Με αφορμή την παρερμηνεία μιας εγκύκλιου που εκδόθηκε από την αρμόδια Περιφερειακή Διεύθυνση Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Ανατολικής Μακεδονίας, υπήρξε μια πρωτοφανής κινητοποίηση η οποία, παρά τις διευκρινίσεις που αμέσως δόθηκαν, στράφηκε εναντίον του ελληνικού κράτους, επιχειρώντας έτσι τη δημιουργία ακόμη μεγαλύτερης καχυποψίας στα απλά μέλη της μειονότητας σε ό,τι αφορά τα δημόσια σχολεία.
Στα τέλη Μαρτίου, καθώς υπήρχαν καταγγελίες ότι σε ορισμένα μειονοτικά σχολεία είτε σε εσωτερικές διαδικασίες είτε στην επαφή με τα παιδιά (παραγγέλματα κ.λπ.) είχε σταματήσει να χρησιμοποιείται η ελληνική γλώσσα, ο επικεφαλής της Περιφερειακής Διεύθυνσης, Π. Κεραμάρης, απέστειλε εγκύκλιο σε όλα τα σχολεία, υπενθυμίζοντας ότι πρέπει να χρησιμοποιείται η ελληνική γλώσσα. Η διατύπωση έδωσε την ευκαιρία για παρερμηνείες, ότι δηλαδή ο κ. Κεραμάρης με την εγκύκλιό του… ανέτρεπε όλο το πλαίσιο της μειονοτικής εκπαίδευσης, απαγορεύοντας τη χρήση της τουρκικής γλώσσας. Ενώ ήταν προφανές ότι δεν συνέβαινε κάτι τέτοιο και ενώ δόθηκαν διευκρινίσεις ξεκίνησε μια πραγματική εκστρατεία που δαιμονοποιούσε λίγο-πολύ την Ελλάδα, επειδή δήθεν επιχειρούσε την κατάργηση της τουρκικής γλώσσας από τη μειονοτική εκπαίδευση. Σε υψηλούς τόνους με ακραίες «κορώνες», οι γνωστές οργανώσεις (από αυτές που έχουν ξεφυτρώσει σαν μανιτάρια και πρωτοστατούν στη δυσφήμηση της χώρας μας στα διεθνή φόρα) και σε ηπιότερους οι τέσσερις βουλευτές (ο Αχμέτ Ιλχάν από το Ποτάμι κατέθεσε μάλιστα και ερώτηση στη Βουλή) ζήτησαν την κατάργηση της εγκυκλίου.
Από ορισμένες πλευρές υπήρξε προσπάθεια, ώστε να συνεχιστεί η ασάφεια και να θεωρηθεί ότι δεν απαιτείται η χρήση της ελληνικής γλώσσας στα μειονοτικά σχολεία. Βεβαίως, εκτός των προφορικών διευκρινίσεων, υπήρξε και γραπτή εγκύκλιος που ξεκαθάριζε ότι σύμφωνα με τη Συνθήκη της Λοζάνης και τα Μορφωτικά Πρωτόκολλα τα μειονοτικά σχολεία είναι δίγλωσσα και αποτελεί πάγια θέση της χώρας η «ανεμπόδιστη χρήση και των δύο γλωσσών». Και εξηγείται επίσης για ποιον λόγο εκδόθηκε η αρχική επίμαχη εγκύκλιος, καθώς όπως επισημαίνεται «…δυστυχώς, παρατηρήθηκε το φαινόμενο να μη χρησιμοποιείται η μία από τις δύο γλώσσες σε κάποιες διαδικασίες που συνδέονται με τη λειτουργία του σχολείου…, γεγονός που δημιούργησε προβλήματα εντός της εκπαιδευτικής κοινότητας».
Περιοδεία
Δεν είναι τυχαίο ότι η ένταση αυτή συνέπεσε με την περιοδεία που πραγματοποίησε στη Θράκη ο Τούρκος πρέσβης Κερίμ Ουράς, ο οποίος έσπευσε να υιοθετήσει όλη αυτήν την επιχειρηματολογία. Ο κ. Ουράς πραγματοποίησε επισκέψεις με συμβολισμούς καθώς πέρασε από όλες τις οργανώσεις που λειτουργούν παράτυπα στη Θράκη και φυσικά από τους ψευδομουφτήδες.
