Γράφει ο Νίκος Αρβανίτης
Την ίδια χρονική στιγμή που εορταζόταν και φέτος με ιδιαίτερη λαμπρότητα, στις έδρες των Διευθύνσεων Αστυνομίας της Γενικής Περιφερειακής Αστυνομικής Διεύθυνσης Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, η «Ημέρα της Ελληνικής Αστυνομίας» και του Προστάτη του Σώματος, Μεγαλομάρτυρα Αγίου Αρτεμίου, με τους επισήμους και τους παρατρεχάμενους να φωτογραφίζονται και να κάνουν δηλώσεις, τα στελέχη της ΕΛ.ΑΣ. συνέχιζαν να δίνουν τον δικό τους αγώνα σε ολόκληρη την Θράκη καθώς οι ελλείψεις της Ελληνικής Αστυνομίας σε προσωπικό και μέσα είναι πλέον ασφυκτικές..
Σε αυτό το πλαίσιο οι Θρακιώτες αντιμετωπίζουν μία πρωτόγνωρη κατάσταση με την ποσοτική και ποιοτική μετεξέλιξη της εγκληματικότητας που εμφανίζεται στην περιοχή , ειδικά με την αύξηση των μεταναστευτικών/προσφυγικών ροών, που έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση του φόβου του κοινού απέναντι στο έγκλημα και την επικίνδυνη αύξηση φαινομένων όπως η ξενοφοβία και ο ρατσισμός.
Η ανασφάλεια των πολιτών έχει φτάσει σε ανησυχητικούς δείκτες και οι κάτοικοι της περιοχής αισθάνονται απροστάτευτοι αφού η ασφάλεια της ζωής και της περιουσίας των πολιτών τελεί σε άμεση διακινδύνευση. Κάποιοι εξ’αυτών αυτο-οργανώνονται δημιουργώντας ομάδες αυτοπροστασίας με εμφανή τον κίνδυνο της αυτοδικίας και την τάση κάποιων αυτόκλητων προστατών να υποκαταστήσουν το κράτος. (αυτό προκύπτει από αρκετά μηνύματα και αναρτήσεις σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης και άλλες αναφορές).
Τα στελέχη των υπηρεσιών της ΕΛ.ΑΣ. επιδεικνύουν υπέρμετρο ζήλο και πολλές φορές με αυτοθυσία κι αυταπάρνηση προσπαθούν να επιτελέσουν το καθήκον τους αλλά είναι δεδομένο ότι η επιχειρησιακή ετοιμότητα των επιμέρους υπηρεσιών φθίνει καθημερινά, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες και την αυταπάρνηση της συντριπτικής πλειοψηφίας των αστυνομικών.
Ας μην διαλάθει της προσοχής μας και η χρονική σύμπτωση με τη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ στις 18/1/2018 η οποια επικεντρώθηκε σε θέματα ασφαλείας και της οποίας τα συμπεράσματα εστιάζονται στην αναχαίτιση των δικτύων λαθρεμπόρων αναφορικά με την παράτυπη μετανάστευση τα οποία υιοθέτησαν οι ηγέτες των «28», αποφεύγοντας να αγγίξουν το αγκάθι των ποσοστώσεων, σε σχέση με τη μετεγκατάσταση και την αποσυμφόρηση κρατών-μελών πρώτης γραμμής.
Η στάση που εξακολουθεί να τηρεί μια σημαντική ομάδα κρατών-μελών, δεν επέτρεψε για άλλη μια φορά στην Ε.Ε. να δρομολογήσει αν μη τι άλλο τη διαδικασία για την αναθεώρηση του Κοινού Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου, για το οποίο τα Συμπεράσματα αρκούνται στο να ενθαρρύνουν την προεδρία να συνεχίσει την εργασία, προσβλέποντας σε ολοκλήρωσή της «το συντομότερο δυνατό».
Στα θετικά των Συμπερασμάτων, περιλαμβάνεται η ενίσχυση του κειμένου, το οποίο, αν και δεν τραβά το αυτί της Άγκυρας, σημειώνει ότι «επιπρόσθετες προσπάθειες απαιτούνται για πλήρη εφαρμογή της Δήλωσης Ε.Ε. – Τουρκίας». Η εν λόγω θετική αναφορά προστέθηκε κατόπιν παρεμβάσεων του Προέδρου Αναστασιάδη, ο οποίος αναφέρθηκε στη διακίνηση μεταναστών από την Τουρκία προς τις περιοχές που ελέγχει η Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω των κατεχομένων, ενώ επέκρινε και την Άγκυρα για την άρνησή της να εφαρμόσει τη Συμφωνία Επανεισδοχής παράτυπων μεταναστών.
