Από τη Θεοδώρα Κάλλα
Η Ειδική Αγωγή είναι ο πλέον παραμελημένος τομέας της Παιδείας μας. Αν εξετάσουμε την ποιότητα της «ειδικής εκπαίδευσης» στη χώρα μας, θα δούμε ότι δεν έχει καμία σχέση με την αντίστοιχη στις χώρες της Ευρώπης.
Ειδικά αυτή που παρέχεται στην πλειοψηφία των παιδιών μέσα σε κοινές τάξεις μοιάζει περισσότερο με φύλαξη παρά με ισότιμη εκπαίδευση και στηρίζεται σε αναπληρωτές και ωρομίσθιους, ανειδίκευτους, δασκάλους.
Σύμφωνα με πρόσφατο έγγραφο του Υπουργείου Παιδείας (4/1/2016/Αρ. Πρωτ. 1636 ΓΔ4),προβλέπεται ότι οι εκπαιδευτικοί με πλεόνασμα ωρών δύνανται να συμπληρώνουν το διδακτικό ωράριο παρέχοντας παράλληλη στήριξη σε μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες κι ότι οι σχολικοί σύμβουλοι Ειδικής Αγωγής θα προβαίνουν σε συναντήσεις επιστημονικής καθοδήγησης των εκπαιδευτικών και σε συνεργασία με τα οικεία Κέντρα Διαφοροδιάγνωσης& Υποστήριξης Ειδικών Εκπαιδευτικών Αναγκών (ΚΕ.Δ.Δ.Υ.) θα οργανώνουν επιμορφωτικά σεμινάρια.
Αντιλαμβάνεστε, λοιπόν, ότι το Υπουργείο Παιδείας, προκειμένου να καλύψει την έλλειψη σχεδιασμού για την ειδική αγωγή, αδιαφορεί για το εάν ο εκπαιδευτικός που θα αναλάβει μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες έχει αντίστοιχες γνώσεις και κατάρτιση και χρησιμοποιεί την ειδική αγωγή ως άλλοθι για να καλύψει τις υπεραριθμίες και τα πλεονάσματα ωρών που το ίδιο δημιούργησε(μείωση διδακτικών ωρών στο ωρολόγιο πρόγραμμα, κατάργηση υπεύθυνων εργαστηρίων).
Για ακόμη μία φορά, οι μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες αντιμετωπίζονται απαξιωτικά αφού καταπατάται το δικαίωμά τους για ίσες ευκαιρίες κατά την εκπαιδευτική διαδικασία όπως περιγράφεται στο άρθρο 1, παρ 1 του ν. 3699/2008-ΦΕΚ199Ἄ΄/2.10.2008 («Η πολιτεία υποχρεούται να διασφαλίζει ίσες ευκαιρίες παρέχοντας στο μαθητή με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στήριξη από ειδικό εκπαιδευτικό σε μόνιμη προγραμματισμένη βάση»).
Επιπλέον, ακυρώνεται η επιστημονική επάρκεια των εκπαιδευτικών Ειδικής Αγωγής, αφού το Υπουργείο θεωρεί πως με κάποιες συναντήσεις με τους σχολικούς συμβούλους μπορεί να αντικατασταθούν σπουδές χρόνων κι ότι είναι πολύ εύκολο, οι συνάδελφοι γενικής παιδείας να αντικαταστήσουν το εξειδικευμένο εκπαιδευτικό προσωπικό των δομών ειδικής εκπαίδευσης.
Επιπρόσθετα, καταργούνται τα εργασιακά δικαιώματα των εκπαιδευτικών στο σύνολό τους, μόνιμων και αναπληρωτών γενικής και ειδικής παιδείας. Δημιουργείται ο εκπαιδευτικός «λάστιχο» που τρέχει σε δύο, τρία ή και περισσότερα σχολεία την εβδομάδα, προκειμένου να καλύψει το ωράριο του, με πολλαπλά αντικείμενα, τα οποία τις περισσότερες φορές είναι άσχετα με τις σπουδές του, καλύπτοντας, έτσι, τις αδυναμίες του υπουργείου.
