Οικολογικός εφιάλτης απειλεί όλο το θαλάσσιο μέτωπο της Αττικής – Ειδικό πλοίο έστειλε η Ευρωπαϊκή Ένωση

14 Σεπτεμβρίου 201714:27

Τουλάχιστον ένα μήνα θα διαρκέσει η επιχείρηση απορρύπανσης από το μαζούτ που πλημμύρισε τις ακτές αρχικά της Σαλαμίνας και λόγω λάθος εκτίμησης, ανεπαρκούς σχεδιασμού και μέσων έφτασε μέχρι την Γλυφάδα.

Η πετρελαιοκηλίδα, από τα ξημερώματα του Σαββάτου που βυθίστηκε -άγνωστο γιατί -το δεξαμενόπλοιο «Αγία Ζώνη ΙΙ» ταξίδεψε…ανενόχλητη από την Σαλαμίνα και τώρα απειλεί όλο το θαλάσσιο μέτωπο της Αττικής.

Το αρμόδιο υπουργείο Ναυτιλίας και ο υπουργός Π.Κορουμπλής διατείνονται πως έδρασαν στο σωστό χρόνο και με τον σωστό τρόπο, η πλοιοκτήτρια εταιρία διαβεβαιώνει πως τηρήθηκαν όλες οι προβλεπόμενες διαδικασίες και στη μεταφορά και μετά τη βύθιση του δεξαμενόπλοιου.

‘Ομως η εικόνα από τις νότιες περιοχές της Αττικής μαρτυράει ότι τίποτα δεν έγινε σωστά.

Τα ερωτήματα αυξάνονται μετά και την ανακοίνωση της ΠΕΜΕΝ (Πανελλήνια Ένωση Ναυτών Εμπορικού Ναυτικού) στην οποία υπάρχουν καταγγελίες για το πλοίο και την στάση του υπουργείου.

Ενω ζητείται και εξονυχιστικός έλεγχος από ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες κυρίως για την κατάσταση στο πλοίο, τις συνθήκες και τα αίτια της βύθισής του καθώς και τους λόγους που ξέφυγε από κάθε έλεγχο η πετρελαιοκηλίδα η οποία προκάλεσε πρωτοφανή θαλάσσια ρύπανση και καταστροφή”

Αν συνυπολογίσει κανείς ότι από το δεξαμενόπλοιο μετέφερε – κατά την επίσημη ενημέρωση – μόνον 2,570 τόνους καύσιμα.

 

Οπως επισημαίνουν οι ειδικοί οι ποσότητες πετρελαίου και μαζούτ που μετέφερε το δεξαμενόπλοιο δεν ήταν θηριώδεις, ο καιρός ήταν καλός ενώ στα χαρτιά τουλάχιστον, υπήρχαν σχέδια αντιμετώπισης τέτοιων καταστάσεων. Υπάρχουν 24 σταθμοί σε όλη την Ελλάδα για την αντιμετώπιση τέτοιων καταστάσεων και 4 σκάφη του Λιμενικού εκ των οποίων όμως τα 2 δεν λειτουργούν. .
Κραυγή αγωνίας από τους δημάρχους

Δήμαρχος Πειραιά

«Ενημερωθήκαμε την Τρίτη στις 3 το μεσημέρι και εντελώς τυχαία», είπε ο δήμαρχος Πειραιά Γιάννης Μώραλης. Δεν ξέρω αν έγινε λανθασμένη εκτίμηση αλλά το βέβαιο είναι ότι δεν μπορεί ο υπουργός να λέει ότι όλα είναι υπό έλεγχο. Θα αναζητηθούν ευθύνες». Στον Πειραιά βρίσκεται από το πρωί της Πέμπτης η Φώφη Γεννηματά.

Η κατάσταση στην Πειραϊκή

Η επιχείρηση απορρύπανσης είναι σε εξέλιξη. Τα συνεργεία προσπαθούν να καθαρίσουν τα βράχια. Η εικόνα σήμερα είναι κάπως καλύτερη στην περιοχή της Φρεαττύδας όμως στον Πειραιά η δυσοσμία παραμένει έντονη από το πετρέλαιο και το μαζούτ.

