Εμβολιασμό εκπαιδευτικών με προτεραιότητα προτείνουν ειδικοί- “Μαθητές και δάσκαλοι μολύνονται με την ίδια συχνότητα”

31 Δεκεμβρίου 202009:30

«Μετά τους λειτουργούς Υγείας, τις στρατιωτικές και τις αστυνομικές δυνάμεις να εμβολιαστούν και οι εκπαιδευτικοί, τουλάχιστον αυτοί που έχουν προβλήματα υγείας». Αυτό προτείνει η καθηγήτρια Επιδημιολογίας και μέλος της Επιτροπής των Ειδικών, Αθηνά Λινού, ενώ συστήνει την εφαρμογή του «Μοντέλου της Βοστώνης» για το άνοιγμα των σχολείων.

Την πάγια άποψή της να ανοίξουν τα σχολεία, αλλά με περισσότερη ασφάλεια, εξέφρασε για άλλη μία φορά η καθηγήτρια επιδημιολογίας Αθηνά Λινού, με την ελπίδα να δει, όπως είπε, συγκεκριμένες κινήσεις από το υπουργείο Παιδείας, για την προστασία των εκπαιδευτικών και των παιδιών που θα μείωναν τον κίνδυνο διασποράς εντός κι εκτός σχολικών χώρων.

Ανέφερε μάλιστα συγκεκριμένα μελέτες που έχουν δημοσιευτεί στο πλέον έγκριτο ιατρικό περιοδικό Lancet, σύμφωνα με τις οποίες σε περιπτώσεις μεγάλης διασποράς σε σχολεία, τα δύο τρίτα αυτής είχαν προκληθεί από εκπαιδευτικούς και το ένα τρίτο από τους μαθητές.

Η κ. Λινού πρότεινε να εμβολιαστούν οι εκπαιδευτικοί πριν ανοίξουν τα σχολεία, με προτεραιοποίηση για όσους έχουν επιβαρύνσεις υγειονομικές ή είναι μεγαλύτεροι σε ηλικία.

Καθώς όμως, όπως η καθηγήτρια τόνισε, δεν υπάρχουν τόσα εμβόλια για να καλυφθεί η τρέχουσα σχολική χρονιά, ζήτησε τουλάχιστον να ελεγχθεί με πολλά τεστ το επιδημιολογικό φορτίο σε περιοχές και μεγάλα σχολικά συγκροτήματα, πριν ληφθούν αποφάσεις για το άνοιγμά τους.

Παράλληλα, επανέλαβε τη θέση που εκφράζει με κάθε ευκαιρία, για αύξηση των τεστ που διενεργούνται αλλά και την δημοσιοποίηση του αριθμού τους.

«Μαθητές και δάσκαλοι μολύνονται με την ίδια συχνότητα»

Στον αντίποδα των όσων υποστηρίζει η κυβέρνηση, το υπουργείο Παιδείας και ειδικοί, αυστριακή μελέτη έδειξε ότι τα παιδιά μολύνονται από κορονοϊό το ίδιο συχνά με τους ενήλικες.

«Τα σχολεία δεν αποτελούν νησί των ευλογημένων. Αν δεν τα κλείσουμε, τότε διατρέχουμε σημαντικό κίνδυνο», δηλώνει χαρακτηριστικά στο περιοδικό «Der Spiegel» ο καθηγητής μικροβιολογίας του Πανεπιστημίου της Βιέννης Μίχαελ Βάγκνερ και τονίζει ότι θα πρέπει κατόπιν να γίνει ειλικρινής ενημέρωση σχετικά με τις συνέπειες που θα έχει το κλείσιμο των σχολείων στη μετάδοση του ιού. Επιπλέον, επισημαίνει ο κ. Βάγκνερ, αυτό μπορεί να λειτουργήσει μόνον εφόσον και ο γενικός πληθυσμός εγκαταλείψει πολλές από τις καθημερινές του συνήθειες, οι οποίες θεωρούνται «υψηλού κινδύνου».

Τα παιδιά, εξηγεί ο Αυστριακός μικροβιολόγος, αντανακλούν την επιδημιολογική κατάσταση του περιβάλλοντός τους. «Επειδή ωστόσο είναι συνήθως ασυμπτωματικά, ελέγχονται και λιγότερο με τεστ», τονίζει, υπάρχουν πιθανότατα πάρα πολλές περιπτώσεις άγνωστων και μη καταγεγραμμένων κρουσμάτων.

Προκειμένου να ρίξει φως σε αυτή ακριβώς την παράμετρο, ο κ. Βάγκνερ διεξήγαγε μαζικά τεστ σε σχολεία, σε συνεργασία με τα πανεπιστήμια του Γκρατς, του Λιντς και του Ίνσμπρουκ και μέχρι τώρα, το κεντρικό συμπέρασμα είναι ότι «τα παιδιά κάτω των 14 ετών μολύνονται με την ίδια συχνότητα όπως και οι δάσκαλοί τους, όπως δηλαδή οι ενήλικες».

Δημ. Σαρηγιάννης: Αν ανοίξουν τα σχολεία θα έχουμε αύξηση κρουσμάτων

Την ώρα που η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων του υπουργείου Υγείας εμφανίζεται διχασμένη σχετικά με το αν και πότε θα πρέπει να ανοίξουν ξανά τα σχολεία της χώρας, παραπέμποντας την εισήγησή της για το… νέο έτος, στις 4 Ιανουαρίου, ο καθηγητής Περιβαλλοντικής Μηχανικής του ΑΠΘ Δημοσθένης Σαρηγιάννης, έστειλε δυσοίωνο μήνυμα προς όλους.