Πρόσφατα, ο Υπουργός Παιδείας και Πολιτισμού (14/12/2016) εξήγγειλε την ίδρυση ενός μεγάλου αριθμού δομών ειδικής εκπαίδευσης, πιο συγκεκριμένα Τμημάτων Ένταξης, σε όλη την Ελλάδα. Σύμφωνα με το Υπουργείο Παιδείας, η κάλυψη των ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών των μαθητών θα πρέπει να πραγματοποιείται εντός του φυσικού και οικείου περιβάλλοντος της τάξης-ομάδας τους. Έτσι λοιπόν, είναι παιδαγωγικά ορθό να μην απομακρύνεται ο μαθητής από το χώρο της τάξης του για να υποστηριχθεί εξατομικευμένα, όταν αυτό μπορεί να γίνει μέσα στην τάξη, υπό την οργανωμένη συνεργασία του εκπαιδευτικού της τάξης και του εκπαιδευτικού του ΤΕ.
Οι εκπαιδευτικές ανάγκες, όμως, ορισμένων από τους μαθητές που υποστηρίζονται στα ΤΕ μπορεί να απαιτούν αυστηρά εξατομικευμένο πρόγραμμα σε προστατευμένο και ιδιαίτερο χώρο.
Επιπρόσθετα, η κάλυψη κάποιων εκπαιδευτικών διαδικασιών όπως οι ειδικές αξιολογήσεις, η κάλυψη κάποιων κοινωνικών και συναισθηματικών αναγκών των μαθητών, όπως, η απόσυρση για ηρεμία και ανάκτηση της αυτοκυριαρχίας, η διαφύλαξη της εχεμύθειας κι εμπιστοσύνης, η συμβουλευτική υποστήριξη, απαιτούν την ύπαρξη του ιδιαίτερου αυτού χώρου.
Η απομάκρυνση των μαθητών από την τάξη, εφόσον επιβάλλεται από τις ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες τους, θα πρέπει να έχει απώτερο στόχο τη μελλοντική ένταξη τους στο περιβάλλον της τάξης τους, τονίζει το Υπουργείο Παιδείας!
Χωρίς να θέλουμε να παραβλέψουμε τις ελλείψεις, και τις αδυναμίες που έχει ο θεσμός του Τμήματος Ένταξης και στο βαθμό που το επιτρέπουν οι συνθήκες, επιτελεί σοβαρό παιδαγωγικό και επιστημονικό έργο, επικουρικά σε αυτό της γενικής τάξης. Και είναι ο παλαιότερος, σοβαρότερος και καταξιωμένος ενταξιακός θεσμός.
Η λειτουργία και η αυτονομία του χώρου, με λίγα παιδιά, για κάποιες ώρες το καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του, δεν αποτελεί γκετοποίηση είναι ΔΙΚΑΙΩΜΑ και ΑΝΑΓΚΗ του μαθητή με ειδικές μαθησιακές δυσκολίες. Σε φτωχές, μάλιστα περιοχές, που οι λαϊκές οικογένειες έχουν χτυπηθεί ανελέητα από την κρίση και την ανεργία, τα παιδιά, που έχουν τέτοιου είδους δυσκολίες, μπορούν να στηριχθούν σημαντικά και μέσα από αυτή τη δομή.
Χρησιμοποιώντας έννοιες όπως «συνεκπαίδευση», συμπερίληψη», «προώθηση της ένταξης», «ίσες ευκαιρίες στην εκπαίδευση», επιχειρεί να αναδιατάξει το εκπαιδευτικό σκηνικό στην ειδική αγωγή σε βάρος των μορφωτικών δικαιωμάτων των παιδιών. Η τροπολογία ακολουθεί τις οδηγίες της ΕΕ για την υποβάθμιση των σταθερών δομών της ειδικής εκπαίδευσης, με άλλοθι το επιχείρημα της πλήρους ένταξης μαθητών με αναπηρίες και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στα γενικά σχολεία. Καλλιεργεί αντιλήψεις για το ότι η διαφοροποιημένη διδασκαλία αποτελεί την πανάκεια για τις εκπαιδευτικές ανάγκες όλων των μαθητών στο όνομα της συνεκπαίδευσης, συμπερίληψης.