Η πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και επικεφαλής της Δημοκρατικής Συμπαράταξης δήλωσε αμέως μετά: «Οι ευθύνες της κυβέρνησης γι’ αυτή την οικολογική καταστροφή είναι τεράστιες. Τέσσερεις μέρες μετά το ναυάγιο το πετρέλαιο έχει φτάσει στον Πειραιά και την Γλυφάδα πλησιάζει, την Βούλα, την Βουλιαγμένη και είναι απειλή για ολόκληρη την παραλιακή ζώνη. Διαβεβαίωναν οι συναρμόδιοι υπουργοί από την Τρίτη ότι δεν υπάρχει κανένα απολύτως πρόβλημα, έχει ελεγχθεί . Τόσες μέρες μετά προσπαθούν σήμερα να συντονιστούν. Βεβαίως υπάρχουν και σοβαρότατες ευθύνες που πρέπει να διερευνηθούν όσον αφορά το πλοίο. Όμως αυτή την στιγμή απαιτούμε να εξαντληθεί κάθε δυνατότητα για να αντιμετωπιστεί η ρύπανση και να ληφθούν άμεσα μέτρα για την στήριξη των επαγγελματιών που επλήγησαν από αυτή την καταστροφή».

Δήμαρχος Γλυφάδας

Υπήρξαν σημεία στο παραλιακό μέτωπο της Γλυφάδας που είχαν μετατραπεί σε βούρκο πετρελαίου, είπε στο ΣΚΑΪ ο δήμαρχος της πόλης Γιώργος Παπανικολάου. Τόνισε ότι η κατάσταση με τη ρύπανση είναι πολύ δύσκολη, σημειώνοντας ότι φέτος για πρώτη φορά η Γλυφάδα είχε λάβει γαλάζια σημαία για την παραλία της. Ο δήμαρχος είπε πως χθες άρχισε η άντληση πετρελαίου από το νερό με πλωτά μέσα και το απόγευμα η άντληση στις ακτές. Χαρακτηριστικά ανέφερε πως μόνο από την παραλία του Ζέρβα αντλήθηκαν 28 τόνοι πετρέλαιο. «Δεν υπήρχε ενημέρωση, υπήρχε μεγάλη ανησυχία. Χθες το πρωί οι λιμενικές αρχές μας έλεγαν ότι η κηλίδα του πετρελαίου είναι στον Αγ. Κοσμά. Αλλαξε όμως ο καιρός. Θα το θυμάμαι πάντα αυτό που συνέβη. Η μυρωδιά είναι πολύ έντονη Πάλι καλά που αυτό έγινε αυτή την χρονική στιγμή και δεν έγινε μέσα στο καλοκαίρι».

Δήμαρχος Βάρης -Βούλας Βουλιαγμένης

Για ανύπαρκτη ενημέρωση από τον κρατικό μηχανισμό έκαναν λόγο στον ΣΚΑΪ ο δήμαρχος Βάρης – Βούλας – Βουλιαγμένης, Γρηγόρης Κωνσταντέλλος. Όπως επεσήμανε ενημερώθηκαν για την κατάσταση από τα μέσα ενημέρωσης. Η πετρελαιοκηλίδα απέχει μόλις 300-400 μέτρα από την Βούλα. Ο δήμος έχει ενεργοποιήσει το σχέδιο έκτακτης ανάγκης και έχει τοποθετήσει πλωτό φράγμα για να ανακόψει την δυτική φορά της πετρελαιοκηλίδας. Ο δήμος έλαβε στις 4 το απόγευμα της Τετάρτης επείγον σήμα από το Λιμενικό.

