Αυτές της μέρες η ελληνική Θράκη βιώνει μια ευλογία μοναδική, την επίσκεψη στις τέσσερεις θρακικές Μητροπόλεις της Α.Θ.Π. του Οικουμενικού Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίου. Ασφαλώς πρόκειται για γεγονός με ύψιστη εκκλησιαστική, πνευματική και ιστορική σημασία, όπως αποδεικνύεται τόσο από τους λόγους των τοπικών εκκλησιαστικών και πολιτικών αρχών, όσο και από τις ενθουσιώδεις αντιδράσεις του κόσμου, που σπεύδει να δει και να επευφημήσει τον Πατριάρχη του Γένους, λαμβάνοντας την ευλογία του.
Πολλά γράφονται και θα γραφούν για τις επισκέψεις αυτές. Θα ήθελα όμως να σταθούμε σε δύο σημεία, που κατά την άποψή μου είναι ιδιαιτέρως σημαντικά. Το πρώτο έχει να κάνει για την στενή πνευματική σχέση που συνδέει την Μητέρα Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία με τους πρόσφυγες, και συγκεκριμένα με τους προσφυγικούς πληθυσμούς της Θράκης, τους προερχόμενους από τη Μείζονα Θράκη, τη Μικρά Ασία και τον Πόντο. Μια σχέση θεμελιωμένη στην ιστορική και γεωγραφική προέλευσή τους, δεδομένου ότι οι άμεσοι πρόγονοί τους προέρχονται από τις μαρτυρικές και εμπερίστατες Μητροπόλεις του Οικουμενικού Θρόνου, οι οποίες έχασαν το ποίμνιό τους με τους ποικίλους διωγμούς του πρώτου μισού του 20ού αι., και κυρίως με την Μικρασιατική Καταστροφή (1922) και την ανταλλαγή των πληθυσμών (1923-1924).
Οι προσφυγικής καταγωγής Έλληνες, μαζί με την μνήμη των πατρίδων τους, κρατούν μέσα στην καρδιά τους και την μνήμη της υπαγωγής και της πνευματικής εξάρτησης από τον Οικουμενικό Θρόνο. Μια μνήμη που ενισχύεται και από τα προσκυνήματα στην Κωνσταντινούπολη και στους τόπους προέλευσης τους, που κατ’ έτος διοργανώνουν, μια μνήμη που εδράζεται σε αναμνήσεις διωγμών, αιμάτων, θυμάτων και προγονικών τάφων. Όπως είναι φυσικό, οι μνήμες αυτές είναι εντονότερες στην Θράκη, γι’ αυτό και οι λόγοι με τους οποίους Μητροπολίτες και εκπρόσωποι τοπικών αρχών υποδέχονται τον Παναγιώτατο Πατριάρχη μας και την τιμία συνοδεία του δεν είναι τυπικοί, ή στερούμενοι ουσιαστικού περιεχομένου. Είναι λόγοι καρδιακοί, ειλικρινείς και εκφράζοντες το αντίστοιχο λαϊκό αίσθημα.
Για τους Θρακιώτες, τόσο τους γηγενείς όσο και εκείνους που έχουν απώτερη προσφυγική καταγωγή, ο Οικουμενικός Πατριάρχης εκπροσωπεί το Γένος και τη μαρτυρική διαδρομή του ανά τους αιώνες. Στη Θράκη η λειτουργική αναφορά στον Πατριάρχη είναι υπόθεση ζωντανή και οργανική, όχι μόνο από εκκλησιαστική άποψη, αλλά και από σκοπιά πολιτισμική, ως συλλογική ιστορική μνήμη και ως αίσθημα κοινό, αποδεκτό και αναγνωριζόμενο από όλους. Το κυριότερο δε, η κοινή αυτή μνήμη μεταφέρεται από γενιά σε γενιά, κι αυτό το ζούμε όσοι ασχολούμαστε καθημερινά με την θρακική νεολαία, στα πανεπιστημιακά αμφιθέατρα και στους χώρους μόρφωσης και πνευματικής και επιστημονικής δράσης.
Πρόκειται για αυτό που πολλοί Θρακιώτες φοιτητές μας ονομάζουν «πατριαρχική ταυτότητα», μια κοινή αίσθηση πνευματικής σχέσης και συγγένειας με τον Οικουμενικό Θρόνο, αλλά και μια αντίληψη συγγένειας ιστορικής και πολιτισμικής. Γι’ αυτό και οι εκδηλώσεις που συνοδεύουν την πατριαρχική επίσκεψη στη Θράκη είναι τόσο έντονες, τόσο συγκινητικές και τόσο συναισθηματικά φορτισμένες, ακριβώς επειδή είναι αυθόρμητες και προπαντός ειλικρινείς.