Μιλώντας στον Real FM o κ. Σαρηγιάννης εξέφρασε την κάθετη αντίθεσή του στο άνοιγμα των σχολείων στις 8 Ιανουαρίου, τονίζοντας ότι «η δική μου γνώμη είναι ότι τα σχολεία πρέπει να ανοίξουν αργότερα. Εμείς έχουμε ήδη τρέξει προσομοιώσεις μέχρι τον Ιούνιο για μια σειρά από μέτρα που έχουν να κάνουν με το άνοιγμα των σχολείων, άνοιγμα λιανικού, άνοιγμα εστίασης, με/χωρίς απολύμανση του αέρα, με/χωρίς τηλεργασία κτλ. Να πω εδώ ότι το σημαντικότερο δεν είναι οι αριθμοί είναι το πώς».
Το πρόβλημα με τα σχολεία

Προσέθεσε δε ότι «το άνοιγμα των σχολείων με βάση τα δεδομένα και από την προηγούμενη εμπειρία και του κλεισίματος – ανοίγματος στο προηγούμενο κύμα αλλά και το κλείσιμο που έγινε στο δεύτερο κύμα, βλέπουμε ότι κατά μέσο όρο έχουμε μια συνεισφορά στην αύξηση του αριθμού των επαφών από τα σχολεία, των επαφών όχι της μετάδοσης, εξαρτάται και από το πώς γίνεται η επαφή αν φοράμε μάσκα ή όχι κτλ. Η αύξηση αυτών των επαφών είναι συνολικά γύρω στο +10%. Η κατανομή είναι 9%-12% αλλά ας πούμε 10%. Άρα λοιπόν με το να έχουμε ανοιχτά τα σχολεία έχουμε μια αύξηση του ρυθμού επαφών κατά 10%. Αυτό έχει τη σημασία του, έχει να κάνει και με τα παιδιά αλλά και με τους γονείς. Την κινητικότητά τους δηλαδή σε σχέση με την μεταφορά των παιδιών στο σχολείο. Προφανώς λοιπόν συνδυάζεται με το τι κάνει ο γονιός μετά, ειδικά για τα παιδιά που είναι σε μικρή ηλικία π.χ. στο δημοτικό, όπου δεν έχουν πολύ αυξημένη αυτόνομη κοινωνικότητα. Το παιδί από το Γυμνάσιο και μετά έχει τη δυνατότητα να βγει, να πάει στο φροντιστήριο και να κινηθεί μόνο του».

Σε αυτό το πλαίσιο, ο κ. Σαρηγιάννης υπογράμμισε ότι «πρέπει να περιμένουμε να δούμε τι θα συμβεί πραγματικά στις γιορτές. Χθες είχαμε μια αύξηση κατά 200 κρούσματα πάνω από ότι προβλέπαμε εμείς, που σημαίνει ότι εμείς είχαμε προβλέψει ότι θα υπάρξει αύξηση λόγω click away και κοινωνικότητας λόγω των γιορτών αλλά εδώ είχαμε λίγο παραπάνω. Θέλω να δω αν είναι μια απλή διόρθωση ή μια απόκλιση που έγινε χθες και θα διορθωθεί σήμερα ή αύριο ή αν θα είναι συστηματικό. Αν είναι συστηματικό τότε η αύξηση που προβλέπαμε ότι θα συμβεί έτσι κι αλλιώς λόγω των γιορτών και λόγω του κλίματος συμβαίνει ήδη. Αντί να συμβεί από την Πρωτοχρονιά συνέβη δύο – τρεις ημέρες νωρίτερα».
Το σενάριο με τα 2.000 κρούσματα

Όπως εξήγησε, «αυτή τη στιγμή βλέπουμε ότι η αύξηση θα είναι αυτής της κλίμακας, αλλά η αύξηση είναι μεγαλύτερη όσο περνάει ο καιρός. Αυτό δεν μας επιτρέπει να είμαστε σε μειωτική πορεία. Το αν συμβεί ένα μπαμ δεν μπορούμε να το προβλέψουμε. Μπορούμε να το ανιχνεύσουμε νωρίς και να δούμε πώς και τι θα σημάνει αυτό σε βάθος χρόνου. Πρέπει να περιμένουμε δύο με τρεις ημέρες», ενώ τόνισε χαρακτηριστικά ότι «αν ανοίξουμε τα σχολεία στις 8 Ιανουαρίου, η πρόβλεψή μας είναι ότι θα φτάναμε στα 2.000 κρούσματα γύρω στα μέσα του Μάρτη και στην αντίστοιχη περίοδο. Αν ανοίξουμε στις 20 για παράδειγμα για να κάνουμε μια σύγκριση θα φτάναμε στα 1.500 κρούσματα και εννοώ εβδομαδιαίο μέσο όρο. Αυτή τη στιγμή είμαστε στα 670 εβδομαδιαίο μέσο όρο σε κρούσματα. Άρα, το άνοιγμα των σχολείων θα έχει αρνητική επίπτωση, θα έχει δηλαδή αυξητική προσθήκη. Το θέμα δεν είναι όμως μόνο πότε θα ανοίξουν τα σχολεία, προφανώς μιλάμε και για κάποιου είδους άνοιγμα της οικονομίας. Οπότε εκεί αρχίζει και ξεφεύγει άσχημα το σενάριο».

Κατέληξε, δε, λέγοντας ότι «το θέμα είναι να αποφύγουμε ένα τρίτο lockdown, για να το αποφύγουμε χρειάζεται να κάνουμε έναν ολοκληρωμένο σχεδιασμό. Κάτι που σημαίνει να μην δούμε μόνο το πότε αλλά και το πώς, συνδυαστικά με το πότε προφανώς».

Αρθρογράφος