Τα ερωτήματα αυξάνονται μετά και την ανακοίνωση της ΠΕΜΕΝ (Πανελλήνια Ένωση Ναυτών Εμπορικού Ναυτικού) στην οποία υπάρχουν καταγγελίες για το πλοίο και την στάση του υπουργείου. Ενώ ζητείται και εξονυχιστικός έλεγχος από ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες κυρίως για την κατάσταση στο πλοίο, τις συνθήκες και τα αίτια της βύθισής του καθώς και τους λόγους που ξέφυγε από κάθε έλεγχο η πετρελαιοκηλίδα η οποία προκάλεσε πρωτοφανή θαλάσσια ρύπανση και καταστροφή”

Αν συνυπολογίσει κανείς ότι από το δεξαμενόπλοιο μετέφερε – κατά την επίσημη ενημέρωση – μόνον 2,570 τόνους καύσιμα.

 

ΠΕΜΕΜ: Στο μηχανοστάσιο, όπου σημειώθηκε η εισροή υδάτων υπήρχαν μπαλώματα

Η Πανελλήνια Ένωση Ναυτών Εμπορικού Ναυτικού (ΠΕΝΕΝ) σε ανακοίνωσή της αναφέρει μεταξύ άλλων πως το πλοίο ήταν 45 ετών με μπαλώματα και πως απουσιάζαν τα 9 από τα 11 μέλη του πληρώματος. Καταλογίζει δε σημαντικές ευθύνες σε κυβέρνηση , υπουργείο και προσωπικά στον υπουργό.

Αναλυτικά η ανακοίνωση της Πανελλήνιας Ένωσης:

«Τεράστια και αναπάντητα ερωτηματικά δημιουργεί η βύθιση του μικρού Δ/Ξ «ΑΓΙΑ ΖΩΝΗ ΙΙ» της Ναυτιλιακής εταιρίας του Θ. Κουντούρη το οποίο ήταν αγκυροβολημένο στο Βόρειο τμήμα του αγκυροβολίου Πειραιά.
Το πλοίο απέπλευσε έμφορτο τις πρωινές ώρες της 10/9/2017 από τα διυλιστήρια Ασπροπύργου (ΕΛΠΕ) μεταφέροντας 2.200 μετρικούς τόνους fuel oil και 370 μετρικούς τόνους marine gas oil. Στο πλοίο φέρονται να επέβαιναν 2 μέλη του πληρώματος σε σύνολο 11…..
Οι δύο Ναυτικοί που επέβαιναν στο πλοίο διασώθηκαν την τελευταία στιγμή από ρυμουλκό που είχε προσεγγίσει την περιοχή βύθισης του πλοίου. Να σημειωθεί ότι στην περιοχή επικρατούσαν πολύ καλές καιρικές συνθήκες.
Να υπογραμμίσουμε επίσης ότι το πλοίο ήταν κατασκευής του 1972 χωρητικότητας 3205 τόνων. Υπερήλικο το οποίο όπως αποδείχθηκε ήταν εξαιρετικά επικίνδυνο για την ασφάλεια της ναυσιπλοΐας ενώ σύμφωνα με διάφορες αναφορές και καταγγελίες, στο μηχανοστάσιο, εκεί όπου σημειώθηκε η εισροή υδάτων έφερε διάφορα πρόχειρα μπαλώματα με σκοπό να κλείσουν τις ανοιχτές τρύπες!!!
Επίσης η ανακοίνωση του ΥΕΝ σχετικά με την βύθιση του πλοίου έγινε μετά από 13 ώρες ενώ στην ίδια αυτή ανακοίνωση όλως περιέργως εκείνο το οποίο βγάζει μάτι είναι η βεβιασμένη αναφορά ότι όλα τα πιστοποιητικά του πλοίου είχαν ελεγχθεί και βρέθηκαν εντάξει!!
Ταυτόχρονα γεννιούνται σοβαρά ερωτηματικά όπως ότι ενώ το πλοίο ήταν φορτωμένο και έπρεπε σε αυτό να υπάρχει πλήρης επάνδρωση του πληρώματος, αντίθετα έλειπαν 9 από τα 11 μέλη του πληρώματος!! Ταυτόχρονα οι προδιαγραφές των πλοίων αυτής της ηλικίας, σε συνδυασμό με την μεταφορά και επεξεργασία πετρελαιοειδών μέσα και γύρω από το λιμάνι του Πειραιά τα καθιστά εξαιρετικά επικίνδυνα για την ασφάλεια της ναυσιπλοΐας και ειδικότερα για την πρόκληση θαλάσσιας ρύπανσης σε περίπτωση ναυτικού ατυχήματος. Σε ότι αφορά την βύθιση του πλοίου αποδείχτηκε περίτρανα η ανικανότητα, η ανεπάρκεια σχεδιασμού – οργάνωσης και κυρίως των μέσων για τον περιορισμό της θαλάσσιας ρύπανσης και κατ’ επέκταση της οικολογικής καταστροφής που συντελέστηκε στην Σαλαμίνα αλλά και σε μεγάλο μέρος της ακτογραμμής του Πειραιά. Αποτέλεσμα αυτής της ανεπάρκειας είναι το γεγονός ότι η πετρελαιοκηλίδα κατέκλυσε ακόμη και το κεντρικό τμήμα των ακτών του Πειραιά, όπως την Πειραϊκή, την Φρεατύδα κ.λπ.