Πραγματοποιώντας «ιδιωτική» επίσκεψη στο μειονοτικό Γυμνάσιο-Λύκειο ενημερώθηκε για τα «προβλήματα της μειονοτικής εκπαίδευσης» αλλά και για το συγκεκριμένο ζήτημα και έσπευσε να κάνει λόγο για «διάβρωση των εκπαιδευτικών δικαιωμάτων της μειονότητας που προκαλεί ανησυχία στην Τουρκία».
Ο Τούρκος διπλωμάτης μάλιστα παρέπεμψε στην πρωτοβουλία της Κύπρου για υιοθέτηση από την ΕΕ της τουρκικής ως επίσημης γλώσσας, κάνοντας μία τουλάχιστον ατυχή σύγκριση καθώς στην Κυπριακή Δημοκρατία όπου υπήρχε τουρκοκυπριακή κοινότητα (και όχι μειονότητα) η τουρκική γλώσσα είναι η επίσημη γλώσσα του κράτους… Στην «Τουρκική Νεολαία Κομοτηνής» εξέφρασε την… απογοήτευσή του, επειδή βρήκε άδεια τα ράφια στη βιβλιοθήκη του Λυκείου, καθώς, όπως είπε, δεν είναι δυνατόν να συνεχίζεται ο έλεγχος των βιβλίων που φθάνουν στο σχολείο (σ.σ.: κάτι που προβλέπεται από τα Μορφωτικά Πρωτόκολλα), κάνοντας μάλιστα με προκλητικό τρόπο συγκρίσεις με «ολοκληρωτικά καθεστώτα όπως αυτά μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο…».
Αλλά και ο ψευδομουφτής Ξάνθης Αχμέτ Μετέ έσπευσε να εκμεταλλευθεί το επεισόδιο αυτό με κηρύγματα περί «χουντικής νοοτροπίας. Βασικός στόχος είναι ο έλεγχος των οικογενειών, ώστε να κρατήσουν εγκλωβισμένη τη μειονότητα σε ελεγχόμενα σε μεγάλο βαθμό από το τουρκικό προξενείο μειονοτικά σχολεία, τα οποία «παράγουν» αποφοίτους με πενιχρές γνώσεις της ελληνικής, ώστε η μοναδική ουσιαστική διέξοδος που έχουν να είναι τα πανεπιστήμια της Τουρκίας.
Καθώς τα τελευταία χρόνια παρά τις αντιξοότητες υπήρξε μια μακρά στροφή προς τα δημόσια σχολεία, στο προξενείο κτύπησε «καμπανάκι» και έτσι με κάθε ευκαιρία επιχειρείται να πληγεί η δημόσια εκπαίδευση. Φυσικά και εδώ υπάρχουν ευθύνες της πολιτείας η οποία αφήνει ολόκληρες περιοχές έρμαιο του προξενείου.
Χαρακτηριστικό δείγμα είναι ο οικισμός των Ρομά στο Δροσερό, όπου, παρά το αίτημα του συλλόγου «Ελπίδα» με επικεφαλής τη Σ. Σαμπιχά, που έχει βραβευθεί και από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, για τη λειτουργία και Γυμνασίου αλλά και άλλων τάξεων στο Δημοτικό ώστε να μπορεί το σύστημα να ανταποκριθεί στον μεγάλο αριθμό μαθητών, δεν υπάρχει ανταπόκριση. Ετσι και παρά την προσπάθεια που ξεκίνησε με τη στήριξη και μεγάλων ιδιωτικών ιδρυμάτων που την ενίσχυσαν, καθημερινά στον οικισμό κάνουν την εμφάνισή τους είτε αυτοσχέδια τζαμιά είτε σχολεία διδασκαλίας του Κορανίου, τα οποία φυσικά ελέγχονται από τον ψευδομουφτή Α. Μετέ και το προξενείο.
Πηγή: Έθνος
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies, για την συλλογή στατιστικών στοιχείων και την διασφάλιση της καλύτερης εμπειρίας σας.
Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τη χρήση των cookies. Tι είναι τα Cookies;