Στοχοποιεί τους μαθητές με αναπηρία που υποστηρίζονται σε δημόσιες και δωρεάν δομές ειδικής αγωγής και επιδιώκει τη μείωση του κρατικού κόστους για την εκπαίδευσή τους. Η τροπολογία αλλάζει εντελώς το χαρακτήρα και τον προσανατολισμό των τμημάτων ένταξης, αφού χρεώνει στους εκπαιδευτικούς που υπηρετούν στη δομή αυτή ρόλο part time παράλληλης στήριξης μικρότερου αριθμού μαθητών σε κάθε σχολική μονάδα.
Μειώνει τον εκπαιδευτικό χρόνο και τις στοχευμένες εκπαιδευτικές παρεμβάσεις που αντιστοιχούν σε κάθε μαθητή που υποστηρίζεται στο Τμήμα Ένταξης.
Η τροπολογία αυτή εντάσσεται στη λογική του 3ουμνημονίου για «εξορθολογισμό του κόστους της εκπαίδευσης», αλλά και στη στρατηγική της ΕΕ για τη λεγόμενη ένταξη χωρίς όρους και προϋποθέσεις.
Δυστυχώς, η παρεχόμενη από το Υπουργείο Παιδείας Ειδική Αγωγή είναι ελλιπέστατη ποσοτικά και ποιοτικά και στην ουσία δεν αποτελεί κομμάτι του εκπαιδευτικού συστήματος της χώρας μας. Συνήθως οι διάφορες ρυθμίσεις, διακηρύξεις, νομοθετικές διατάξεις ή ο σχεδιασμός αναλυτικών προγραμμάτων και βιβλίων που γίνονται από το Υπουργείο Παιδείας, αφορούν το γενικό πληθυσμό των παιδιών, χωρίς να υπολογίζονται σε αυτόν οι μαθητές με ειδικές ανάγκες.
Είναι επιτακτική ανάγκη, λοιπόν, με ένα νέο νομοσχέδιο, να υπάρξει δημόσια δωρεάν αναβαθμισμένη Ειδική Αγωγή κι
Εκπαίδευση έτσι ώστε κανένα παιδί με αναπηρία να μην μείνει σπίτι του ή σε σχολείο που δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις ιδιαίτερες εκπαιδευτικές ανάγκες του.
Τα Τμήματα Ένταξης είναι τελείως ανοργάνωτα. Υπάρχουν τεράστιες ελλείψεις σε εξειδικευμένο προσωπικό, σε δομές, προγράμματα, υλικά και κυρίως καθοδήγηση και εποπτεία του όλου οικοδομήματος. Έτσι λοιπόν τα Τμήματα Ένταξης θα πρέπει꞉
-να λειτουργούν με μεγαλύτερη ευελιξία, αυξημένες αρμοδιότητες και αυτονομία, πάντα όμως στα πλαίσια του γενικού σχολείου και οργανικά ενταγμένα σε αυτό,
-να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας που αφορούν ειδικούς παιδαγωγούς, βοηθητικό εκπαιδευτικό προσωπικό, ψυχολόγους, κοινωνικούς λειτουργούς καθώς και θέσεις εργασίας για ειδικότητες όπως λογοθεραπευτές, εργασιοθεραπευτές, φυσιοθεραπευτές για την ολιστική προσέγγιση της ένταξης του μαθητή,
-να υπάρχει μόνιμη και σταθερή δουλειά για το ειδικό προσωπικό, έτσι ώστε να εδραιωθεί η εμπιστοσύνη με τους μαθητές,
-να βελτιωθεί η υλικοτεχνική υποδομή τους έτσι ώστε ν’ ανταποκρίνονται στις ανάγκες των μαθητών,
-τουλάχιστον ένα Τμήμα Ένταξης σε κάθε σχολική μονάδα,
-να ιδρυθούν νέες Σχολικές Μονάδες Ειδικής Εκπαίδευσης.
* Η Δρ. Θεοδώρα Κάλλα είναι Ειδική Παιδαγωγός / Υπεύθυνη 3ου Τμήματος Ένταξης Γιάννουλης
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies, για την συλλογή στατιστικών στοιχείων και την διασφάλιση της καλύτερης εμπειρίας σας.
Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τη χρήση των cookies. Tι είναι τα Cookies;