Οι ευθύνες της κυβέρνησης και του ΥΕΝ σχετικά με τα αδιαμφισβήτητα προβλήματα που αφορούσαν την ασφάλεια του συγκεκριμένου πλοίου σε συνδυασμό με την πλήρη αποτυχία που σημειώθηκε στην μη επέκταση της πετρελαιοκηλίδας και της οικολογικής καταστροφής που συντελέστηκε δείχνουν για άλλη μια φορά πόσο μικρή σημασία δίνεται στην ασυδοσία των εφοπλιστών και μέσα από ανεπαρκείς και αναποτελεσματικούς ελέγχους διασφαλίζεται η χρησιμοποίηση πλοίων που αποτελούν κινητές οικολογικές βόμβες έτοιμες σε κάθε στιγμή να προκαλέσουν ανεπανόρθωτη περιβαλλοντική καταστροφή!
Ενδιαφέρον έχει και πρέπει να σημειωθεί ότι τις ημέρες της βύθισης του πλοίου και έως χθες ο Υπουργός Ε.Ν παρέμεινε ακλόνητος στο ταξίδι του στο Λονδίνο και στις συναντήσεις του με τους εκεί εκπροσώπους του εφοπλιστικού κεφαλαίου για να συζητάει μαζί τους την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεών τους και περιχαρής δήλωνε από εκεί σε ραδιοφωνικούς σταθμούς ότι «το ΥΕΝ έδρασε άμεσα και αποτελεσματικά» και ότι «έχει ελεγχθεί κατά 90 έως 95% η πετρελαιοκηλίδα» ενώ μόλις σήμερα ανακοινώθηκε ότι θα γίνει σύσκεψη με υπηρεσιακούς παράγοντες και άλλους φορείς, δηλαδή 4 μέρες μετά το τραγικό συμβάν.
Τα συμπεράσματα οφείλουν να τα βγάλουν ο λαός και οι κάτοικοι της Σαλαμίνας και του Πειραιά που ένα τριήμερο βιώνουν την δυσοσμία και την καταστροφή των ακτών τους!
Η ΠΕΝΕΝ απαιτεί να γίνει εξονυχιστικός έλεγχος από ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες κυρίως για την κατάσταση στο πλοίο, τις συνθήκες και τα αίτια της βύθισής του καθώς και τους λόγους που ξέφυγε από κάθε έλεγχο η πετρελαιοκηλίδα η οποία προκάλεσε πρωτοφανή θαλάσσια ρύπανση και καταστροφή”.