Καθοριστική προς την ίδια κατεύθυνση ήταν και η παρέμβαση του Έλληνα Πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος αναφέρθηκε στη διοχέτευση παράτυπων μεταναστών από την Τουρκία προς την Ελλάδα, μέσω των χερσαίων ελληνοτουρκικών συνόρων. Επί του προκειμένου, τα Συμπεράσματα αρκούνται να αναφέρουν ότι «ενώ ο αριθμός των διαπιστωμένων παράτυπων συνοριακών διακινήσεων στην Ε.Ε. έχει μειωθεί κατά 95% από την αιχμηρή περίοδο του Οκτωβρίου 2015, ορισμένες εσωτερικές και εξωτερικές ροές απαιτούν συνεχή προσοχή».
Αξίζει να υπενθυμίσουμε ότι ο Εβρος δεν περιλαμβάνεται στη συμφωνία επαναπροώθησης μεταναστών που έγινε μεταξύ της Τουρκίας και της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Αυτό λίγο πολύ σημαίνει ότι όσοι περνούν τα σύνορα θα μείνουν εδώ. Οι περισσότεροι μάλιστα βρίσκουν καταφύγιο σε εγκαταλελειμμένα κτίρια.
Τα Συμπεράσματα επικεντρώνονται στη σημασία ενίσχυσης της συνεργασίας με χώρες «προέλευσης και διέλευσης» ιδίως στη βόρειο Αφρική, καθώς και την ενίσχυση των προσπαθειών αποτροπής των δικτύων λαθρεμπορίου προσώπων. Επισημαίνεται η ανάγκη για σύσταση μιας κοινής ομάδας δράσης, στο ευρωπαϊκό κέντρο λαθρεμπορίου μεταναστών της Europol, ενώ το Συμβούλιο και η Κομισιόν καλούνται να αναπτύξουν μια δέσμη επιχειρησιακών μέτρων μέχρι τον Δεκέμβριο, περιλαμβανομένης και της παρακολούθησης των επικοινωνιών των δικτύων λαθρεμπορίου.
Σε ό,τι αφορά στην εσωτερική ασφάλεια, γίνεται λόγος για την ενίσχυση των προσπαθειών για αποτροπή υβριδικών απειλών, χημικών, βιολογικών, ραδιολογικών, πυρηνικών, καθώς και απειλών στον κυβερνοχώρο. Τα Συμπεράσματα παραπέμπουν στην καταδίκη της επίθεσης στο Salisbury, ενώ καταδικάζουν την εχθρική επίθεση κατά του Οργανισμού για την Απαγόρευση των Χημικών Όπλων, μέσω κυβερνοχώρου.
«Τέτοιες απειλές και επιθέσεις ενισχύουν την κοινή μας βούληση να ενισχύσουμε περαιτέρω την εσωτερική ασφάλεια της Ε.Ε και τις ικανότητές μας να ανιχνεύουμε, να προλαμβάνουμε, να διαταράσσουμε και να αντιμετωπίζουμε εχθρικές δραστηριότητες ξένων δικτύων πληροφοριών και άλλων κακόβουλων παραγόντων στην επικράτειά μας», επισημαίνεται χαρακτηριστικά.
Σε προηγούμενο σημείωμά μας, είχαμε τονίσει ότι η Ελληνική Κυβέρνηση καλείται να αντιληφθεί την κρισιμότητα των καταστάσεων και να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη της τοπικής κοινής γνώμης στους μηχανισμούς τήρησης της τάξης και διαφύλαξης της Ελληνικής Κυριαρχίας και Εθνικής Ακεραιότητας.
Κατ’ουσίαν αναφερόμαστε στην αναγκαιότητα του επαναπροσδιορισμού της σύγχρονης αντεγκληματικής πολιτικής στην Ελλάδα εστιάζοντας στις σύγχρονες μορφές εγκληματικότητας όπως είναι το διεθνές/διασυνοριακό οργανωμένο έγκλημα, τα εγκλήματα βίας, τα οικονομικά εγκλήματα, η εγκληματικότητα των λαθρομεταναστών και η εγκληματικότητα με δράστες και θύματα ανηλίκους και παιδιά. Η δημόσια ασφάλεια προϋποθέτει δημόσια τάξη, η δημόσια τάξη προϋποθέτει καλή αστυνόμευση, η καλή αστυνόμευση προϋποθέτει σύγχρονη και αποτελεσματική αστυνομία και η καλή αστυνομία προϋποθέτει καλά εκπαιδευμένο προσωπικό.
