιμετωπίζουν τους επισκέπτες τους σαν πελάτες. Και δεν χωράει, τέλος, το τιρκουάζ του Ιονίου που βρέχει τη Μεθώνη, ούτε τις φαντασμαγορικές διαδρομές ανάμεσά τους, ούτε τη ζωή που κυλά αργά στα café της προκυμαίας, με θέα τις ψαρόβαρκες που πηγαινοφέρνουν την ψαριά της ημέρας.
Όταν κοιτάς από ψηλά: Το Κάστρο της Κορώνης
Σκαρφαλώνετε τα ανηφορικά δρομάκια και τα σκαλοπάτια που ξεκινούν από τον μόλο –οι λιγότερο αθλητικοί τύποι θα χαρούν να μάθουν ότι το αυτοκίνητο ανεβαίνει εξίσου εύκολα από τον κεντρικό δρόμο μέχρι την πύλη του κάστρου– περνάτε την βαριά ξύλινη πόρτα και βρίσκεστε σε έναν άλλο κόσμο. Λιθόκτιστα καλντερίμια ανηφορίζουν ανάμεσα σε ελαιώνες, ελίσσονται πλάι σε αυλές σπιτιών (ναι, το κάστρο της Κορώνης είναι ένα από τα ελάχιστα ελληνικά κάστρα που κατοικούνται μέχρι σήμερα) και καταλήγουν πότε στην αυλή ενός μοναστηριού, πότε στα ερείπια του αρχαίου Ναού του Απόλλωνα, και πότε σε πέτρινες καμάρες με φαντασμαγορική θέα στη θάλασσα.
Για την ακρίβεια, η θέα στη θάλασσα από το βενετσιάνικο κάστρο, που χτίστηκε τον 13ο αιώνα, είναι φαντασμαγορική σχεδόν από κάθε σημείο του. Είναι η θέση του τέτοια: ψηλά στον λόφο, μοιάζει να κρέμεται πάνω από τις κόκκινες κεραμιδοσκεπές της Κορώνης, την οποία φυλά εδώ και αιώνες.
Πού βουτάμε;
Παντού! Τα νερά του Κόλπου της Καλαμάτας φημίζονται για τις θερμοκρασίες τους –ιδιαίτερα τέτοιες εποχές, που ο ήλιος δεν μας κάνει την χάρη να σταθεροποιηθεί πάνω από το κεφάλι μας– αλλά και για την καθαρότητά τους. Ούτε μία, ούτε δύο, αλλά οκτώ υπέροχες παραλίες, με ψιλή, χρυσαφένια άμμο και καταγάλανα νερά συνθέτουν την λίστα με τα “best of” μας: Περούλια, Γαργαρού, Αγία Τριάδα, Άγιος Ιωάνης, Αρτάκι, Ζάγκα, Μεμί, Τσαπί, Φανερωμένη. Οι φίλοι των beach bars αγαπούν πολύ τα Περούλια, με τις καλαμένιες ομπρέλες να προσφέρουν απλόχερα τη σκιά τους, ενώ εξίσου δημοφιλής είναι και η Ζάγκα, με τα παραθαλάσσια ταβερνάκια της, που σερβίρουν φρεσκότατα θαλασσινά εκεί που σκάει το κύμα. Οι πιο σπορτίφ κατευθύνονται στο Μεμί που διαθέτει και γήπεδα beach volley.
Μετά, βέβαια, υπάρχει και η Φοινικούντα. Ο πάλαι ποτέ παράδεισος των hipsters-που-τότε-δεν-τους-λέγαμε-hipsters οι οποίοι αποκήρυξαν την Ικαρία και τα Κουφονήσια όταν άρχισαν να γίνονται trend, και κατέφυγαν στα camping των μεσσηνιακών παραλίων. Το μυστικό, βέβαια, διαδόθηκε –όπως όλα– και σήμερα στα camping της Φοινικούντας θα βρείτε ένα πολυσυλλεκτικό mix’n’match οικογενειών, στελεχών που ονειρεύονται το τριήμερο που θα καταφέρουν να κλείσουν το κινητό τους και εικοσάρηδων που δεν είχαν λεφτά για room-to-let. Η τεράστια, αμμουδερή παραλία της παραμένει υπέροχη –και αυτή την εποχή, λιγότερη συνωστισμένη.
Το… αντίπαλο δέος: Βόλτες στο Κάστρο της Μεθώνης
Δεν είναι εύκολο να απαντήσεις στο ερώτημα ποιο από τα δύο κάστρα, της Κορώνης ή της Μεθώνης, είναι ομορφότερο. Το βέβαιο είναι ότι αν βρεθείτε στην περιοχή, θα περάσετε μια βόλτα και από τα δύο, όχι μόνο διότι η απόσταση μεταξύ τους είναι μικρή, αλλά και γιατί η φήμη του ενός σχεδόν συμπληρώνει εκείνη του άλλου. Το κτισμένο το 1209 από τους Ενετούς Κάστρο της Μεθώνης, με το χιλιοφωτογραφημένο Μπούρτζι που του προσέθεσαν δύο αιώνες αργότερα οι Οθωμανοί, απλώνεται σε έκταση 93 στρεμμάτων, και διεκδικεί όσο από τον χρόνο σας μπορείτε να του αφιερώσετε.