Ευρεία σύσκεψη κατόπιν εορτής

Σχεδόν τέσσερα 24ωρα μετά την βύθιση του δεξαμενόπλοιου έγινε το μεσημέρι της Τετάρτης η ευρεία σύσκεψη στο υπουργείο Ναυτιλίας με τη συμμετοχή δημάρχων, βουλευτών της περιοχής και εκπροσώπων των εταιρειών, με τον γγ του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, Δ.Καλαματιανό να αναφέρει αμέσως μετά ότι δεν υπάρχει σαφής εικόνα της έκτασης της ρύπανσης.

Ενώ ερωτηθείς για τον χρόνο που θα διαρκέσει η επιχείρηση είπε ότι αν και δεν υπάρχει συγκεκριμένη εκτίμηση η εταιρεία καθαρισμού και όσοι άλλοι εμπλέκονται αναφέρουν περίπου σε ένα μήνα.

«Η επέκταση της ρύπανσης γίνεται με ταχύτητα που μας κάνει να ανησυχούμε» τόνισε από την πλευρά του ο αντιπεριφερειάρχης Πειραιά, Γιώργος Γαβρίλης.

«Δυστυχώς η θαλάσσια ρύπανση από τη βύθιση του δεξαμενόπλοιου «Αγία Ζώνη» στη Σαλαμίνα έφτασε στη Γλυφάδα μας και το πρόβλημα είναι πολύ σοβαρό, με εκτεταμένη ρύπανση και έντονη οσμή σε όλο μας το παραλιακό μέτωπο» ανέφερε σε ανάρτησή του στο Facebook και πρόσθεσε: « Η μάχη είναι άνιση. Από τα χαράματα σήμερα, είμαστε σε διαρκή επαγρύπνηση και συνδράμουμε με όποια μέσα διαθέτουμε στο έργο των αρμόδιων φορέων: τοποθετήσαμε πλωτό φράγμα, ρίξαμε αντιρρυπαντικό υλικό (μια ουσία που διαλύει το πετρέλαιο), απόχη και ειδικές απορροφητικές πετσέτες. Παράλληλα, ένα ειδικό σκάφος προχωρά στον καθαρισμό των υδάτων. Παρακαλούμε θερμά μέχρι να αποκατασταθεί το πρόβλημα να μην προσέρχονται οι λουόμενοι στην παραλία και να σέβονται όλοι τις σημάνσεις της δημοτικής αστυνομίας. Ελπίδα όλων μας είναι ότι η ζημιά θα περιοριστεί το συντομότερο δυνατό. Οι ευθύνες, ωστόσο, για την καταστροφή είναι δεδομένες και πρέπει να αποδοθούν άμεσα”.

Ειδικό πλοίο έστειλε η Ευρωπαϊκή Ένωση

Ενδεικτικό της σοβαρότητας της κατάστασης είναι ότι για πρώτη φορά η ΕΕ έστειλε ειδικό σκάφος για να βοηθήσει στην επιχείρηση καθαρισμού. Πρόκειται για το ΑΚΤΑΙΑ Oil Spill Response Vessel που εστάλη από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ασφαλείας και Περιβάλλοντος (EMSA) στη Σαλαμίνα. Είναι ένα σκάφος που κάνει κάθε τρεις μήνες άσκηση στην Ελλάδα, είναι πλήρως εξοπλισμένο με τελευταίας τεχνολογίας μηχανήματα, άριστα εκπαιδευμένο προσωπικό και ραντάρ που εντοπίζει την κηλίδα σε 20 χλμ. Η ΕΕ κινητοποιήθηκε κατόπιν αιτήματος του υπουργείου Ναυτιλίας.

Ο περιβαλλοντολόγος, καθηγητής του ΕΜΠ Κίμων Χατζημπίρος μιλώντας στο protothema.gr τονίζει πως προκλήθηκε μια χρόνια ρύπανση σε κατοικημένες παράκτιες περιοχές, η οποία θα είχε αποφευχθεί αν από τις πρώτες ώρες είχαν γίνει οι σωστοί χειρισμοί. Ακόμα και να καθαρίσει η πετρελαιοκηλίδα το οικοσύστημα δεν επανέρχεται αμέσως.