Στην προσπάθεια για τον εκσυγχρονισμό των διωκτικών αρχών απαραίτητα κρίνονται τα ακόλουθα: η προσαρμογή των διεθνών προτύπων στις ανάγκες και τις ιδιαιτερότητες της ελληνικής περίπτωσης, η αλλαγή της νομοθεσίας αναφορικά με τη χρήση των όπλων, η δημιουργία ειδικών ομάδων αστυνομικών με εξειδίκευση σε ιδιαίτερα εγκλήματα, η ενίσχυση των πεζών περιπολιών, η πάταξη της διαφθοράς και η ενίσχυση των μηχανισμών αυτοκάθαρσης, η πρόσληψη επιστημονικού προσωπικού, η ορθολογική κατανομή του έμψυχου δυναμικού, η ανανέωση και ο εκσυγχρονισμός της υλικοτεχνικής υποδομής και η ενημέρωση του προσωπικού στις νέες τεχνολογίες και τις σύγχρονες κατευθύνσεις της αντεγκληματικής πολιτικής (βλ. Α. Τσιγκρής: «Αντεγκληματική Πολιτική για την Ελλάδα του 21ου Αιώνα», εκδόσεις Ι. Σιδέρη, 2003).
Βεβαίως, αποτελεί κοινό τόπο η διαπίστωση ότι χωρίς την λειτουργία μιας τελέσφορης Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών δεν είναι δυνατόν να υπάρξει ουσιαστικός πυλώνας στήριξης Εσωτερικής και Εθνικής/Κρατικής Ασφάλειας. Ωστόσο, οι τελευταίες εξελίξεις στην περιοχή της Θράκης και η κρίση που φαίνεται ότι σοβεί υπογείως στους κύκλους της ευαίσθητης αυτής υπηρεσίας παραπέμπουν (με ανατριχιαστική σχεδόν ομοιότητα) σε ορισμένες διαχρονικές παθογένειες της Υπηρεσίας, τις οποίες στηλιτεύει στο βιβλίο του ο πρώην Διοικητής της ΕΥΠ κ. Παύλος Αποστολίδης, (Μυστική δράση, Εκδόσεις Παπαζήση) όπως είναι οι συχνές αλλαγές προσώπων με την αφορμή πολιτικών αλλαγών, τον ιδιάζοντα συνδικαλισμό, το περιορισμένο ενδιαφέρον του πολιτικού κόσμου για ζητήματα πληροφοριών –το οποίο ερμηνεύει ως αποτέλεσμα της έλλειψης συλλογικών μηχανισμών λήψης αποφάσεων που θα χρησιμοποιούσαν τις πληροφορίες της ΕΥΠ–, αλλά και το μη προσοντούχο προσωπικό, προσλαμβανόμενο με μονιμότητα, που διαιωνίζει τη μετριότητα. Τονίζεται, ακόμη, η έλλειψη οικονομικών πόρων για την επιτυχημένη λειτουργία μιας υπηρεσίας πληροφοριών με τετραπλή αποστολή: εθνική ασφάλεια στο εσωτερικό της χώρας, συλλογή πολιτικο-οικονομικών πληροφοριών στο εξωτερικό, συλλογή στρατιωτικών πληροφοριών και ανάπτυξη τεχνικών μέσων παρακολούθησης τηλεπικοινωνιών σε εσωτερικό και εξωτερικό. Ιδιαίτερα προτεραιότητα δίνει ο συγγραφέας στην προστασία των κρατικών επικοινωνιών μετά τις αποκαλύψεις Σνόουντεν.
Στην Θράκη απαιτείται μία εκτεταμένη αναδιάρθρωση και ενίσχυση του έργου της ΕΛ.ΑΣ. αλλά και όλων των διασυνδετηρίων δομών ασφαλείας στα πλαίσια (επανα)προσδιορισμού του Εθνικού Συμφέροντος και του Δόγματος Ασφαλείας που πρέπει να διέπει την περιοχή, η οποία βάλλεται πανταχόθεν ενώ ταυτόχρονα αναδεικνύεται σε κρίκο αδύναμο για την εσωτερική ασφάλεια της ίδιας της ΕΕ η οποία όμως στα πλαίσια των διεθνών ισορροπιών και ανταγωνισμών ΑΡΝΕΙΤΑΙ να κατανομάσει την γείτονα χώρα ως κύριο υπεύθυνο για την ανάπτυξη του διασυνοριακού οργανωμένου διεθνικού εγκλήματος το οποίο είναι γεννήτορας άλλων πιο σύνθετων μορφών εγκληματικότητας.
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies, για την συλλογή στατιστικών στοιχείων και την διασφάλιση της καλύτερης εμπειρίας σας.
Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τη χρήση των cookies. Tι είναι τα Cookies;