Το δεύτερο σημείο, που ασφαλώς σχετίζεται με το πρώτο, έχει να κάνει με την σύνδεση ανάμεσα στον Οικουμενικό Θρόνο και το ένδοξο βυζαντινό παρελθόν, το οποίο στη Θράκη, με τις ανάλογες μνήμες και τα μνημεία της, τους υλικούς οδοδείκτες της μνήμης, είναι ζωντανό και πανταχού παρόν. Για τους Θρακιώτες το Βυζάντιο, είτε στις πραγματικές του ιστορικές και πολιτισμικές διαστάσεις, είτε ακόμη και ως συλλογική πολιτισμική δημιουργία, είναι μια ουσιαστική συνισταμένη της ζωής τους. Η έμφυτη και από τις επιμέρους οικογενειακές παραδόσεις και πρακτικές δημιουργημένη αυτή πραγματικότητα, ενισχύεται τόσο από την εκπαίδευση, όσο και από την εν γένει πνευματική ζωή και δράση διαφόρων συλλόγων της περιοχής. Κι έτσι, αποβαίνει βασική συνισταμένη αυτού που θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε «θρακική ταυτότητα».
Ο Αρχιεπίσκοπος της Κωνσταντινουπόλεως, της Νέας Ρώμης, και Οικουμενικός Πατριάρχης, αποτελεί στην κοινή θρακική – και όχι μόνο – συνείδηση του Γένους την άμεση συνέχεια της βυζαντινής αυτοκρατορίας, το μόνο ίσως κομμάτι του Βυζαντίου που έμεινε ζωντανό και δυναμικό «μετά το Βυζάντιο», για να θυμηθούμε την γνωστή φράση του Ρουμάνου ιστορικού N. Jorga. Κι αυτό το γεγονός, που για την συλλογική αντίληψη και συνείδηση των κατοίκων της Θράκης μας αποτελεί πραγματικότητα αναντίρρητη, τιμούν και εκφράζουν μαζικά οι Θρακιώτες, εκδηλώνοντας δημόσια και δυναμικά την αγάπη, τον σεβασμό, την αναγνώριση και την χαρά τους, με την ευκαιρία της ευλογητής επισκέψεως του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου στην ιδιαίτερη πατρίδα τους.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να γίνει μια διευκρίνιση : Οπωσδήποτε η Εκκλησία αποτελεί θεανθρώπινο οργανισμό με καθολικό αναμορφωτικό και ανακαινιστικό του ανθρώπου έργο, πέρα από διαχωρισμούς φυλών και εθνών. Αποτελεί μια νέα εκδοχή του κόσμου, μια αναγεννητική κατάσταση ανόδου από την αμαρτία, σωτηρίας και θέωσης, πέρα από οποιονδήποτε «εθνοφυλετισμό». Ωστόσο, στην μακραίωνη πορεία της, και στην ευρύτερη περιοχή μας, η Ορθόδοξη Εκκλησία συνδέθηκε με τις ιστορικές περιπέτειες του Γένους μας, και εξέφρασε συχνά, και μάλιστα σε εποχές πικρής και δυσβάστακτης δουλείας, τα ζώπυρα του Γένους. Χωρίς αυτό να εντάσσεται απολύτως στην ορθόδοξη εκκλησιολογία, για το λαό μας, η Εκκλησία συνδέεται άμεσα με την εθνική, την πολιτισμική και την πνευματική και θρησκευτική ταυτότητά του, σε ένα αξεδιάλυτο σύνολο.
Την διάσταση αυτή, που κατά την έρευνα του λαϊκού πολιτισμού τη συναντούμε συνεχώς μπροστά μας ως κοινή ιδεολογική βάση, δεν θα πρέπει να την παραθεωρούμε. Υπάρχει και χαρακτηρίζει εν μέρει τη λαϊκή θρησκευτικότητα. Η αρχή αυτή είναι που δημιουργεί στον μέσο έλληνα, και εν προκειμένω στον Θρακιώτη, την αίσθηση του μεγαλείου, της πνευματικής δύναμης και της αίγλης της μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, την οποία οι άνθρωποι συνδέουν τόσο με το προσφυγικό παρελθόν τους, όσο και με τον «ένδοξό μας βυζαντινισμό», κατά τη διατύπωση του Κ. Καβάφη.
Και είναι φυσικά όλες αυτές οι παράμετροι που δίνουν στην πατριαρχική περιοδεία στη Θράκη τον χαρακτήρα ενός μοναδικού και κοσμοϊστορικού γεγονότος, καθώς προκύπτει από τις σχετικές εκδηλώσεις των Θρακών. Είναι όλα αυτά που ωθούν τον Θρακιώτη να προσκυνήσει την Μητέρα Εκκλησία, παίρνοντας την ευχή του Παναγιωτάτου, ως έκφραση πίστης, ταυτότητας, αφοσίωσης στα ιδανικά του Γένους, ευλάβειας και πνευματικής σχέσης προς τον Οικουμενικό Θρόνο. Είναι αυτά που υπόκεινται, και μπορούν να εξηγήσουν όσα θαυμαστά συμβαίνουν στη Θράκη τις μέρες τούτες.
*O M. Γ. Βαρβούνης είναι Καθηγητής του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, ‘Αρχοντας Προστάτης των Γραμμάτων της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies, για την συλλογή στατιστικών στοιχείων και την διασφάλιση της καλύτερης εμπειρίας σας.
Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τη χρήση των cookies. Tι είναι τα Cookies;