Μικρή παρένθεση: Όταν με το καλό συνειδητοποιήσει και το Υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού ότι υπάρχει κάποιος λόγος που αποκαλούμε τον τουρισμό «βαριά βιομηχανία» μας, στην παραπάνω πρόταση θα προστεθούν και οι λέξεις «αξίζει να μείνετε ως το ηλιοβασίλεμα, για να απολαύσετε τη θέα του ήλιου να βουτά στη θάλασσα πίσω από τα τείχη του κάστρου». Προς το παρόν, το κάστρο κλείνει στις 3.00 το μεσημέρι, και ο φύλακάς του δεν είναι καθόλου φιλικός με τους τουρίστες που δεν τιμούν με στρατιωτική ευλάβεια αυτή τη συνθήκη ζωής και θανάτου. Κλείνει η παρένθεση.
Περνώντας τις βγαλμένες από τον Άρχοντα των Δαχτυλιδιών πύλες του κάστρου, ο περισσότερος κόσμος βιάζεται να προχωρήσει προς το πρώτο πλάτωμα, όπου δεσπόζει ο εντυπωσιακός γρανιτένιος κίονας που είναι γνωστός ως «στήλη του Μοροζίνι», αγνοώντας έτσι το άνοιγμα που χάσκει λίγο μετά την είσοδο σε κάτι-σαν-υπόγειο, το οποίο φιλοξενούσε τις πρώτες κατακόμβες του ελλαδικού χώρου. Η πρόσβαση πλέον δεν είναι δυνατή, οπότε μην μπείτε στον πειρασμό να το επιχειρήσετε.
Λίγο παρακάτω, τα τουρκικά λουτρά και η Εκκλησία της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος, που υπήρξε διαδοχικά καθολική εκκλησία, τζαμί και ορθόδοξη εκκλησία διηγούνται την ιστορία της πόλης με τρόπο πολύ περιεκτικότερο, και πολύ πιο ενδιαφέροντα, από οποιοδήποτε σχετικό βιβλίο. Περνώντας από το «σπίτι του Ιμπραήμ» και τον ναό της Αγίας Σοφίας, σκαρφαλώνοντας εδώ κι εκεί σε τείχη και πολεμίστρες, καταλήγετε διαρκώς στη θάλασσα, αφού το κάστρο της Μεθώνης ακουμπά στο τιρκουάζ του Ιονίου σε όλες τις πλευρές του –πλην μίας.
Αποκορύφωμα και ιδανική κατάληξη της βόλτας είναι η έξοδος που καταλήγει στο Μπούρτζι, τον οκτάγωνο πύργο με την απολαυστική θέα στη θάλασσα, που υπήρξε διαδοχικά στρατιωτικό οχυρό και φυλακή. Αντιστεκόμαστε στον πειρασμό να ξαναγράψουμε πόσο ωραίο θα φαινόταν το ηλιοβασίλεμα από εδώ, και ακολουθούμε τον δρόμο πίσω προς την έξοδο, για να πνίξουμε τον πόνο μας στο ντόπιο κρασί, σε κάποιο από τα ταβερνάκια της περιοχής.
Πού θα φάτε
– Νοστιμότατους ψαρομεζέδες και άλλα θαλασσινά, μετά του απαραίτητου ούζου-με-θέα-στη-θάλασσα, στον Καγκελάριο, δίπλα στο δημαρχείο της Κορώνης. Υπολογίστε περί τα 15-20€ το άτομο, αναλόγως παραγγελίας και… ψαριάς.
– Σπιτικά μαγειρευτά και πιάτα ημέρας, στο Peroulia, επάνω στην ομώνυμη παραλία, μετά τις βουτιές σας. Οι τιμές είναι εξαιρετικές, στα 12-15€ το άτομο, μαζί με ωραιότατο, ντόπιο κρασί.
– Ζουμερή γουρουνοπούλα στη σούβλα (το πιάτο-θρύλος της περιοχής) και λοιπά ντόπια κρεατικά στη σχάρα, στον Διόνυσο, στη Φοινικούντα. Ποιος είπε ότι δίπλα στο κύμα ταιριάζουν μόνο τα θαλασσινά; Τιμές στα γνωστά επίπεδα των 15-17€ το άτομο.
– Θαλασσινά και ψάρια που μόλις βγήκαν από τη θάλασσα, στα 5Φ και στην Έλενα (μη χάσετε την γεμιστή σαρδέλα), αμφότερα στη Φοινικούντα. Οι τιμές κυμαίνονται στα 20€ το άτομο, αναλόγως ψαριάς και όρεξης.
– Αν ανηφορίσετε προς την Πύλο, αξίζει να οδηγήσετε το έξτρα δεκάλεπτο μέχρι την Γιάλοβα, για να πιάσετε τραπεζάκι πλάι στο κύμα, στο Σπιτικό. Τα μαμαδίσια μαγειρευτά τιμούν το όνομά του (δοκιμάστε οπωσδήποτε τον μουσακά, το κοκκινιστό μοσχαράκι και το γιουβέτσι) ενώ η ποικιλία των ορεκτικών «παίζει» σε δύο γήπεδα, ελληνικό και κυπριακό. Για τους αμετανόητους κρεατοφάγους, ωραιότατη είναι και η σχάρα. Οι τιμές κυμαίνονται στα 15-17€ το άτομο, με εξαιρετικό χύμα κρασί.
Κείμενο – φωτογραφίες: Ηρώ Κουνάδη
Πηγή : www.in2life.gr
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies, για την συλλογή στατιστικών στοιχείων και την διασφάλιση της καλύτερης εμπειρίας σας.
Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τη χρήση των cookies. Tι είναι τα Cookies;