Άτομα που αδυνατούν να ξεχωρίσουν τα καταθλιπτικά συμπτώματα και να τα ελέγξουν συνήθως αποτελούν υποψήφια θύματα για να οδηγηθούν σε διαταραχές πρόσληψης τροφής. Ιδιαίτερα όταν αυτό συνδυάζεται με έντονη δυσαρέσκεια απέναντι στην εικόνα του σώματος τότε το επόμενο βήμα είναι η εμφάνιση είτε της νευρικής βουλιμίας είτε της νευρικής ανορεξίας.
Επίσης πολλοί άνθρωποι αδυνατούν να ξεχωρίσουν τη διαφορά ανάμεσα στο να είναι φοβισμένοι, θυμωμένοι και πεινασμένοι κι έτσι συνθέτουν όλα αυτά τα συναισθήματα σε ένα, δηλαδή το συναίσθημα της πείνας που τους οδηγεί στο να τρώνε υπερβολικά κάθε φορά που είναι στρεσαρισμένοι ή στεναχωρημένοι.
Όταν αυτή η συνήθεια, να ηρεμούν τον εαυτό τους τρώγοντας έπειτα από μια συναισθηματική καταιγίδα, έρθει σε αντιπαράθεση με το άγχος να παραμείνουν λεπτοί τότε η διατροφική διαταραχή έχει ήδη μπει στο παιχνίδι. Πρώτα μπορεί κάποιος να τρώει μετά μανίας, στη συνέχεια όμως για να παραμείνει αδύνατος μπορεί να κάνει εμετούς, να αρχίσει να παίρνει καθαρτικά ή μπορεί να πάψει να τρώει εντελώς. Για να απαλλαγεί κάποιος από αυτές τις καταστροφικές συνήθειες δεν αρκεί απλά να βρεθεί κάποιος να του μιλήσει με τη φωνή της λογικής και να του πει ότι πρέπει να σταματήσει γιατί βλάπτει τον εαυτό του. Από τη στιγμή που το άτομο έχει μπει ήδη μέσα στη διατροφική διαταραχή η ουσιαστική λύση θα έρθει μόνο αφού πρώτα μάθει να αναγνωρίζει τα συναισθήματά του, αφού πρώτα μάθει να ηρεμεί τον εαυτό του και με απαραίτητη την προϋπόθεση ότι καταφέρνει να διαχειρίζεται καλύτερα τις σχέσεις του με τους ανθρώπους που τον περιβάλλουν.
Είτε αυτοί είναι τα μέλη της οικογένειας του, είτε άλλες στενές κοντινές σχέσεις με διαρκή και καθημερινή αλληλεπίδραση. Αν όμως τα άτομα αυτά πριν μπουν στη διατροφική διαταραχή είχαν μάθει από την παιδική ηλικία να εκφράζουν ανοιχτά και να αναγνωρίζουν τα συναισθήματά τους, αν είχαν μάθει δηλαδή να λένε ξεκάθαρα πεινάω, βαριέμαι, στεναχωριέμαι, φοβάμαι, θύμωσα, εννοείται πως δεν θα είχαν κανενός είδους πρόβλημα όχι μόνο με διατροφικές διαταραχές αλλά και με πολλά άλλα. Κατά τον ίδιο τρόπο θα πρέπει και εμείς οι μεγαλύτεροι όταν μιλάμε στα παιδιά μας ή συναναστρεφόμαστε με άλλους ανθρώπους να εκφράζουμε ανοιχτά τα συναισθήματά μας: «τώρα εγώ είμαι θυμωμένος γι’ αυτό που έκανες», «είμαι λυπημένος αυτή τη στιγμή», «είμαι χαρούμενος», «είμαι περήφανος για σένα» «είσαι πολύ όμορφη» και γιατί όχι κάθε φορά πριν πέσουν για ύπνο «σε αγαπώ πάρα πολύ». Αν δεν εκφράσεις τα συναισθήματά σου πως θα καταφέρεις να τα αναγνωρίσεις; Εξάλλου «ότι δεν λεκτικοποιείται… σωματοποιείται».
Ζουμπανέας Ευάγγελος Διαιτολόγος Διατροφολόγος
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies, για την συλλογή στατιστικών στοιχείων και την διασφάλιση της καλύτερης εμπειρίας σας.
Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τη χρήση των cookies. Tι είναι τα Cookies;