Όπως αναφέρει, «η οικολογική ζημιά στη θάλασσα και το οικοσύστημα είναι πολύ σημαντική. Χρειάζονται περίπου πέντε με δέκα χρόνια για να την καταπολεμήσει η φύση και να εξαφανιστούν οι συνέπειες. Για περίπου πέντε χρόνια θα υπάρχει διαταραχή του θαλάσσιου οικοσυστήματος. Ο χρόνος βεβαία εξαρτάται πολύ από το τρόπο που θα αντιμετωπιστεί η ρύπανση. Αν ρίξουν χημικά στην θάλασσα για να κατακαθίσει το πετρέλαιο στο βυθό όπως συνηθιζόταν παλιότερα τουλάχιστον, τότε το πετρέλαιο δεν θα φαίνεται στην επιφάνεια, δεν θα βγαίνει στις ακτές αλλά θα κάθεται και θα καταστρέψει ολοσχερώς το οικοσύστημα. Ο πιο οικολογικός τρόπος είναι να μαζευτεί με κάποια ειδικά σκάφη, είτε συσκευές και δίχτυα που διαθέτει το λιμενικό όσο είναι ακόμα στην επιφάνεια. Αυτό όμως τις πρώτες ώρες. Όταν το πετρέλαιο φτάσει στην ακτή και ακουμπήσει πάνω στην άμμο και τα χαλίκια, μετά είναι πολύ δύσκολο πια. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, αν ο κρατικός μηχανισμός αντιμετώπισης ήταν έτοιμος, τις επόμενες ώρες θα έπρεπε να εξαπολυθούν και να μαζέψουν το πετρέλαιο. Θα ήταν πολύ καλύτερη η κατάσταση. Αυτό το ναυάγιο έγινε Κυριακή και σήμερα είναι Πέμπτη. Είναι αργά. Δεν γνωρίζω αν δόθηκαν οι σωστές οδηγίες. Νομίζω όμως ότι από τα αποτελέσματα μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η κινητοποίηση ήταν πολύ αργή».

Εξίσου επίπονη και δύσκολη είναι η διαδικασία καθαρισμού των ακτών από την πίσσα. Από την Φρεατίδα μέχρι την Γλυφάδα το μαζούτ μαύρισε τις παραλίες ενώ οι τοπικοί παράγοντες συνδράμουν με όποια μέσα διαθέτουν για να περιοριστεί το φαινόμενο. «Όταν βγαίνει η πίσσα έξω, στα χαλίκια και την άμμο, πρέπει να καθαριστεί με χειρωνακτική εργασία, μια μια πέτρα. Αν αφήσουμε αυτήν την πίσσα θα κάνει 10-20 χρόνια να φύγει. Χρειάζεται μια καθοδήγηση από ειδικούς για να καθαρίσει η παραλία. Επομένως, έχουμε και μεγάλη οικονομική ζημιά γιατί οι παραλίες της Αττικής είναι ιδιαίτερα τουριστικές», προσθέτει ο κ. Χατζημπίρος.

Ο αναπληρωτής καθηγητής του τμήματος Επιστημών της Θάλασσας του πανεπιστημίου Αιγαίου Στέλιος Κατσανεβάκης αναφέρει στο protothema.gr πως ο χρόνος απορρύπανσης εξαρτάται από τις ποσότητες πετρελαίου που χύθηκαν στη θάλασσα. «Σε μεγάλα ατυχήματα περνάνε δεκαετίες για να επανέλθει το οικοσύστημα, όπως έγινε και στον κόλπο του Μεξικού με το Deepwater Horizon που μετά από 7 χρόνια δεν έχει ακόμα επανέλθει. Εδώ η ζημιά είναι μικρότερη, γίνονται εργασίες απορρύπανσης αλλά ακόμα και τα υλικά που χρησιμοποιούνται είναι εξίσου τοξικά. Χρειάζεται παρακολούθηση για τα επόμενα χρόνια»

Αρθρογράφος