Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης και η θυσία του τελευταίου αυτοκράτορα

29 Μαΐου 201708:26

 

 

Του Αναστάσιου Λαυρέντζου

 

Καθώς φθάνουμε στην 29η Μαΐου, εκείνοι που επιμένουν να θυμούνται, δεν μπορούν να μην σταθούν σε αυτή την ημερομηνία, στην οποία το 1453 συνέβη το κοσμοϊστορικό γεγονός της Άλωσης της Κωνσταντινούπολης. 564 χρόνια πέρασαν από τότε και το ορόσημο αυτό εξακολουθεί να ανατέμνει την παγκόσμια και την ελληνική ιστορία.

Σε όρους συμβολισμού πρόκειται για μια από τις πιο σημαντικές ημερομηνίες του Μεσαίωνα, ενώ για τον ελληνισμό συνιστά το τυπικό τέλος του μεσαιωνικού ελληνικού κράτους. Η Ιστορία βέβαια είναι μια αλυσίδα γεγονότων, που όσο ξεμακραίνουν από το παρόν τόσο ξεθωριάζουν. Κάποια γεγονότα όμως έχουν την ιδιότητα να διατηρούν τη σημαντικότητά τους και με κάποιο τρόπο – ίσως κάθε φορά διαφορετικό – να παραμένουν επίκαιρα.

Η 29η Μαΐου 1453 για πολλές γενιές Ελλήνων παρέμεινε μια ιδιαίτερα σημαντική ημερομηνία, γιατί στο συλλογικό υποσυνείδητο αντιπροσώπευε το τυπικό πέρασμα στους σκοτεινούς αιώνες της σκλαβιάς. Στην πραγματικότητα, για το μεγαλύτερο μέρος του ελληνισμού η σκλαβιά είχε ξεκινήσει πολύ νωρίτερα και όσον αφορά τουλάχιστον τους ελληνικούς πληθυσμούς της Μ. Ασίας είχε ξεκινήσει μερικούς αιώνες πριν. Η Κωνσταντινούπολη που έπεσε το 1453 δεν ήταν η πολύβοη πόλη των χρόνων της ακμής. Ήταν μια σκιά του εαυτού της, με πολλές περιοχές της ερειπωμένες, καθώς ο πληθυσμός της είχε αποδεκατιστεί από τον μεγάλο λιμό που την είχε πλήξει περίπου έναν αιώνα πριν. Ήταν ακόμη μια πόλη χωρίς ενδοχώρα, αφού το σύνολο σχεδόν των επαρχιών της είχε περάσει ήδη υπό οθωμανική κατοχή. Επί πλέον η Άλωση του 1453 δεν ήταν καν η πρώτη. Είχε προηγηθεί η πολύ πιο σημαντική άλωση του 1204, η οποία είχε έλθει ως επιστέγασμα μιας μακράς πορείας παρακμής. Τί είναι λοιπόν αυτό που κάνει την Άλωση του 1453 τόσο σημαδιακή; Κατά τη γνώμη μου τρία πράγματα…

Το πρώτο είναι ότι το 1453 έχουμε την οριστική πτώση των συμβόλων, χωρίς να απομένουν δυνάμεις στο κέντρο ή στην περιφέρεια που θα μπορούσαν να τα ανορθώσουν έστω και προσωρινά, όπως συνέβη μετά το 1204.

Το δεύτερο είναι ότι η Κωνσταντινούπολη που έπεσε το 1453 ήταν μια πόλη ολότελα ελληνική. Δεν ήταν μια πόλη που απλώς μιλούσε ελληνικά, διότι αυτό ίσχυε από την κτήση της, αλλά μια πόλη που δήλωνε και αισθανόταν ελληνική. Η πορεία προς τον εξελληνισμό του ανατολικού ρωμαϊκού κράτους, που ουδέποτε αποκάλεσε τον εαυτό του βυζαντινό, είχε ξεκινήσει πολύ νωρίτερα. Ως απαρχή μπορεί να θεωρηθεί η υιοθέτηση της ελληνικής ως επίσημης γλώσσας του κράτους από τον Ιουστινιανό, ενώ καθοριστική υπήρξε η απόσχιση των ανατολικών επαρχιών (Συρία, Αίγυπτος) που ανέδειξε τους ελληνικούς πληθυσμούς ως κορμό της αυτοκρατορίας. Η πορεία του εξελληνισμού όμως επιταχύνθηκε στους τελευταίους δραματικούς αιώνες, όταν ο ελληνισμός ανακαλύπτοντας και πάλι τον εαυτό του μέσα από την αντιπαράθεση με τους Λατίνους κατακτητές, έκανε την αυτοκρατορία κτήμα του και τα σύμβολά της σύμβολά του. Το ομολόγησε δραματικά λίγο πριν από το τέλος και ο τελευταίος αυτοκράτορας, αποκαλώντας την Κωνσταντινούπολη «χαρά και ελπίδα όλων των Ελλήνων»…

Ο τρίτος λόγος που η Άλωση του 1453 είναι σημαδιακή, είναι η θυσία του τελευταίου αυτοκράτορα Κωνσταντίνου ΙΑ’ Παλαιολόγου. Όταν ο Κωνσταντίνος Δραγάσης Παλαιολόγος στέφθηκε αυτοκράτορας το 1449 στον Μυστρά, ανέλαβε τα ηνία ενός θνήσκοντος κράτους με την αγωνία ενός ανθρώπου που γνωρίζε τί έρχεται, αλλά και με την ελπίδα του αγωνιστή που πίστευε ότι θα μπορούσε να βρει μια λύση. Τη λύση αυτή την αναζήτησε στην ένωση των Εκκλησιών και στη βοήθεια από τη Δύση η οποία όμως δεν έφτασε ποτέ. Όταν λοιπόν ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος ανέβαινε στα τείχη της Βασιλεύουσας στις 6 Απριλίου του 1453 για να αντικρύσει τα στρατεύματα του Μωάμεθ που περικύκλωναν την Πόλη ήξερε καλά ποιά θα ήταν η κατάληξη. Του προσφέρθηκε η ευκαιρία να σώσει τον εαυτό του, την οικογένειά του και μεγάλο μέρος της περιουσίας του. Αυτός όμως συνειδητά επέλεξε τον δρόμο της θυσίας, γιατί αυτός άρμοζε ως τέλος σε μια υπερχιλιόχρονη πορεία. Η θυσία αυτή όμως δεν ήταν μάταιη, γιατί διέσωσε την τιμή μιας μεγάλης αυτοκρατορίας. Πάνω από όλα όμως έθρεψε τις ελπίδες ενός λαού που ανύψωσε τον τελευταίο του αυτοκράτορα στη σφαίρα του θρύλου και μέσα από τον θρήνο του αναφώνησε: «Η Ρωμανία και αν επέρασεν, ανθεί και φέρει κι άλλο». Και όντως, η Ρωμανία άνθισε και μετά από τέσσερις αιώνες έφερε ένα νέο ελληνικό κράτος. Και αυτό σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στο ότι ο Κωνσταντίνος Δραγάσης Παλαιολόγος δεν παραδόθηκε και δεν συνθηκολόγησε. Έπεσε στο πεδίο της τιμής, δίνοντας μέσα στους αιώνες εντολή τον αγώνα του να τον συνεχίσουν άλλοι…

 

 

Αρθρογράφος